John Craxton: Η ζωή, το έργο και η ελληνική ψυχή του Βρετανού ζωγράφου στο Μουσείο Μπενάκη

Ο John Leith Craxton , (3 Οκτωβρίου 1922 – 17 Νοεμβρίου 2009) γνωστός και ως “Αρκαδικός”

Ερωτευμένος με την Ελλάδα! Αυτό ήταν ο Βρετανός ζωγράφος John Craxton και ο τίτλος της έκθεσης έργων του στο Μουσείο Μπενάκη «Μια ελληνική ψυχή» αποτυπώνει ακριβώς την προσωπικότητα ενός ανθρώπου που από πολύ νωρίς αγάπησε έναν τόπο, σχεδόν εμμονικά, πριν καλά καλά τον δει, πριν πατήσει το πόδι του σε αυτόν.
Αρχικά πιθανόν γιατί μαγεύτηκε από την ελληνική τέχνη, την αρχαία γλυπτική, τον Ελ Γκρέκο, εκθέματα που είχε την τύχη να αντικρίσει σε συλλογές και μουσεία της χώρας του και της Γαλλίας όπου βρέθηκε λίγο πριν από το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πάντα όμως ήξερε ότι η Ελλάδα ήταν το μέρος όπου θα έβρισκε τον προσωπικό του παράδεισο. Κι έτσι ακριβώς συνέβη.

Μουσείο Μπενάκη: Ο Craxton ερωτεύτηκε την Ελλάδα και κυρίως την Κρήτη
Μια ιδιαίτερη περιοδεύουσα έκθεση αφιερωμένη στη ζωή και το έργο του φιλέλληνα ζωγράφου John Craxton (1922-2009) που πραγματοποιείται με αφορμή τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του θα ξεκινήσει το ταξίδι της με πρώτο σταθμό το Μουσείο Μπενάκη.από την Τετάρτη 13 Απριλίου μέχρι τις 11 Σεπτεμβρίου. Από τον Οκτώβριο του 2022 μέχρι τον Ιανουάριο του 2023 θα μεταφερθεί στην Κρήτη, στην Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων και στη συνέχεια θα παρουσιαστεί και στο Λονδίνο. Είναι αφιερωμένη στη ζωή και το έργο του φιλέλληνα ζωγράφου John Craxton (1922-2009) και πραγματοποιείται με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση του καλλιτέχνη. Ο Craxton ερωτεύτηκε την Ελλάδα και κυρίως την Κρήτη. Έγινε ένα με το νησί. Πέρασε στη χώρα μας το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Η ιστορία του καλλιτέχνη, γεμάτη με αισιοδοξία που αντικατοπτρίζεται στους εξαίσιους πίνακές του, καταγράφει ένα επικό ταξίδι από το σκοτάδι στο φως.

Ο John Craxton στα Λευκά Όρη της Κρήτης, 1984

Η ιστορία του καλλιτέχνη, γεμάτη με αισιοδοξία που αντικατοπτρίζεται στους εξαίσιους πίνακές του, καταγράφει ένα επικό ταξίδι από το σκοτάδι της πρώτης του περιόδου στο φως που του πρόσφερε απλόχερα η Ελλάδα. Η έκθεση «John Craxton, Μια ελληνική ψυχή» φιλοξενεί 90 έργα χωρισμένα σε τέσσερις ενότητες, πολλά από αυτά άγνωστα έως τώρα και προερχόμενα από το Craxton Estate. Καλύπτουν όλες τις περιόδους της σταδιοδρομίας του καλλιτέχνη και περιλαμβάνουν χαρακτικά και σχέδια, πίνακες ζωγραφικής, μια εντυπωσιακή ταπισερί, φωτογραφίες και προσωπικά αντικείμενα.

«Είναι η πρώτη μεγάλη αναδρομική έκθεση μετά το θάνατό του»
Καθώς πολλά από τα έργα του δεν έχουν παρουσιαστεί ποτέ, τώρα μας προσφέρεται για πρώτη φορά η ευκαιρία να εκτιμήσουμε αυτό που πραγματικά υπήρξε: ένας απαράμιλλος πορτρετίστας και τοπιογράφος στην Ελλάδα των μέσων του 20ού αιώνα. Από τη στιγμή που έφτασε στη χώρα έως τον θάνατό του, όλο σχεδόν το έργο του εξυμνούσε τη ζωή, το φως και τα τοπία της Ελλάδας. Βρήκε στη ζωή και στους ανθρώπους γύρω του, όλο τον μυθολογικό κόσμο, που είχε γνωρίσει στα βιβλία, πριν φτάσει εδώ. Συνδύασε με έναν μοναδικό τρόπο το παρόν και το παρελθόν, την τέχνη με την καθημερινή ζωή στην Κρήτη.

Η βιογραφία του Βρετανού ζωγράφου John Craxton, ο οποίος έζησε και αγάπησε την Ελλάδα και που σε όλο σχεδόν το έργο του εξυμνούσε τη ζωή, το φως και τα τοπία της, παρουσιάζεται στο βιβλίο «John Craxton: Ο αγαπημένος της ζωής. Μία ελληνική ψυχή» του IanCollins, το οποίο συμπίπτει με την έκθεση «John Craxton: Μία ελληνική ψυχή», µε αφορµή τα 100 χρόνια από τη γέννηση του ζωγράφου, στο Μουσείο Μπενάκη την οποία έχει επιμεληθεί ο Ian Collins.

Εξώφυλλο βιβλίου, αυτοπροσωπογραφία, 1946-1947 Λάδι σε χαρτί

Ο Βρετανός καλλιτέχνης John Craxton (1922-2009) έχει χαρακτηριστεί Νεο-Ρομαντικός, αλλά ο ίδιος αυτοαποκαλείται « Αρκαδικός». Η πρώιμη τέχνη του επηρεάστηκε από τους Blake, Palmer, Miró και Picasso. Μετά τη μετακόμιση του στην Ελλάδα, που αποτελούσε διακαή επιθυμία του, το έργο του εξελίχθηκε ως προσωπική απάντηση στα βυζαντινά ψηφιδωτά, τον El Greco, και την τέχνη της ελληνικής ζωής. Αυτό το βιβλίο αφηγείται την περιπετειώδη ιστορία του για πρώτη φορά. Συναρπαστική, αστεία και καυστική, η αφήγηση ζωντανεύει μέσα από τις υπέροχες εικόνες του Craxton. Ο Ian Collins διευρύνει σε μεγάλο βαθμό την κατανόησή μας για τον καλλιτέχνη – συμπεριλαμβανομένης μιας εις βάθος διερεύνησης της θρυλικής, περίπλοκης φιλίας μεταξύ του Craxton και του Lucian Freud, αντλώντας από γράμματα και αναμνήσεις που ο Κράξτον ήθελε να παραμείνουν ιδιωτικά μέχρι και μετά το θάνατό του.
ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ :
«Κανένας δεν ξέρει τον Craxton όπως ο Ian Collins». TOM FLEMING, APOLLO MAGAZINE
«Η ζωή προίκισε τον John Craxton (1922-2009) µε όλες τις χαρές και τις χάρες της. Και εκείνος της το αναγνώρισε, αγάπησε την Ελλάδα και πιο πολύ την Κρήτη, τα τοπία της, το φως, τα χρώµατά της, που πληµµυρίζουν τα έργα του. Η ιστορία του κυλά αβίαστα στο βιβλίο του Ian Collins – οι εκµυστηρεύσεις του ζωγράφου σ’ εκείνον δένονται µε τις διηγήσεις των τόσων φίλων του. Περιπέτειες και περιστατικά, εικόνες, ήχοι και µυρωδιές ξυπνούν µνήµες και αισθήσεις παρασυροντας µας στον κόσµο του Craxton, στον κόσµο ενός παθιασµένου ταξιδιώτη της ζωής». ΕΒΙΤΑ ΑΡΑΠΟΓΛΟΥ
«Αυτό το εξαιρετικό βιβλίο είναι χάρµα οφθαλµών, και διανοίας, γεµάτο µε τα έργα του Craxton στην Ελλάδα, τη χώρα που αγάπησε περισσότερο από κάθε άλλον τόπο πάνω στη γη». YSENDA MAXTONE GRAHAM, DAILY MAIL
«Ο Craxton απεχθανόταν όλη του τη ζωή τις µεγαλόστοµες διατυπώσεις και ο Collins, µε την κοφτή και ταυτόχρονα υπαινικτική του πρόζα, αποτελεί τον ιδανικό του βιογράφο». JAMES CAHILL, TIMES LITERARY SUPPLEMENT

Νεκρή φύση με τρεις ναύτες Τέμπερες σε καμβά, 1980–1985

Η ζωή του John Craxton
Γεννημένος το 1922, στο περιβάλλον μιας μεγάλης, μουσικό φιλης και μποέμικης οικογένειας, με γονείς μουσικούς, με ευρύ κοινωνικό κύκλο, δεν διέπρεψε ποτέ στο σχολείο γιατί το μόνο που πραγματικά τον ενδιέφερε ήταν η ζωγραφική. Ο Craxton ήταν ένα αναρχικό πνεύμα που ήθελε μόνο να ζωγραφίζει και έμαθε μέσα από το βλέμμα. Ανακάλυψε το έργο του Ελ Γκρέκο και του Πικάσο ενώ ήταν ακόμα έφηβος και αγάπησε την αρχαία ελληνική τέχνη στα μουσεία που επισκεπτόταν συχνά.
Όμως, αυτό που ονειρευόταν ήταν μια ζωή γεμάτη φως. Έκανε το πρώτο βήμα για το ταξίδι προς τον Νότο πηγαίνοντας για να σκιτσάρει στο Παρίσι το 1939, αλλά αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αγγλία λόγω του επικείμενου Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Έμεινε εγκλωβισμένος εκεί για έξι ατελείωτα χρόνια κι έγινε γνωστός ως ένα εκκεντρικό παιδί-θαύμα της τέχνης. Αυτό φάνηκε όταν το 1941, σε ηλικία μόλις δεκαεννιά χρονών, πραγματοποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση με σχέδια σε ένα καφέ του Λονδίνου.

John Craxton και Patrick Leigh Fermor, Σέριφος 1951

Πολύ σύντομα βρήκε τον πρώτο του ένθερμο θαυμαστή, τον συν εκδότη του περιοδικού «Horizon» Peter Watson που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξή του. Μέσω εκείνου γνώρισε τη φωτογράφο Joan Rayner, μετέπειτα σύζυγο του φιλέλληνα συγγραφέα Patrick Leigh Fermor. Νέος ακόμα, μέσα στη δίνη του πολέμου, μοιραζόταν το ίδιο στούντιο με τον Lucian Freud, όπου ζωγράφισε τα πρώτα του έργα. Όταν το 1944 φιλοτέχνησε με λιθογραφίες και σχέδια με μελάνι την ανθολογία Visionary poems and passages or The poet’s eye, έκανε τέτοια εντύπωση στο καλλιτεχνικό Λονδίνο, που όλοι μιλούσαν για το πιο ελπιδοφόρο ταλέντο της γενιάς του.

Σκηνή της παραλίας 1949 λάδι σε καμβά

Η ζωή του ήταν γεμάτη μαγεία. Προικισμένος με εξαιρετικό ταλέντο και με την εύνοια της τύχης, υπήρξε ένας ηρωικός ηδονιστής: ζούσε για την απόλαυση και την αποτυπώνει στη ζωγραφική του. Αυτός ο κοσμοπολίτης νομάς καταξιώθηκε ως καλλιτέχνης από πολύ νεαρή ηλικία, κατά τα χρόνια του πολέμου στο Λονδίνο, μαζί με τον καλύτερό του φίλο Lucian Freud. Στα 19 του εργαζόταν σε ένα ατελιέ δίπλα σε εκείνο του Freud. Μαζί δημιούργησαν ευρηματικούς πίνακες, ξεσάλωσαν στο βομβαρδισμένο Λονδίνο και περιπλανήθηκαν ως την Ουαλία. Χαρακτηρίστηκαν ως τα αρχέτυπα της σκοτεινής και μελαγχολικής τέχνης του νεορομαντισμού. Μισούσαν όμως τις ταμπέλες και αντιστάθηκαν σε κάθε σύμβαση στη ζωή και την τέχνη τους.

Δύο φιγούρες και ανατέλλων ήλιος, 1952-1967. Τέμπερα σε χαρτόνι

Συνδέθηκε φιλικά με τον ποιητή Νάνο Βαλαωρίτη και λίγο αργότερα με τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, μια γνωριμία που έμελλε να εξελιχθεί σε φιλία ζωής. Ο Γκίκας τον παρότρυνε να επισκεφθεί άμεσα την Αθήνα, το οποίο και έκανε τον Μάιο του 1946 χάρη στη βοήθεια της lady Norton, συζύγου του Βρετανού πρέσβη στην Αθήνα. Στη μεταπολεμική Αθήνα ζούσε και δίδασκε στο Βρετανικό Ινστιτούτο, κέντρο συνάντησης Βρετανών και Ελλήνων διανοουμένων, ο Patrick Leigh Fermor. Γνωρίστηκαν και του πρότεινε να επισκεφτεί και να ζωγραφίσει τον Πόρο, ένα ήσυχο νησί όπου μπορούσε να αφοσιωθεί στη τέχνη του. Ακολούθησε τη συμβουλή του και εγκαταστάθηκε εκεί, όπου είχε την τύχη να συναναστραφεί τον Γιώργο Σεφέρη. Ξαφνικά του αποκαλύφθηκε η Ελλάδα που ονειρευόταν, ένας τόπος που υποπτευόταν ότι θα αποτελούσε γι’ αυτόν τον ιδανικό μέρος για να ζήσει.

Ταβέρνα δίπλα στην θάλασσα Πόρος 1953

Στον Πόρο, εκτός από το φως, τον ουρανό, τη θάλασσα και τα χρώματα, ανακάλυψε τη ζεστασιά και τη θαλπωρή των ανθρώπων. Παραδόθηκε σε έναν κόσμο αισθήσεων, γεύσεων, εικόνων και ήχων, που είχε έναν απελευθερωτικό τρόπο ζωής, αυτό το «έξω καρδιά» που κυριαρχούσε στις παραλίες, στα καφενεία, στις ταβέρνες, στις παρέες των απλών ανθρώπων του μικρού νησιού, των ψαράδων, των βοσκών, των ναυτών που υπηρετούσαν στον ναύσταθμο. Ανάμεσα σε αυτούς και ένας Κρητικός, για χάρη του οποίου μετά από λίγο επισκέφθηκε την Κρήτη, τη γενέτειρα του λατρεμένου του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Στον Πόρο πήγε και τον βρήκε και ο Lucian Freud, που πέρασε μαζί του έναν χειμώνα ζωγραφίζοντας. Στα έργα εκείνης της πρώτης επίσκεψης, που εκτέθηκαν στο Βρετανικό Ινστιτούτο της Αθήνας, αποτυπωνόταν ένα απαράμιλλο joie de vivre, όπως και ο θαυμασμός του μόλις εικοσιτριαχρονου ζωγράφου για τους νησιώτες.Το ίδιο συνέβη όταν το 1951 σχεδίασε τα σκηνικά και τα κοστούμια για τη παράσταση Δάφνης και Χλόη του Ραβέλ που ανέβηκε στο Covent Garden, σε χορογραφία του Frederick Ashton με τη Margot Fonteyn ‒ τα μοτίβα τα είχε ξεσηκώσει από τη ζωή του στον Πόρο. Το καλοκαίρι ακολούθησε τους δύο διάσημους καλλιτέχνες σε κρουαζιέρα στα ελληνικά νησιά μαζί με την Joan Rayner και τον Leigh Fermor, ενώ τα επόμενα δύο χρόνια επισκέφθηκε τη Χίο και τη Σάμο, όπου δημιούργησε μια σειρά σχεδίων και πίνακες.

Islands of edgy light: Galatas Poros 1947

Πριν την έλευση του μαζικού τουρισμού, ο John Craxton απολάμβανε την επιβίωση του μυθικού στοιχείου στην καθημερινότητα της ελληνικής επαρχίας, η οποία έμοιαζε απαράλλαχτη από τα χρόνια του Ομήρου. Είχε πολλούς διάσημους φίλους και σχεδίασε περίφημα εξώφυλλα για τα βιβλία του Paddy Leigh Fermor, καθώς και ένα μπαλέτο για τη Margot Fonteyn. Προτιμούσε, όμως, να ζωγραφίζει τους απλούς ανθρώπους: βοσκούς μαζί με τις οικογένειές τους, ναυτικούς και στρατιώτες, με τους οποίους του άρεσε να περνάει τον χρόνο του.

Νίκος και Βαρβάρα Γκίκα, John Craxton, Patrick and Joan Leigh Fermor στη βεράντα της οικίας του Γκίκα στην Υδρα 1958

Μετά από πολλές περιπλανήσεις και μεγάλα διαστήματα φιλοξενίας στο αρχοντικό του πιο στενού καλλιτέχνη φίλου του, του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, στην Ύδρα. Η Ύδρα και το πατρικό αρχοντικό του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα αποτέλεσαν για τον Craxton, όπως και για τους Leigh Fermor, το προπύργιο των ελληνικών τους αναζητήσεων και διαδρομών, μέχρι την καταστροφή του από πυρκαγιά το 1961.

Ο John Craxton ζωγραφίζει στο σπιτι του Γκίκα στην Υδρα 1960

Δύο χρόνια μετά αγόρασε το πρώτο σπίτι του στα Χανιά, μια πόλη που λάτρεψε από την πρώτη μέρα που την αντίκρισε. Η Κρήτη κατέκτησε την ψυχή του Craxton: το άγριο τοπίο και η ιστορία της, ο πλατύς ανοιχτός ορίζοντας της θάλασσας, το πάθος και η επιμονή των Κρητικών για ζωή. Στα Λευκά Όρη αναζήτησε τους αντιστασιακούς συντρόφους του Leigh Fermor, των οποίων τα πορτρέτα ζωγράφισε.Στη ζωγραφική του κυριαρχεί το βραχώδες και αδάμαστο ελληνικό τοπίο με τις αιχμηρές και ανυπότακτες γραμμές και τους όγκους του, όπως και το απαράμιλλο ελληνικό φως.

Ο χασάπης, 1964-1966. Λάδι σε μουσαμά

Το εφηβικό του ενδιαφέρον για την αρχαία ελληνική τέχνη απογειώθηκε χάρη στην επαφή του με τη βυζαντινή αγιογραφία, την Κρητική Σχολή, ενώ ακόμα και οι σύγχρονες μορφές ανθρώπων αλλά και ζώων που αναπαράστησε στον καμβά παραπέμπουν σε μυθολογικές μορφές: ο ψαράς των χταποδιών, ο Κρητικός βοσκός εμπνευσμένος από μινωικού τύπου κύπελλα που βρέθηκαν σε βασιλικό τάφο της Σπάρτης, ο χασάπης σαν αρχαίος Αθηναίος, το κρητικό αγριοκάτσικο που θυμίζει τον Πάνα.
Και ενώ η πρώιμη ζωγραφική του ήταν σκοτεινή και μελαγχολική, ίσως λόγω της εμπειρίας των βομβαρδισμών του Λονδίνου, η περίοδος της Ελλάδας κατακλύζεται από φωτεινά χρώματα. Ένα αδιάκοπο γλέντι με χορευτές, λυράρηδες, ναύτες σε τραπέζια να τρώνε και να πίνουνε, βοσκοί και ψαράδες, τραπεζώματα με κρητικούς μεζέδες, φαράγγια, περβόλια, βουνοκορφές.

Αχαλίνωτη κατσίκα, 1946. Μολύβι Conté σε χαρτί

Και ενώ ο φυσικός του χώρος ήταν τα σαλόνια και οι γκαλερί με τους διανοούμενους και τους διάσημους καλλιτέχνες, εκεί που πραγματικά έβρισκε χαρά και αφηνόταν ήταν δίπλα σε ανεπιτηδευτος ανθρώπους. Ανεξάρτητο πνεύμα και υπέρμαχος της ελευθερίας σε κάθε της έκφραση, πίστευε πολύ στη φιλία τιμώντας τις παρέες του, είτε πρόκειται για διάσημους είτε για απλούς θνητούς. Χωρίς μεγάλη προσπάθεια γινόταν το επίκεντρο της παρέας, μια ανεξάντλητη πηγή κεφιού. Υιοθέτησε τις συνήθειες των ντόπιων, την τσικουδιά και το κρασί, το καλό φαΐ και το πιοτό, κουβεντιάζοντας σε άρτια ελληνικά με κρητική προφορά, ενώ κουβαλούσε πάντα ένα μπλοκ σχεδίου για να ζωγραφίζει μουσικούς, άντρες που χόρευαν, τα τραπεζώματα.

Άντρας που χορεύει σε ταβέρνα. Τέμπερα σε χαρτόνι

Το απενοχοποιημένο χιούμορ του ενόχλησε σε τέτοιο βαθμό τη χούντα, που του απαγορεύτηκε η παραμονή στην Ελλάδα. Η επίσημη δικαιολογία ήταν ότι σύχναζε στα στέκια των ναυτών στα Χανιά για να αποσπά απόρρητες πληροφορίες. Η αλήθεια ήταν ότι είχε εναντιωθεί στην καταστροφή και τον «εκσυγχρονισμό» του βενετσιάνικου λιμανιού που ονειρεύονταν κάποιοι. Όσο δε για τους ναύτες και τους ψαράδες, αλλιώς έπρεπε να ερμηνεύσει κανείς τις συναναστροφές του αυτές.
Εγκατέλειψε την Ελλάδα και άρχισε να ταξιδεύει Κατά τα σχεδόν δέκα χρόνια της εξορίας του, στη διάρκεια της δικτατορίας, όταν η χούντα του απαγόρευσε να μείνει στη χώρα, ταξίδεψε στο Εδιμβούργο, «την Αθήνα του Βορρά», προκειμένου να σχεδιάσει και να επιβλέπει τη δημιουργία μιας ταπισερί που αποτίει φόρο τιμής στην παραδοσιακή κρητική υφαντουργία και στη μυθολογία, το κλίμα, τα τοπία και τον αισθησιασμό της Ελλάδας. Πρόκειται για το έργο «Τοπίο με στοιχεία της φύσης», που ταξίδεψε για πρώτη φορά από την Σκωτία στην Ελλάδα και αποτελεί κεντρικό έκθεμα της έκθεσης. Αποτελεί μια εντυπωσιακή σπουδή στη νοσταλγία, που αποκαλύπτει παράλληλα τη μεγάλη του αγάπη για το νησί της Κρήτης..

Τοπίο της Ύδρας, 1963-1967. Λάδι σε μουσαμά

Με τη Μεταπολίτευση επέστρεψε οριστικά στα Χανιά το 1977.
Καθώς βρισκόταν στη μέση ηλικία και ήταν πιο κατασταλαγμένος, τα διδάγματα και το απόσταγμα της ζωής του έβρισκαν χώρο στη δουλειά του: στα εξώφυλλα βιβλίων του Leigh Fermor, στον τοίχο του σπιτιού του Γκίκα στην Κριεζώτου στην Αθήνα, σε εκθέσεις σε σημαντικές γκαλερί στην Αγγλία. Η επιστροφή του στην Ελλάδα κατά τη Μεταπολίτευση ήταν για εκείνον το πιο πολύτιμο δώρο στην πορεία της καλοτυχης ζωής του.

Ο John Craxton στο σπίτι του στα Χανιά 1983

Μετά την επαν εγκατάστασή του στο σπίτι του στα Χανιά, η αέναα εξελισσόμενη τέχνη του αναγεννήθηκε. Αφομοίωσε σταδιακά όλες τις εποχές της ελληνικής δημιουργικότητας –τη γλυπτική της αρχαιότητας, τα βυζαντινά ψηφιδωτά, την εικονογραφία της Κρήτης– και έσμιξε μαζί το αρχαίο και το σύγχρονο, μέσα στην ίδια μεγαλεπήβολη εικόνα. Εξέφραζε με παιχνιδιάρικο τρόπο τη βαθιά του αγάπη για τους ανθρώπους, τις κατσίκες και τις γάτες.

Βοσκός, 1984. Τέμπερα σε μουσαμά,

Μεταξύ 1985 και 1993 η Christopher Hull Gallery του οργάνωσε πέντε ατομικές εκθέσεις. Τα κείμενα του καταλόγου της τελευταίας, το 1993, τα έγραψε ο David Attenborough. Εκείνη τη χρονιά εκλέχτηκε και μέλος της Royal Academy of Arts του Λονδίνου. Όλα αυτά όμως είχαν ελάχιστη σημασία για εκείνον, αφού θεωρούσε μεγαλύτερη τέχνη από τη ζωγραφική τη ζωή στην Ελλάδα. Από αυτήν που αντλούσε όλη τη δύναμη για το έργο του και αυτή τον καθόρισε.

Κεφάλι ηλικιωμένου Κρητικού, 1948 Λάδι σε καμβά

Ο John Craxton περιφρονούσε τη φήμη του καλλιτέχνη. Δεν νοιαζόταν καν να ολοκληρώσει τους πίνακές του, πόσο μάλλον να τους πουλήσει. Εάν το έργο του φανερώνει ένα πράγμα για εκείνον, είναι ότι προτιμούσε τη ζωή από την τέχνη: τη ζωή στην Ελλάδα, πάνω απ’ όλα. Είδε τα Χανιά τελευταία φορά το 2006. Πέθανε στο Λονδίνο στις 17 Νοεμβρίου 2009 σε ηλικία 87 ετών, σχεδιάζοντας συνεχώς την επιστροφή του στην Κρήτη και οι στάχτες του σκορπίστηκαν αργότερα στο λιμάνι των Χανίων. Έγινε πια κι αυτός κομμάτι της ζωγραφιάς.

Greek Fisherman, 1946, Oil on board

Όπως είχε γράψει: «Φεύγω ξανά σε μια μέρα για ένα νησί, όπου φυτρώνουν λεμόνια και τα πορτοκάλια λιώνουν στο στόμα και οι κατσίκες αρπάζουν τα τελευταία φύλλα συκιάς από μικρά δέντρα. Το καλαμπόκι είναι κίτρινο και θροΐζει και η θάλασσα είναι σαν άρπα από ηφαιστειακές ακτές. Είδα τους αδελφούς Μαρξ σε υπαίθριο σινεμά και οι τοίχοι ήταν από αγιόκλημα».

Γαϊτανάκι, Πόρος 1954.Λάδι σε μουσαμά

Κεντρική θέση στην έκθεση έχει η εντυπωσιακών διαστάσεων ταπισερί «Τοπίο με στοιχεία της φύσης», την οποία ο Craxton σχεδίασε και επέβλεψε στο Εδιμβούργο, όντας εξόριστος κατά την διάρκεια της Δικτατορίας. Εμπνευσμένη από την παραδοσιακή Κρητική υφαντουργία, η ταπισερί συνοψίζει την αγάπη του για τον ελληνικό κόσμο.

«John Craxton: Ο αγαπημένος της ζωής. Μία ελληνική ψυχή»

Επιμελητής της έκθεσης είναι ο Ian Collins, φίλος και εκτελεστής της διαθήκης του John Craxton, ο άνθρωπος που έχει γράψει και τη βιογραφία του. Τονίζει: «Αυτή η έκθεση έχει να κάνει με τη χαρά. Ειδικά σε μια τέτοια εποχή που έχει μεσολαβήσει η πανδημία και ο κορονοϊός. Έχει να κάνει με το πώς βρίσκει κάποιος την ταυτότητά του, το ποιος είναι. Από πολύ νωρίς ο John Craxton βρήκε αυτό που ήθελε στην Ελλάδα. Δεν ήταν ένας Βρετανός που ζούσε στο εξωτερικό, ήταν ένας υιοθετημένος Έλληνας. Γι’ αυτό δώσαμε αυτόν τον τίτλο στην έκθεση. Αγαπούσε πολύ την Ελλάδα, αλλά πολύ παραπάνω την Κρήτη. Ήταν Κρητικός. Σκεφτόταν, δρούσε και ζούσε ως Κρητικός. Ήταν πολύ ευτυχισμένος εκεί».

Ο Ian Collins είναι συγγραφέας βιβλίων για την τέχνη και επιµελητής εκθέσεων. Έχει γράψει µονογραφίες για τη Rose Hilton, την Joan Leigh Fermor και τον John McLean και έχει συνεργαστεί µε το Yale Center for British Art, το Βρετανικό Μουσείο, το Sainsbury Centre του Norwich, το Μουσείο Μπενάκη και τη Λεβέντειο Πινακοθήκη της Λευκωσίας.

ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ: Στο Βρετανικό η έκθεση του Μουσείο Μπενάκη «Γκίκας – Craxton – Leigh Fermor: Η γοητεία της ζωής στην Ελλάδα»

Με τον τίτλο «Charmed lives in Greece – Ghika, Craxton, Leigh Fermor» άνοιξε στο Βρετανικό Μουσείο η έκθεση που οργάνωσε το Μουσείο Μπενάκη από 8 Μαρτίου ως τις 15 Ιουλίου 2018. Η έκθεση παρουσιάζει τις ζωές τριών σημαντικών δημιουργών και στενών φίλων, του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα (1906-1994), του John Craxton (1922-2009) και του Patrick Leigh Fermor (1915-2011), από τα πρώτα χρόνια γνωριμίας τους, στα μέσα της δεκαετίας του ’40, έως το τέλος της ζωής τους.

                                                                    Απο αριστερά: Νίκος Χατζηκυριάκος – Γκίκας, αυτοπροσωπογραφία, λάδι σε καμβά 1942
Portrait of John Craxton. Oil on paper laid on canvas, 1949
Portrait of Patrick Leigh Fermor. Oil on plywood, 1979.

ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ: Charmed lives in Greece: Ghika, Craxton, Leigh Fermor in Room 5.

Η έκθεση, πέρα από τα έργα τέχνης, περιλαμβάνει αποσπάσματα από κείμενα, φωτογραφίες, επιστολές, χειρόγραφα και εκδόσεις. Μέσα από αυτά, σκιαγραφείται η προσωπική σχέση και καλλιτεχνική πορεία των τριών φίλων, με κοινό παρονομαστή την αγάπη τους για την Ελλάδα.Η έκθεση διαρθρώνεται θεματικά με άξονα τους τόπους που τους ενέπνευσαν –την Ύδρα, την Καρδαμύλη, την Κρήτη και την Κέρκυρα–, φιλόξενοι τόποι όπου έζησαν και δημιούργησαν.Τα έργα προέρχονται κυρίως από την Πινακοθήκη Γκίκα του Μουσείου Μπενάκη και το Craxton Estate στο Λονδίνο, αλλα και από Μουσεία και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.Η οργάνωση της έκθεσης είναι της Λεβέντειου Πινακοθήκης, του Μουσείου Μπενάκη και του Craxton Estate.                                                                   ΠΗΓΕΣ: https://www.politica.gr, https://astrofella.wordpress.com, https://blog.britishmuseum.org, https://pallant.org.uk, www.tavernamag.com, https://greekreporter.com, www.pagenews.gr, https://en-m-wikipedia-org, https://gr.euronews.com, www.lifo.gr, www.huffingtonpost.gr

Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας. Προσωπογραφία του John Craxton, 1949. Λάδι σε χαρτί κολλημένο σε καμβά.

«John Craxton: Ο αγαπημένος της ζωής. Μία ελληνική ψυχή»