NacwNnG5WWwGR58FqalUaHVWznswp5m1_jGgH3T8QGLjXqL2D8odzaKNew8yJy5eJpDIusc42AozBwICvLV13_Rl-UgIexIGABMihxW2dKwjgmETcBmNuNv3GN_cAZ3hKWANE6vg

ΟΙ 100 ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΚΩΜΩΔΙΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ

Η λίστα αυτή του βρετανικού καναλιού BBC, έχει δημιουργηθεί από τις απόψεις 253 κριτικών κινηματογράφου (118 γυναίκες και 135 άνδρες) από 52 χώρες (αλλά με κανένα κριτικό από την χώρα μας)

Ο μεγαλύτερος αριθμός κριτικών προέρχεται από τις ΗΠΑ (75) και ακολουθεί το Ην. Βασίλειο με 20, ο Καναδάς με 11,το Μεξικό και η Ινδία με 10, η Γερμανία, η Κολομβία και η Χιλή με 8 η Γαλλία με 7, η Ρωσία, το Ισραήλ, η Βραζιλία και η Τουρκία με 6,η Αυστραλία και η Ιρλανδία με 5, η Ν.Κορέα και η Ν.Αφρική με 4, η Ιταλία, η Σιγκαπούρη, η Νιγηρία, και η Αργεντινή με 3 και οι υπόλοιπες χώρες με 1 ή 2 κριτικούς. Το πώς ψήφισε ο καθένας από τους κριτικούς μπορεί να το δει κανείς εδώ.

Το 47% των κριτικών προέρχονται από αγγλόφωνες χώρες οπότε δεν είναι περίεργο η συντριπτική υπεροχή των αγγλόφωνων ταινιών.

Οι επιλογές των κριτικών μερικές φορές είναι περίεργες γιατί στην λίστα περιλαμβάνονται και ταινίες, αξιόλογες μεν κατά τα άλλα, αλλά που δεν θα τις έλεγες ότι είναι κωμωδίες, όπως Ο εξολοθρευτής Άγγελος και Η διακριτική γοητεία της μπουρζουαζίας του Μπουνιουέλ, το Amarcord του Φελίνι, ο Toni Erdmann ή το Pulp Fiction του Ταραντίνο.

Επίσης υπάρχουν και μερικές κυριολεκτικά ανεκδιήγητες ταινίες όπως το Zoolander ενώ αντίστοιχα απουσιάζουν κλασσικές κωμωδίες του ευρωπαϊκού κινηματογράφου που έχουν αφήσει εποχή

Αντίστοιχα όμως λείπουν επίσης και αγγλόφωνες ευρηματικές κωμωδίες όπως π χ Η παρακμή της αμερικανικής αυτοκρατορίας ή το Τζερι Λουις παιδί για όλες τις δουλειές (the bellboy)

Η ταινία που συγκέντρωσε την υψηλότερη βαθμολογία ήταν το «Μερικοί το προτιμούν καυτό» του σπουδαίου Μπίλι Γουάιλντερ.

Είναι ενδιαφέρον ότι η ταινία οφείλει την πρώτη της θέση χάρη στην ψήφο των κριτικών από την Ευρώπη, την Ανατολική Ασία και τη Λατινική Αμερική και όχι από τις ΗΠΑ. Μια ερμηνεία αυτής της πρωτιάς υπάρχει εδώ.

Είναι ενδιαφέρον ότι από τα 89 βραβεία Όσκαρ που έχουν δοθεί, μόνο 7 κωμωδίες το έχουν πάρει και στην λίστα βρίσκονται μόνο 3 από αυτές, It Happened One Night (28), The Apartment (27), και Annie Hall (3).

Οι υπόλοιπες εκτός λίστας είναι :You Can’t Take It With You, Around the World in 80 Days, Tom Jones, και Birdman.

Στην 10ετια 1971-80 ανήκουν οι περισσότερες κωμωδίες (17) και ακολουθούν με 15 ταινίες οι δεκαετίες 1931-40 και 1981-90. Στην συνέχεια ακολουθούν με 11 και 10 αντίστοιχα οι δεκαετίες 1991-2000 και 2001-10. Μόνο 4 κωμωδίες ανήκουν στα χρόνια 2011-18.

Από τους σκηνοθέτες που πρωταγωνιστούν στις δικές τους ταινίες, πρώτος είναι ο Τσάρλι Τσάπλιν με 4 ταινίες και ακολουθούν με 3 ο Ζακ Τατί, ο Γούντι Άλεν, ο Μπάστερ Κίτον και ο Τζέρι Λούις (η 1 με άλλο σκηνοθέτη).

Ο Κάρι Γκραντ είναι ο μόνος ηθοποιός που πρωταγωνιστεί σε 5 ταινίες της λίστας.

Με 3 ταινίες στο ενεργητικό τους ως σκηνοθέτες, πλην των ανωτέρω, είναι ο Χάουαρντ Χοκς, ο Ερνστ Λιούμπιτς, ο Μερλ Μπρουκς, ο Ντ.Ζούκορ και με μέλη τους αλλά και ως σύνολο οι Μόντι Πάιθονς.

Ο ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ 1ΟΟ ΤΑΙΝΙΩΝ

Προηγείται, όπου ήταν γνωστός, ο ελληνικός τίτλος της ταινίας εκτός αν παίχτηκε και εδώ με τον αρχικό τους τίτλο. Στην παρένθεση είναι ο σκηνοθέτης και το έτος.

100.Ο Βασιλιάς της κωμωδίας The King of Comedy (Martin Scorsese, 1982)

100. Τζέρι Λιούις, ο γυναικοκατακτητής The Ladies Man (Jerry Lewis, 1961)

99.Το χαζόμουτρο.The Jerk (Carl Reiner, 1979) Στιβ Μάρτιν

98.The Hangover (Todd Phillips, 2009)

97.The Music Box (James Parrott, 1932) Χοντρός Λιγνός

96.Γεννημένη χθες.Born Yesterday (George Cukor, 1950)

95.Ghostbusters (Ivan Reitman, 1984

94.Ο αρχάριος Rushmore (Wes Anderson, 1998)

93.Το πάρκο της τρέλας.South Park: Bigger, Longer & Uncut (Trey Parker, 1999)

92.Ο εξολοθρευτής Άγγελος The Exterminating Angel (Luis Buñuel, 1962)

91.Μια τρελή τρελή καταδίωξη.What’s Up, Doc? (Peter Bogdanovich,1972) Μπαρμπ.Στρέιζαντ, Ράιαν Ο Νιλ

90.A New Leaf (Elaine May, 1971) Γουόλτερ Ματάου

89.Daisies (Vera Chytilová, 1966) ;

88.Zoolander: Ο Άρχοντας της Πασαρέλας Zoolander (Ben Stiller,2001

87.Οι άντρες προτιμούν τις ξανθές Gentlemen Prefer Blondes (Howard Hawks, 1953)

86.Ο 13ος κληρονόμος.Kind Hearts and Coronets (Robert Hamer, 1949)Άλεκ Γκίνες

85.Amarcord (Federico Fellini, 1973)

84.Waiting for Guffman (Christopher Guest, 1996) ;

83.Safety Last! (Fred C Newmeyer and Sam Taylor, 1923)Χάρολντ Λόιντ

82.Άκρως τρελό και απόρρητο. Top Secret! (Jim Abrahams, David Zucker and Jerry Zucker, 1984)

81.Κάτι τρέχει με την Μαίρη.There’s Something About Mary (Bobby and Peter Farrelly, 1998)

80.Στην τρέλα του γραφείου.Office Space (Mike Judge, 1999);

79.Δείπνο Ηλιθίων.The Dinner Game (Francis Veber, 1998)

78. Τρελές ιστορίες έρωτα και φαντασίας. The Princess Bride (Rob Reiner, 1987)

77.Διαζύγιο αλά Ιταλικά Divorce Italian Style (Pietro Germi, 1961)

76.Ο καλύτερος τρόπος να ζεις.Design for Living (Ernst Lubitsch, 1933) Γκάρυ Κούπερ, Φρεντερικ Μαρς

75.The Palm Beach Story (Preston Sturges, 1942)

74.Πολυθρόνα για δύο.Trading Places (John Landis, 1983)

73.Δάσκαλος για κλάματα. The Nutty Professor (Jerry Lewis, 1963)

72.Τρελές σφαίρες. The Naked Gun: From the Files of Police Squad! (David Zucker, 1988)

71.Οικογένεια Τένενμπαουμ.The Royal Tenenbaums (Wes Anderson, 2001)

70.Πόλεμος εκτός προγράμματος. In the Loop (Armando Iannucci, 2009)

69.Ο ειρηνοποιός.Love and Death (Woody Allen, 1975)

68.Ninotchka (Ernst Lubitsch, 1939) Γκρέτα Γκάρμπο

67.Περιπέτεια στην Χονολουλού.Sons of the Desert (William A Seiter, 1933)Χονδρός Λιγνός

66.Καυτοί και άσφαιροι.Hot Fuzz (Edgar Wright, 2007)

65.Το κλαμπ με τις λωλές.Caddyshack (Harold Ramis, 1980)Τσέβι Τσέις, Ντάν Ακρόιντ.

64.Αδέλφια για κλάματα. Step Brothers (Adam McKay, 2008)Γουίλ Φάρελ

63.Αρσενικό και παλιά δαντέλα.Arsenic and Old Lace (Frank Capra, 1944)Κάρι Γκράντ.

62.What We Do in the Shadows (Jemaine Clement and Taika Waititi, 2014);

61.Team America: World Police (Trey Parker, 2004) Animation

60.Shaun of the Dead (Edgar Wright, 2004);

59.Toni Erdmann (Maren Ade, 2016)

58.Zelig (Woody Allen, 1983)

57.Τα κακά κορίτσια.Mean Girls (Mark Waters, 2004)Λίντσεϊ Λόχαν

56.Το κύκλωμα.Broadcast News (James L Brooks, 1987)Ουίλιαμ Χαρτ.

55.Best in Show (Christopher Guest, 2000);

54.Harold and Maude (Hal Ashby, 1971)

53.Οι ατσίδες με τα μπλέ.The Blues Brothers (John Landis, 1980)

52.My Man Godfrey (Gregory La Cava, 1936)Γουίλιαμ Πάουελ, Καρολ Λομπαρντ.

51.Seven Chances (Buster Keaton, 1925)Μπάστερ Κίτον.

50.Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης.Women on the Verge of a Nervous Breakdown (Pedro Almodóvar, 1988)

49.Η διακριτική γοητεία της μπουρζουαζίας,The Discreet Charm of the Bourgeoisie (Luis Buñuel, 1972)

48.Φασαρία στον παράδεισο.Trouble in Paradise (Ernst Lubitsch, 1932)

47.Ένα τρελό θηριοτροφείο. Animal House (John Landis, 1978)

46.Pulp Fiction (Quentin Tarantino, 1994)

45.Ο κλέψας του κλέψαντος.Big Deal on Madonna Street (Mario Monicelli, 1958)

44.Φιλενάδες.Bridesmaids (Paul Feig, 2011)

43.MASH (Robert Altman, 1970)

42.Διαζύγιο με προθεσμία The Awful Truth (Leo McCarey, 1937)Κάρι Γκράντ

41.Borat: Cultural Learnings of America for Make Benefit Glorious Nation of Kazakhstan (Larry Charles, 2006)

40.Δύο τρελοί παραγωγοί.The Producers (Mel Brooks, 1967) Ζηρο Μοστελ,Τζίν Γουάλντερ.

39.Μια νύχτα στην Όπερα.A Night at the Opera (Sam Wood and Edmund Goulding, 1935) Αδελφοί Μαρξ.

38.Κοινωνικά σκάνδαλα.The Philadelphia Story (George Cukor, 1940)Κάθριν Χέπμπορν, Κάρι Γκραντ, Τζέιμς Στιούαρτ.

37.Τα ταξίδια του Σάλιβαν.Sullivan’s Travels (Preston Sturges, 1941)

36 Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα.A Fish Called Wanda (Charles Crichton and John Cleese, 1988)

35.Τραγουδώντας στην βροχή.Singin’ in the Rain (Stanley Donen and Gene Kelly, 1952)

34 Το κορίτσι του Μπέβερλι Χιλς.Clueless (Amy Heckerling, 1995) Αλίσια Σιλβερστόουν.

33. Ο Παρουσιαστής: Ο Μύθος του Ron Burgundy Anchorman: The Legend of Ron Burgundy (Adam McKay, 2004)

32.Αριζόνα Τζούνιορ.Raising Arizona (Joel and Ethan Coen, 1987)

31.Tootsie (Sydney Pollack, 1982) Ντάστιν Χόφμαν.

30.Οι διακοπές του κυρίου Ιλό.Monsieur Hulot’s Holiday (Jacques Tati, 1953)

28 Συνέβη μια νύχτα γνωστό και ως Νέα Υόρκη, Μαϊάμι.It Happened One Night (Frank Capra, 1934)

27.Η γκαρσονιερα.The Apartment (Billy Wilder, 1960)Τζάκ Λέμον.

26.Ο θείος μου.Mon Oncle (Jacques Tati, 1958)

Αναλυτικότερη παρουσίαση των 25 καλύτερων εδώ.

25.Ο χρυσοθήρας.The Gold Rush (Charlie Chaplin, 1925)


Συγκαταλέγεται στις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. «Ο Χρυσοθήρας» (1925), σχεδόν έναν αιώνα μετά την πρώτη του προβολή, το κλασικό αριστούργημα του Τσάρλι Τσάπλιν, εξακολουθεί να συγκινεί τις νεότερες γενιές με την αμεσότητα, την ανθρωπιά και την πικρή κοινωνική του σάτιρα. Ο πολυδιάστατος Τσάπλιν, σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής του φιλμ, το επανέκδωσε το 1942, επενδύοντας το μουσικά ο ίδιος με τη βοήθεια του Μαξ Τερ και ενορχηστρωτης
O Τσάρλι Τσάπλιν μεταμόρφωσε τη βουβή κινηματογραφική κωμωδία σε υψηλή τέχνη. Με την πολλαπλή ιδιότητα του παραγωγού, σκηνοθέτη, σεναριογράφου, ηθοποιού αλλά και συνθέτη, έπλασε ιστορίες με βαθιά μηνύματα που εξακολουθούν να μιλούν στην ανθρώπινη ψυχή ακόμα και σήμερα. Στις ταινίες μεγάλου μήκους που σκηνοθέτησε, η μουσική και η εικόνα είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Αν και δεν είχε ολοκληρωμένη κατάρτιση ως μουσικός, ο σπουδαίος άγγλος καλλιτέχνης γνώριζε πώς να αναδείξει την κινηματογραφική αφήγηση μέσα από την επιλογή και τον συνδυασμό των κατάλληλων μελωδιών χάρη στο αλάνθαστο μουσικό του αισθητήριο.
«Ο Χρυσοθήρας» είναι η πρώτη ταινία για την οποία ο Τσάπλιν έγραψε μουσική εκ των υστέρων. Η σύνθεσή του ισορροπεί με μαεστρία και χάρη ανάμεσα στη δραματικότητα, το χιούμορ και τον ρομαντισμό, σχολιάζει την εικόνα με ευφυέστατο τρόπο και υπογραμμίζει το κωμικό στοιχείο στις ατομικές σκηνές. Ακούγοντας το soundtrack του φιλμ αναγνωρίζει κανείς συμφωνικά μοτίβα από διάσημα έργα του Βάγκνερ, του Τσαϊκόφσκι και του Ρίμσκι-Κόρσακοφ.
Η ιστορία
Τυχοδιώκτες από όλες τις γωνιές της υφηλίου συρρέουν στην παγωμένη Αλάσκα, όπου επικρατεί ο «πυρετός του χρυσού». Ανάμεσά τους κι ένας αλητάκος, ο Τσάρλι, που ψάχνει κι αυτός για χρυσάφι. Θα ζήσει πολλές απογοητεύσεις, θα ρισκάρει τη ζωή του, θα στερηθεί σχεδόν τα πάντα, θα συγκρουστεί με τους σκληροτραχηλους και άξεστους χρυσοθήρες της περιοχής, αλλά στο τέλος οι προσπάθειές του να αποκτήσει πλούτη και ευτυχία θα ευοδωθούν.
Δύο σκηνές από τον «Χρυσοθήρα» παραμένουν ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη των κινηματογραφοφιλων: το εορταστικό δείπνο με βραστό μποτάκι και η έξοχη χορογραφία με τα καρφωμένα ψωμάκια σε δύο πιρούνια (γνωστή ως «Oceana Roll Dance»). Σχολιαστές της εποχής αναφέρουν ότι, στην πρεμιέρα της ταινίας στο Βερολίνο, το κοινό, ασυγκράτητο, χειροκροτούσε φρενιασμένα, αναγκάζοντας τον μηχανικό προβολής να σταματήσει το φιλμ, να ξετυλίξει την μπομπίνα και να ξαναπαίξει τη σκηνή του χορού!

24.Ο φίλος μου και εγώ.Withnail and I (Bruce Robinson, 1987)

5l1SQe2QcsN_f-QVX4iAyQwbN-66hfYOxQNWJlwIOqno6HKoJHyLXUtypC0nwe1FqEmeUtisg-FCGp2AR-3CQUXXs3srE7yHWkLmwQeLg5knRkAH91w8-f7SujJofSW1FqtSujgW

Λονδίνο, τέλος δεκαετίας του ’60. Ο Withnail και ο Marwood, είναι δύο άνεργοι ηθοποιοί (που για να λέμε την αλήθεια, δεν έχουν την παραμικρή ελπίδα να προσληφθούν ποτέ σε παραγωγή) που ζουν σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Κάμντεν. Οι συνθήκες ζωής στο σπίτι αυτό, θα έκαναν κοινόβιο να μοιάζει με τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ, όποτε το δίδυμο, κουρασμένο από τις ατέλειωτες στοίβες με πιάτα, τη βρωμιά και την ακαταστασία, αποφασίζει να ξεκινήσει για ένα ειδυλλιακό(;) ταξίδι στην αγγλική εξοχή. Συγκεκριμένα, ο προορισμός τους είναι το εξοχικό του εκκεντρικού θείου του Withnail, Monty. Το σκηνικό στο εν λόγω μέρος μόνο για διακοπές δεν ενδείκνυται, με την ασταμάτητη βροχή να συμπληρώνεται από την παντελή έλλειψη φαγητού και τους κατοίκους τριγύρω να είναι ο ένας πιο περίεργος από τον άλλο. Σαν να μην έφτανε αυτό, η ικανότητα των δύο φίλων για ζωή στην εξοχή βρίσκεται σε βρεφικό επίπεδο και κάπου εκεί καταφθάνει ο θείος Monty για να σώσει την κατάσταση, αλλά το περίεργο ενδιαφέρον που δείχνει για τον Marwood δε βοηθάει ιδιαίτερα προς αυτή την κατεύθυνση.

Ο Μπρους Ρόμπινσον, στο παρθενικό του έργο,εν έτει 1987, παρουσιάζει μία ημίν αυτοβιογραφική ταινία εμπνευσμένη από την εμπειρία του ως άνεργος ηθοποιός που περιμένει εναγωνίως το τηλέφωνο να χτυπήσει.
Το Withnail & I απέκτησε καλτ στάτους σχεδόν άμεσα και φιγουράρει ψηλά στις περισσότερες λίστες με τις καλύτερες βρετανικές παραγωγές. Ο Richard Grant(αποκάλυψη) και ο Paul McGann είναι εξαιρετικοί στους ρόλους του πρωταγωνιστικού διδύμου και μοιάζουν να μην εγκατέλειψαν ποτέ το πλατό της ταινίας. Ο Richard Griffiths, σε μία από τις πιο εμβληματικές κινηματογραφικές του ενσαρκώσεις, τον θείο Monty, δείχνει πόσο σπουδαίος ηθοποιός ήταν.
Ο καλτ χαρακτήρας της ταινίας υποστηρίζεται υπέροχα από τις διατροφικές συνήθειες των πρωταγωνιστών, που κυρίως περιλαμβάνουν το κουαρτέτο καφές-χάπια-αλκοόλ-τσιγάρα και τις απέλπιδες προσπάθειες να τα εξασφαλίσουν καθημερινά. Ολοκληρώνοντας ας κλείσουμε με έναν πολύ σοβαρό προβληματισμό της ταινίας: «We’ve run out of wine! What are we going to do?”
Highlights: 1)Οι δύο πρωταγωνιστές που πίνουν καφέ από το μπολ της σούπας, 2)Ο Marwood να προσπαθεί να αποτρέψει τον Withnail από το να πιει υγρό μπαταρίας.

23.Το πάρτι.The Party (Blake Edwards, 1968)

ooKKpMcTtWNnlIHeNOFjH2s2Xhp6RkCjmpvX3uQvCvHc0K6m0chy6Vih1xfqPWwHjgceFIkxpHC8qRdzoftnrXlMz8ozMOILiQmEZKNV0BYOT01JzWMGXrK_zPoPrH6RmAxHDWAd

Ο Πίτερ Σέλερς τα κάνει γης Μαδιάμ, αυτός θα έπρεπε να είναι ο υπότιτλος της ανεπανάληπτης κωμωδίας που δεν είναι παρά ένα one-man-show του αστείρευτου βρετανού ηθοποιού. O μαέστρος της φάρσας εξάλλου, ο σκηνοθέτης Μπλέικ Έντουαρντς, είχε στα χέρια του ένα σενάριο μόλις 63 σελίδων, είχε όμως και τον Σέλερς στο πλευρό του, ο οποίος του γέμισε μια χαρά μισή ωρίτσα ακόμα με άπαιχτους αυτοσχεδιασμούς, φτάνοντας έτσι αυτά τα 99 λεπτά που ξεχείλιζαν γέλιο και πάλι γέλιο.

Ο Έντουαρντς ξεκινά την ταινία του σε χαμηλούς τόνους, με τους καλεσμένους να απολαμβάνουν το χαλαρό ποτάκι τους κάτω από τους ήχους της χαμηλής μουσικής και τον Σέλερς να κυνηγά το παπούτσι του στους καταρράκτες του σαλονιού. Πώς; Ναι, η τρέλα θα κλιμακωθεί προοδευτικά, καθώς για τα πρώτα 2/3 της ταινίας το φιλμ παραμένει επώδυνα κοντά στην πεζή πραγματικότητα της μεγαλοαστικής ψυχαγωγίας. Όταν ωστόσο το σαλόνι γεμίσει με σαπουνάδες και έναν ελέφαντα, το χάος δεν μπορεί πια να κρυφτεί! Ο Πίτερ Σέλερς είναι εδώ μια κινούμενη καταστροφή, τον οποίο έδιωξαν από μια ταινία γιατί κατέστρεψε το ντεκόρ και θα καταστρέψει επίσης και τη βίλα του παραγωγού. Όχι επειδή το θέλει, κάθε άλλο, έτσι είναι όμως η φύση του, ένας αδέξιος γκαφατζής που σμπαραλιάζει τα πάντα στο πέρασμά του και μάλιστα εν αγνοία του.
Τι είναι όμως αυτό που κάνει το πάρτι αριστουργηματικό; Αν πρέπει να το πούμε, ο αυτοσχεδιαστικός καταιγισμός του κορυφαίου κωμικού, που μας δείχνει πόσους πολλούς άσους κρύβει στο μανίκι του γέλιου του. Ο Σέλερς σε κάνει να γελάς με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο και το κάνει μάλιστα χωρίς να μιλά.
Το «Πάρτι» θυμίζει πολύ βωβή ταινία, βωβή κωμωδία, καθώς το γέλιο δεν προκύπτει από το αλισβερίσι της πρόζας αλλά από αυτά τα σπαστικά γκαγκς του άγαρμπου πρωταγωνιστή της. Είναι οι δικές του εκφράσεις, οι δικές του κινήσεις που τροφοδοτούν ασταμάτητα τον καλοκουρδισμένο μηχανισμό γέλιου του φιλμ, αφήνοντας τους διαλόγους σε δεύτερο και τρίτο επίπεδο. Και είναι πράγματι ένας εμπνευσμένος και ανείπωτα ξεκαρδιστικός φόρος τιμής στη βωβή κωμωδία, έχοντας έναν πυρακτωμένο Σέλερς στο τιμόνι της

Δεν είναι παραληρηματική κωμωδία, παραληρηματικός είναι μόνο ο πρωταγωνιστής της. Τον οποίο βρήκαν εξάλλου όλοι, ακόμα και όσοι δεν ενθουσιάστηκαν με το φιλμ, στην καλύτερη δυνατή του φόρμα. Και όλοι ξέρουμε τι μπορεί να κάνει ένας Πίτερ Σέλερς σε φόρμα! Τέτοια φόρμα που άφησε τον Μπλέικ Έντουαρντς να τον κινηματογραφεί για ώρες και ώρες, χωρίς πρόγραμμα γυρισμάτων ή σενάριο στα χέρια του, για να δει τι θα γίνει. Αυτό που έγινε είναι μια από τις διασκεδαστικό τερες ταινίες του κινηματογράφου, αλλά και μια παραγωγή που μόνο τότε και από κείνους συγκεκριμένα τους δημιουργούς μπορούσε να γίνει.Προσθέστε εδώ και την εξίσου αμίμητη μουσική του μόνιμου συνεργάτη του Έντουαρντς, Χένρι Μαντσίνι, αλλά και τις σκηνές του μεθυσμένου γκαρσονιού (που ερμηνεύει ένας γνωστός στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού τηλεοπτικός ηθοποιός) και έχετε έναν σωστό θρίαμβο του υποκριτικού αυτοσχεδιασμού. Εκεί που τα λόγια περιττεύουν δηλαδή, γι’ αυτό και στις πιο αστείες στιγμές του φιλμ απουσιάζουν ολότελα.
Δικαίως ο σκηνοθέτης του το θεωρούσε πάντα «ένα από τα πιο ριζοσπαστικά πειραματικά φιλμ στην ιστορία του Χόλιγουντ», όπως μας λένε οι βιογράφοι του (Peter Lehman και William Luhr), καθώς ο Έντουαρντς κρατήθηκε ηθελημένα σε δεύτερο πλάνο, αφήνοντας τον πρωταγωνιστή του να ξεδιπλώσει αυτό που είχε με τα καντάρια: το κωμικό του ταλέντο. Και ο Σέλερς γέμισε την οθόνη απ’ άκρη σ’ άκρη, στριμώχνοντας τη φρενήρη δραστηριότητά του σε 99 λεπτά και αφήνοντάς σε να μην ξέρεις πού να πρωτοεστιάσεις.

22.Φρανκενστάιν Τζούνιορ.Young Frankenstein (Mel Brooks, 1974)

Tj-0nThzB7tYkmP6a4ZgrFBHUOka0_CdBqPMMMuNMhr0vb-IDgqxkU2caGJZy_swnWeKh0hsbn8lqVvYAut3GQ-MuGPS8Bo3C57CG2bHwr0wIPOK9IuP9z8VzwTT6nK5xfolHQW5

Ένας νεαρός νευροχειρουργός κληρονομεί τον πύργο του παππού του, του φημισμένου Δόκτωρ Φρανκενστάιν. Μαζί με τον πύργο κληρονομεί τον καμπούρη υπηρέτη και την στρυφνή οικονόμο, που του δίνουν την έμπνευση να κάνει αυτό που έκανε ο παππούς του, να δημιουργήσει ζωή. Θα προχωρήσει στα πειράματά του και θα πετύχει. Μόνο που το τέρας που θα προκύψει δεν είναι σαν τα άλλα…Πέρα από μια σπινθηροβόλα παρωδία των ταινιών τρόμου, ο Μελ Μπρουκς φτιάχνει αξέχαστους κωμικούς χαρακτήρες (όπως ο γουρλομάτης και καμπούρης Ιγκόρ), αξιοποιεί την ασπρόμαυρη φωτογραφία και κάνει μια ντελιριακή κωμωδία, που ίσως είναι η καλύτερη δουλειά του. Η ωραιότερη σάτιρα ταινίας τρόμου. Μία θαυμάσια, καλοκουρδισμένη κωμωδία με εμπνευσμένες ατάκες και ανατροπές, δηλητηριώδες χιούμορ, και ανεπανάληπτους δευτερεύοντες χαρακτήρες. Τα περισσότερα από τα κομμάτια του εξοπλισμού του εργαστηρίου που χρησιμοποιήθηκαν είναι ίδια με αυτά που δημιούργησε ο Kenneth Strickfaden για την ταινία Frankenstein του 1931. Για να αντικατοπτρίσει περισσότερο την ατμόσφαιρα των παλαιότερων ταινιών ο Μπρουκς χρησιμοποίησε ασπρόμαυρη φωτογραφία, μια σπάνια επιλογή για εκείνη την εποχή.

Για πολλούς κριτικούς μία από τις δέκα πιο αστείες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ. Ο Τζιν Γουάιλντερ είναι πολύ καλός στον ρόλο του Frederick Frankenstein, υιού του γνωστού δόκτορα, αλλά την παράσταση από όλο το καστ κλέβει με χαρακτηριστική άνεση ο γουρλομάτης Igor (σπαρταριστός στον ρόλο του, ο μακαρίτης Βρετανός κωμικός Marty Feldman). Εξαιρετικός –και αγνώριστος– ο Jin Hackman στον σύντομο ρόλο του τυφλού ιερέα που δέχεται το Τέρας στην καλύβα του.
Το Young Frankenstein, είναι μια γοητευτική ταινία, τίποτε λιγότερο από μια κλασική κωμωδία που αντλεί το καλύτερο από όλους τους εμπλεκόμενους σε αυτήν. Κανένα από τα αστεία και τα λογοπαίγνια δεν έχει χάσει την χάρη του. Από μια καριέρα η οποία περιλαμβάνει μερικές από τις καλύτερες κωμωδίες που έγιναν ποτέ, αυτή η ταινία του Μελ Μπρουκς καταφέρνει να ξεχωρίσει.

21.Τα φώτα της πόλης.City Lights (Charlie Chaplin, 1931)

TE6iHgzSYiGoOaYjH7T2_DiKOTvI3LnWc4py73jydyQu0FAFu-zL-U5XPQHYq1w71Y14_Mk__pzz4kMRbzceMWnZaxxmVrzh90S9EZRJaP4ok53UyrsUhjuYSHuFNtQlLKd8K21m

Τα γυρίσματα της ταινίας «Τα φώτα της πόλης» άρχισαν τον Δεκέμβριο του 1928 και τελείωσαν τον Σεπτέμβριο του 1930, ενώ ήδη είχε σπαταλήσει έναν χρόνο με την επεξεργασία του σεναρίου. Συνολικά, ασχολήθηκε τρία χρόνια με την ταινία «Τα Φώτα της Πόλης» κυκλοφόρησαν ως ταινία του βωβού κινηματογράφου την περίοδο που οι υπόλοιπες αμερικανικές ταινίες είχαν ήχο και ομιλίες. Παρόλο που δέχτηκε πιέσεις από τους συνεργάτες του να συμπεριλάβει διαλόγους, εκείνος αρνήθηκε γιατί πίστευε πως στις ταινίες με ομιλίες ήταν μια μόδα που θα παρέλθει. Τους έδινε το πολύ τρία χρόνια ζωής. Παράλληλα, δεν ήθελε να καταστρέψει τον χαρακτήρα του «Τσάπλιν», ο οποίος για τουλάχιστον μια δεκαετία είχε αγαπηθεί από τον κόσμο χωρίς να τον έχει ακούσει κανείς. Οι ταινίες μέχρι τότε συνοδεύονταν από ζωντανή ορχήστρα. Στα «Φώτα της πόλης» ο Τσάπλιν αποφάσισε να ηχογραφήσει δική του μουσική, που είχε συνθέσει μαζί με τον Άρθουρ Τζόνστον. Η ταινία θεωρήθηκε αριστούργημα. Αναδείχθηκε ως μια από τις μεγαλύτερες καλλιτεχνικές και οικονομικές επιτυχίες του. Όπως φάνηκε άξιζε τον κόπο και τον χρόνο….
Ο Τσάπλιν ξόδεψε περίπου ενάμιση εκατομμύριο δολάρια για τα γυρίσματα της ταινίας, κυρίως γιατί απασχόλησε τους ηθοποιούς και το συνεργείο για σχεδόν 22 μήνες. Παρ’ όλα αυτά, τα έσοδα έφτασαν τα πέντε εκατομμύρια. Το εισιτήριο κόστιζε το διπλάσιο από τα εισιτήρια των ταινιών με ήχο και διαλόγους. Πίστευε πως αυτό που θα προσέλκυε τον κόσμο ήταν η υπόθεση και όχι η τεχνολογία της ταινίας. Το 1991 η Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου χαρακτήρισε την ταινία «Τα φώτα της πόλης’ ως «πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική». Οι κριτικοί τη χαρακτήρισαν ως μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Το 2007, το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε στην 11η θέση στη λίστα με τις 100 καλύτερες αμερικανικές ταινίες. Το 2008 ψηφίστηκε η πιο ρομαντική κωμωδία που έχει γυριστεί ποτέ. Δεν ήταν άδικα η αγαπημένη ταινία του Τσάπλιν….

20.Μπότες, σπιρούνια και καυτές σέλες. Blazing Saddles (Mel Brooks, 1974)

R-OyTam3OSd9b4aL3p59VGBY-WB2i7UNzry3Ll86ldJ6dmQx748WcY2wbba8ZqazFNSro0EBhWw_2hzbWzOwVTfO1abFB_3Maj5CsT2zUZVNLZ4ZTpxw_FcvHP_zRqgGuNyV5vwo

Η ταινία που έκανε ευρύτερα γνωστό τον Μελ Μπρουκς είναι μια τρελή κωμωδία που αντέχει στο χρόνο και από πολλούς θεωρείται ως η καλύτερή του, ανώτερη από το διάσημο πλέον “Φρανκενστάιν τζούνιορ”. Ένας σερίφης, μαύρος και πρώην εργάτης στα τρένα, σώζει μια μικρή πόλη από τις ορέξεις του κακού διευθυντή των σιδηροδρόμων, και ο θεατής βρίσκεται αντιμέτωπος με μία παρωδία γουέστερν, αλλά και μία ανατρεπτική σάτιρα, καθόλου χυδαία, με σουρεαλιστικό, διαβρωτικό χιούμορ, κοινωνικά σχόλια και ξεκαρδιστικές σκηνές με γκανγκ και λεκτικά αστεία.
Η ταινία είναι ένα καθαρόαιμο western, ένα είδος μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης εκείνης της περιόδου που όχι μόνο δεν χάθηκε, αλλά επιβίωσε και με μάλιστα με καθαρά καλλιτεχνικά κριτήρια . Πριν όμως την καταξίωση, έπρεπε να έρθει η αποδόμηση, και κανείς δεν αποκαλύπτει καλύτερο τον πυρήνα κάθε είδους από τον Mel Brooks, τον τρομερό σκηνοθέτη/σεναριογράφο/εραστή του κινηματογράφου, που μέσα από το πρίσμα της παρωδίας έχει ασχοληθεί και μιλήσει για τα πάντα, έχοντας πάντα στο νου του τους καταπιεσμένους και τους διωγμένους αυτής της γης.
Έτσι λοιπόν μέσα στην παράνοια της, πλημμυρισμένη από ένα ανθρώπινο χιούμορ που λείπει από τις σημερινές κινηματογραφικές κωμωδίες, η ταινία μιλά για τον ρατσισμό απέναντι στους μαύρους, τις γυναίκες και τους Ινδιάνους, την κυβερνητική αυθαιρεσία, την απληστία των τότε (και τώρα) μεγαλοεπιχειρηματιών και την μεταξύ τους διασύνδεση, όχι μόνο για εκείνη την εποχή αλλά και την σημερινή. Ταυτόχρονα, καταπιάνεται και με το ζήτημα της απεικόνισης όλων αυτών από το Hollywood, που είχε αναλάβει να ξαναγράψει την ιστορία, σβήνοντας εντελώς την εκμετάλλευση των μεταναστών και των σκλάβων από την αμερικάνικη παραγωγή και την «μεγάλη» φαντασιακή ιστορία της, την εποποιία της Άγριας Δύσης. Όλα αυτά δεν χάνονται κάτω από τους καλπασμούς, τις σφαίρες και τα κυνηγητά, τα απαραίτητα εξωτερικά χαρακτηριστικά ενός western αλλά εισάγονται στον βαθύτερο φλοιό της ταινίας από τους πρωταγωνιστές της.

19.Η γυναίκα πειρασμός.The Lady Eve (Preston Sturges, 1941) Χένρυ Φόντα

UkbVI_xjHS2DH1nqIW9DCR0B3mH8d7LXt1nQoON2cNn6iwZumvHQYGdjv5vRTjy5fHF4DUmSUzdTqK5vr-FtEX0naEXKSSEc2sLqBYNniTjjdOdkCRJyu7QjUUU2uOLRti6ilew1

Ο Τσαρλς “Χόπσι” Πάικ (Χένρι Φόντα), ένας μελετητής φιδιών και πλούσιος κληρονόμος μιας εταιρίας παραγωγής μπύρας, επιστρέφει στις Η.Π.Α. με το πλοίο μετά από ενός χρόνου διαμονή στον Αμαζόνιο. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, ενώ έχει απορρίψει όλες τις γυναίκες που τον πλησιάζουν προκειμένου να τον γοητεύσουν, ερωτεύεται την Τζιν “Γιουτζίνια” Χάρινγκτον (Μπάρμπαρα Στάνγουικ), κόρη ενός απατεώνα χαρτοπαίκτη (Τσαρλς Κόμπερν), που ταξιδεύει μαζί της. Η Τζιν χρησιμοποιείται από τον πατέρα της ως δόλωμα, προκειμένου να προσεγγίσει πλούσιους ταξιδιώτες και να τους κλέψουν στα χαρτιά. Η Τζιν όμως ερωτεύεται τον Τσαρλς κι όταν εκείνος της κάνει πρόταση γάμου, αποφασίζει να μην τον αφήσει να παίξει πια χαρτιά με τον πατέρα της. Ο Τσαρλς μαθαίνει όμως την αλήθεια και το ζευγάρι χωρίζει λίγο πριν φτάσει στην Αμερική. Η Τζιν είναι όμως αποφασισμένη να κατακτήσει ξανά τον Τσαρλς και σκαρφίζεται ένα κόλπο, με τη βοήθεια ενός απατεώνα του Σερ Άλφρεντ ΜακΓκλίναν Κιθ (Ερικ Μπλορ), που θα τη βοηθήσει να εισχωρήσει στην έπαυλη του Τσαρλς, που θα παρουσιαστεί στους γονείς του ως Αγγλίδα λαίδη Ιβ Σάντουιτς. Ο Τσαρλς παρά την αρχική του καχυποψία πάνω στην Αγγλίδα λαίδη, μετά από λίγο αρχίζει να πιστεύει πραγματικά ότι πρόκειται για διαφορετική γυναίκα από εκείνη που γνώρισε στο πλοίο και ξεκινά μια σειρά κωμικοτραγικών καταστάσεων.

Μία ακόμα κλασική σκρούμπολ κωμωδία από τον Πρέστον Στάρτζες, στην οποία φαίνεται ξεκάθαρα η άποψή του, ότι ο έρωτας είναι μια μεγάλη απάτη. Το σενάριο είναι γεμάτο από μοναδικές ατάκες, οι διάλογοι είναι γρήγοροι και πνευματώδεις, ενώ η υπόθεση αποτελεί μια παραλλαγή του αιώνιου ζητήματος της πάλης των δύο φύλων. Παρά την αυστηρότατη λογοκρισία της εποχής, ο Στάρτζες καταφέρνει να μας δείξει αρκετά σ’αυτήν του την ταινία. Με αρκετές αναφορές στη βιβλική ιστορία της πτώσης του ανθρώπου από τον Παράδεισο, τονίζει τη σεξουαλικότητα με έναν τρόπου που λίγοι σκηνοθέτες της εποχής εκείνης θα τολμούσαν.

18.Sherlock Jr (Buster Keaton, 1924)

xy808yApMae9wNvEwnXnF4O_jegvArHe5LiPWCaguwBADla712yP1kK8M7AyjPZj8btk818VrRgDeR3Z9WchTD6Jf0-YTu6O985jAnxwtxyIvYmpkLeuIVXb8_lY7ifkVwLDdCPH

Ο ιδιοφυεστατος, σχεδόν σαραντάχρονος τότε, Buster Keaton, έχοντας στα χέρια του την παραγωγή, την σκηνοθεσία, το μοντάζ και τον πρωταγωνιστικό ρόλο, γυρίζει μια κωμική ταινία “μεσαίου μήκους” η οποία έμελλε να μείνει κλασσική στο είδος της και να χαρακτηριστεί σαν ένα μικρό κινηματογραφικό διαμάντι.
Οι λόγοι που έκαναν το «Sherlock Jr.» να κερδίσει αυτόν τον χαρακτηρισμό είναι κατά πρώτον, το μεγάλο πλήθος πρωτότυπων για την εποχή κωμικών ευρημάτων (γκανγκ) και κατά δεύτερον το αριστουργηματικό μοντάζ.
Ο Buster Keaton, υπήρξε ένας από τους πρώτους και ίσως και ο μόνος από τους κινηματογραφιστές της εποχής του, που ασχολήθηκε και εξέλιξε σε τόσο μεγάλο βαθμό αυτό που στην κινηματογραφική γλώσσα αναφέρεται ως «γκαγκ συνεχούς τροχιάς» και είναι ένας συνδυασμός γρήγορης κινηματογράφησης κωμικοτραγικών καταστάσεων και ταχυτατου μοντάζ. Η εν λόγω ταινία αποτελεί ένα ιδανικό σημείο αναφοράς αυτής της μεθόδου καθώς τα πλάνα καταδίωξης που περιέχει -και όχι μόνο- εξελίσσονται με φρενήρεις και ακατάπαυστους ρυθμούς, σε σημείο τέτοιο μάλιστα, που οι ειδικοί της εποχής αναρωτιόντουσαν πως έχει γυριστεί.

Μία απ’ αυτές τις σκηνές είναι το σημείο κατά το οποίο ο ήρωας ανεβαίνει στην σκεπή ενός τρένου το οποίο βρίσκεται εν κινήσει, πηδάει από το ένα βαγόνι στο άλλο, μέχρι να τελικά να καταλήξει κάτω από τα ορμητικά νερά μια δεξαμενής. Η σκηνή αυτή έχει διάρκεια 40 δευτερολέπτων και μοιάζει με ένα μονοπλάνο τραβηγμένο από μία σταθερή κάμερα· σίγουρα όμως λόγω των μεγάλων δυσκολιών που περιέχει αποτελείται από περισσότερα πλάνα τα οποία έχουν μονταριστεί με εξαιρετικό τρόπο και μα δίνουν αυτό το άρτια οπτικό αποτέλεσμα (δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στο 1924, εποχή που τα σημερινά τεχνολογικά μέσα ήταν σχεδόν ανύπαρκτα).
Το 2012, κατετάγη στην θέση Νο61 στον κατάλογο των ταινιών με το καλύτερο μοντάζ όλων των εποχών, από τα μέλη της “Editors Picture Motion Guild”. ενώ αναμφίβολα, αυτό το “μικρό αριστούργημα”, θα έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης και για δεκάδες άλλους δημιουργούς.

17.Η γυναίκα με την λεοπάρδαλη.Bringing Up Baby (Howard Hawks, 1938)

vSMmfBJ57cOUPLVWxaux7uq7dTupgJP3-vBGIso-UXv-4QxmjM8DRoxc9xFYpj_SVAhbqjZBevBNPbIAnNqna9-5LD2lOAGTIrOPYzo36R4ZXl75Eem1hsHkTcYFg32334hTTEtY

Παλαιοντολόγος του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας της Νέας Υόρκης προσπαθεί επί τέσσερα επώδυνα χρόνια να συναρμολογήσει το σκελετό ενός βροντόσαυρου. Την παραμονή του γάμου του παραλαμβάνει το τελευταίο κόκκαλο που θα ολοκληρώσει το έργο του. Για κακή του τύχη όμως έχει βρεθεί στην παρέα μίας εκκεντρικής, ως και θεοπάλαβης, κληρονόμου, η οποία απαρτίζεται από ένα φοξ τεριέ που τρελαίνεται να θάβει κόκκαλα και μία… κατοικίδια βραζιλιάνικη λεοπάρδαλη, η οποία δραπετεύει.
Εχοντας μείνει στην ιστορία του σινεμά ως ο ορισμός του screwball comedy, η κυριολεκτικά ανατρεπτική κωμωδία του Χάουαρντ Χοκς («His Girl Friday», «The Big Sleep», «To Have and to Have not») είναι υπόδειγμα φάρσας που δεν στηρίζεται στ’ αλήθεια στην πλοκή της, όσο στον τρόπο που ο σκηνοθέτης της τρέχει καταιγιστικά τους ρυθμούς, φλερτάρει επίμονα με το παράλογο. Και δεν σταματά εκεί: ανεβάζει την ένταση της «αντιπαράθεσης» των ηρώων στα κόκκινα κι εμπιστεύεται το πρωταγωνιστικό ζευγάρι και τις υπέροχες διφορούμενες βιτριολικές τους ατάκες να παράξει το χρυσό αυτό υλικό που κάνει το κοινό να ξεχάσει το οικονομικό Κραχ που τους περιμένει έξω από την αίθουσα και για μιάμιση ώρα να παραδοθεί άνευ όρων στην μαγεία του old hollywood. Τότε, ή σήμερα.

«I Can’t Give you Anything but Love, Baby» τραγουδούν οι δύο εραστές στη λεοπάρδαλη, αλλά και στους εαυτούς τους. Και μπορεί να έχουν περάσει 73 χρόνια από την έξοδο της ταινίας, αλλά συνεχίζουμε να μην απαιτούμε τίποτα παραπάνω. Τουλάχιστον από το σινεμά.

 

16.Ο Μεγάλος Δικτάτωρ.The Great Dictator (Charlie Chaplin, 1940)

XU9CeUSYhz1um1FwnnAn0N3G-cO4uR8kGMGdHTp8_srR9yuODvpM1SQtZXt7MdWA5OGZ5q2Q-ussG2F2IpFQrnOEsSHh-9s0rln_CuwvX-4-O_D5ZLozuu_dJX8_ZF66BWIO_PZK

Ο Μεγάλος Δικτάτωρ δεν είναι μία ταινία που θα δεις και δεις ξανά και ξανά. Αλλά είναι μία ταινία που πρέπει ο καθένας να δει έστω και μία φορά. Όχι γιατί είναι καλλιτεχνικά σπουδαία, αλλά επειδή είναι ένα ανθρωπιστικό αριστούργημα. Εν έτει 1940 ο Chaplin καταρρίπτει κάθε μορφή ρατσισμού, σε μία περίοδο που ο φασισμός γνωρίζει τη μεγαλύτερη άνθηση. Και το κάνει με το πρόσωπο του μεγαλύτερου πρεσβευτή του. Η ταινία, ναι, δημιουργήθηκε παλιά, αλλά μόλις τη δεις αναρωτήσου, πόσο τελικά έχει παλιώσει; Αυτό που κάνει τόσο ισχυρή τη σάτιρα είναι η παιδικότητά της. Είναι η άρνησή της να δεχτεί το ναζισμό σαν κάτι άλλο πέρα από ένα εξωφρενικά κακόγουστο αστείο. Γελοιοποιώντας τις αντισημιτικές πολιτικές του κόμματος και υποβιβάζοντας τον Χίτλερ στο επίπεδο ενός κλόουν, «Ο μεγάλος δικτάτωρ» εκθέτει την παράλογη βάση του φασισμού και σκάει η φούσκα της αντιδραστικής μεγαλομανίας με εκκωφαντική οριστικότητα.Το αποτέλεσμα είναι μια εκπληκτική σάτιρα. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι ο Χίτλερ, ο Μουσολίνι και ο Φράνκο απαγόρευσαν την προβολή της.

15. Το Αδελφάτο των Ιπποτών της Ελεεινής Τραπέζης. Monty Python & the Holy Grail (Terry Gilliam and Terry Jones, 1975)

Sz3jStTzqPmJOMGuAIq1s3CPoU_VKcNALhqIVZ9RSMDb1ctbnuX1-CsdtTdEjUZ60t1b53OgJo-PQ2YUKdw2WXPm7VzDBdnxi4ycmWgeSk0Y8cIgLaB1GeCHke5h2LWN0DKlK96U

Η εκπληκτική, ευφυέστατη ομάδα των Monty Python, στην πιο ξεκαρδιστική τους, μεγάλου μήκους ταινία, το Holy Grail, αναλαμβάνει να κατακρεουργήσει τον θρύλο του Βασιλιά Αρθούρου και των Ιπποτών της Στρογγυλής (Ελεεινής ) Τραπέζης, στην αναζήτησή τους για το Άγιο Δισκοπότηρο. Οι Python, γνωστοί ήδη, στην Αγγλία για το καυστικό και γκροτέσκο χιούμορ τους, με το οποίο σχολιάζουν τα κακώς κείμενα και τις ανόητες συνήθειες της Βρετανικής κοινωνίας, από τη σειρά Flying Circus στο BBC, καταπιάνονται με τη Μεσαιωνική παράδοση. Διακωμωδώντας τα σκληρά μεσαιωνικά χρόνια και τους μύθους που τα ακολουθούν, την εποχή του 10ου Αιώνα μ.Χ, αποδεικνύουν περίτρανα, ότι τότε τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα απ’ ότι είναι τώρα. Από τους τίτλους αρχής ως και το αναπάντεχο, μοναδικό φινάλε της, η ταινία εγγυάται με τα σπαρταριστά της επεισοδια πως θα ξεκαρδιστείτε στα γέλια!

14.Ξαναπαντρεύομαι την γυναίκα μου.His Girl Friday (Howard Hawks, 1940)

WWWSPC2DNmspkcogUtyslo9PvhOL_1jLexEUpUXgwozXpMm5B0M-FSZlmbQ465fk1Ld1ftZycKX-N3ErNRLl3uoGtq7TwvLzI1BGR6rfuegYV62wFB1NX2Wv2N4mbPoDSt_IjyPG

Η Χίλντι τώρα πρόκειται να παντρευτεί έναν άντρα τελείως διαφορετικό: τον σοβαρό και μετρημένο Μπρους, άνθρωπο για σπίτι και οικογένεια, και να ζήσει κι αυτή μια ήρεμη και προγραμματισμένη ζωή ως σύζυγος και μητέρα, μακριά απ’ τους φρενήρεις ρυθμούς της δημοσιογραφίας και τον σκληρό κόσμο των εφημερίδων. Υπολόγισε όμως… χωρίς τον ξενοδόχο! Μόλις ο Ουόλτερ μαθαίνει για τον επικείμενο γάμο της, σκαρφίζεται ό,τι πονηριά μπορεί να φανταστεί για την αποτρέψει απ’ το να παντρευτεί, την ίδια στιγμή που «τρέχει» και μια μεγάλη είδηση: η εκτέλεση ενός καταδικασμένου εγκληματία. Ο Ουόλτερ σαμποτάρει κάθε κίνηση της Χίλντι και του καημένου Μπρους, ο οποίος περνάει διάφορες δοκιμασίες απ’ τις τρέλες του Γουόλτερ και παρασύρει τη Χίλντι για ν’ ασχοληθεί με αυτή την τελευταία μεγάλη είδηση και να κάνει το τελευταίο της ρεπορτάζ, ελπίζοντας να την ξανακερδίσει…
Αν ο Ερνστ Λιούμπιτς προσέφερε το άγγιγμά του στην προπολεμική κωμωδία τρόπων και το διέδωσε στην Αμερική, ο Χάουαρντ Χοκς έδωσε την απαραίτητη σφαλιάρα στο είδος και το ξύπνησε για τα καλά. Στην καρδιά του screwball, με τις φαρμακερές ατάκες και τον διάλογο-πολυβόλο, οι λεκτικές παρεξηγήσεις δίνουν και παίρνουν κι η σχέση των δυο φίλων με πρόσχημα τον θεσμό του γάμου απογειώνεται. Πρόκειται για τόσο καλή κωμωδία που ακυρώνει αυτόματα τον ξεπεσμό του είδος τα τελευταία χρόνια. Ο Χοκς εξερευνά και διασκεδάζει, ενώ ο Κάρι Γκραντ και η Ρόζαλιντ Ράσελ είναι δυο Στραντιβάριους συγχρονισμού κι εφευρετικότητας.

13.Να ζει κανείς ή να μην ζει.To Be or Not To Be (Ernst Lubitsch, 1942)

5wOKu9cPCfl5jL0AwxaWrjGp85b2PQAaYyRl0271hvxL-FXD77HMtlz46V69lJtrtTwhfDblhgt0tMteQw9SaErFCID6TKaRe5jA0jUehziWn9jqHRBBxx_xPZCFPoerJqnkPoPP

Η αντιπολεμική σάτιρα του σπουδαίου Ερνστ Λιούμπιτς με πρωταγωνιστές μεγάλους ηθοποιούς της εποχής (Κάρολ Λόμπαρντ, Τζακ Μπένι, Ρόμπερτ Στακ) σε επανέκδοση. Μία από τις 50 καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών σύμφωνα με το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
Δηκτική και πικρόχολη κωμωδία για την εισβολή των ναζί στην Πολωνία, το «Nα Ζει Κανείς Ή Να Mη Zει» έμελλε να στιγματιστεί από την τελευταία εμφάνιση της κωμικού Κάρολ Λόμπαρντ στη μεγάλη οθόνη.
Έτος 1939, παραμονές του Πολέμου όλων των Πολέμων. H Μαρία και ο σύζυγός της Τζόζεφ κάνουν πρόβες με τον θίασο τους στη Βαρσοβία για μια σάτιρα με τίτλο «Γκεστάπο». Η κυβέρνηση αποφασίζει την απαγόρευση της παράστασης υπό τον φόβο να δυσαρεστηθεί ο Χίτλερ και ο θίασος ανεβάζει τελικά τον «Άμλετ» του Σαίξπηρ. H Mαρία όμως διατηρεί μια κρυφή ερωτική σχέση με τον εμφανίσιμο πιλότο Στανισλάβ, με τον οποίο βρίσκεται την ώρα που ο Τζόζεφ ερμηνεύει τον μονόλογο του Άμλετ. Οταν οι ναζί τελικά εισβάλλουν στην Πολωνία, το ερωτικό τρίγωνο μεταλλάσσεται σε κατασκοπικό, με την κοινή αποστολή να σταματήσουν έναν προδότη πριν αυτός καταδώσει ονόματα αντιστασιακών στην Γκεστάπο.
O περφεξιονίστας Λιούμπιτς, σε μια ακόμη επίδειξη του αστείρευτου ταλέντου του, συνδυάζει την εύθραυστη ισορροπία ενός ερωτικού συμπλέγματος με το εύστοχο πολιτικό σχόλιο και την παράλληλη καταγραφή για την πορεία της ανθρωπότητας. Να ζει!

12.Μοντέρνοι καιροί.Modern Times (Charlie Chaplin, 1936)

3H1suEBf6B2emsOVOWQ5SZyKFJQJPxqVkCRaXU0fyKvkU9ReCFMu2MZZbzhiwVuptf5CysZCxwcXtp2AkWRG4gTlb_qjZnshpZraH1DuTCin1_cYm7DAJOylCrDAS7MlzvRuLs7R

Οι Μοντέρνοι Καιροί, το συνταρακτικό και προφητικό αριστούργημα του Τσάρλι Τσάπλιν είναι μια από τις καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών.
Κοινωνική κριτική, σουρεαλισμός, ανθρωπισμός και ψυχαγωγία συνυπάρχουν μοναδικά στην ταινία μαζί με υπέροχα ενορχηστρωμένες κωμικές σκηνές ανθολογίας. Οι Μοντέρνοι Καιροί θα αποτελέσουν την ευφυή και προφητική παρακαταθήκη του Τσάρλι Τσάπλιν πάνω στην παράνοια της σύγχρονης κοινωνίας και της τεχνολογικής προόδου, που παραμένει μέχρι σήμερα, τραγικά επίκαιρη.
Στην υπόθεση, ο Τσάπλιν είναι ένας εργάτης φάμπρικας που προσπαθεί να συγχρονιστεί με τη γραμμή παραγωγής σφίγγοντας βίδες, ενώ το τυραννικό αφεντικό του παρακολουθεί το προσωπικό μέσα από μόνιτορ σαν άλλος «Μεγάλος Αδελφός». Όταν συναντάει και ερωτεύεται μια ορφανή κοπέλα του δρόμου, οι δυο τους ονειρεύονται μια πιο όμορφη και ήρεμη ζωή μακριά από τον αστικό εφιάλτη της μοντέρνας βιομηχανικής κοινωνίας, όμως μια σειρά από ατυχή αστεία; περιστατικά τον καθιστούν διαρκώς παρεξηγημένο και κυνηγημένο.

11.Ο μεγάλος Λεμπόφσκι.The Big Lebowski (Joel and Ethan Coen, 1998)

QXDbV-jQN0X-0SaQVCpWU3PFEDjiKfVNMciJzbcgCLT5AuJW_BwVwtpibSROAJltU29uQ_7EHp_ht6pKkfN2YtGkui11klolhTRrxMJo0RUvlag9TwILlT3WdkEgiZm108-62M_u

Ο Λεμπόφσκι (Τζεφ Μπρίτζες), ένας άνεργος χίπης και ο φίλος του Γουόλτερ (Τζον Γκούντμαν), πρώην βετεράνος του Βιετνάμ, προσπαθούν στα διαλείμματα ενός τουρνουά μπόουλινγκ να ξεδιαλύνουν την υπόθεση μιας απαγωγής, ενός κατουρημένου χαλιού και της συνωνυμίας μ’ έναν διάσημο εκατομμυριούχο.
Ο Λεμπόφσκι, αναγκάζεται να παραδώσει τα λίτρα, ώστε ένας εκατομμυριούχος με το ίδιο όνομα, να πάρει πίσω τη γυναίκα του. Το σχέδιο δεν πετυχαίνει καθώς ο φίλος του αποφασίζει να κρατήσει τα λεφτά…

Τον Φεβρουάριο του 1998 – δύο μόλις χρόνια μετά το αριστουργηματικό «Fargo» – κυκλοφορούσε στις Κινηματογραφικές Αίθουσες η έβδομη μεγάλου μήκους ταινία των αδερφών Κοέν: «Ο Μεγάλος Λεμπόφσκι» (The Big Lebowski). Οι πρώτες εντυπώσεις δεν ήταν θετικές και παρά το γεγονός ότι το φιλμ παρουσιάστηκε στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ του Βερολίνου, ο «Μεγάλος Λεμπόφσκι» δεν απέσπασε ποτέ κάποιο αξιόλογο βραβείο.Σταδιακά όμως η ταινία κατάφερε να κερδίσει την προσοχή τόσο των κριτικών, όσο και του κοινού. Το εξαιρετικό καστ – Τζεφ Μπρίτζες, Τζον Γκούντμαν, Τζούλιαν Μουρ, Στιβ Μπουσέμι, Τζον Τορτούρο, Μπεν Γκαζάρα, Σαμ Έλιοτ – η αξέχαστη μουσική του Κάρτερ Μπέργουελ, οι κλασσικές σκηνές και επικοί διάλογοι, είχε σαν αποτέλεσμα η ταινία των Κοέν να καθιερωθεί γρήγορα ως ένα γνήσιο cult δείγμα γραφής του αμερικανικού κινηματογράφου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το φιλμ φιγουράρει με άνεση ανάμεσα στις 250 πιο δημοφιλείς ταινίες όλων των εποχών – σύμφωνα με το IMDB (Internet Movie Data Base), ενώ αξίζει να σημειώσουμε πως το 2014, η Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, πρόσθεσε στο National Film Registry, την ταινία χαρακτηρίζοντας την ως: «πολιτιστικά, ιστορικά, και αισθητικά σημαντική».

10.Ο Στρατηγός.The General (Clyde Bruckman and Buster Keaton, 1926)

UtOCHI2SSPTi6sx-fsmnbnreo_U4Xv6nU-IWrS5Vnc1pfhyjrcqxkWgHW7DVe5i5STcn5pyjM8CQEJOsvPnBGsKXu-1t3wXTRr_RZouZT7C75NN9fl_m3TAGB0fb02OCzwyhbRpq

Ενα πραγματικό αριστούργημα, ένα ευφυέστατο έργο τέχνης που καταφέρνει να μπλέξει επιτυχώς το γέλιο με την αγωνία και την δραματική ένταση. Αναφερόμαστε στην ταινία “Στρατηγός” η οποία έχει να κάνει με την ιστορία ενός μηχανοδηγού τρένου, του Τζόνι, κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, ο οποίος θα επιδοθεί σε ένα τρελό κυνηγητό όταν του κλέβουν τις δύο μεγάλες αγάπες του: την Άναμπελ και την ατμομηχανή του (που την ονόμαζε The General). Η χρήση των γκαγκ και η χορογραφική αρμονία αγγίζουν την τελειότητα. Ο Κίτον κατάφερε να φτιάξει ένα έργο που θα μείνει διαχρονικό για το καθαρό του χιούμορ, το ξεκάθαρο νόημα του αλλά και για τις σκηνοθετικές του πρωτοτυπίες. Το γέλιο βγαίνει αβίαστα και στον σύγχρονο θεατή που δεν θα τον ξενίσει καθόλου η έλλειψη ήχου. Ο Μπάστερ Κίτον είναι μία από τις σημαντικότερες μορφές όχι μόνο της κωμωδίας αλλά και ολόκληρου του κινηματογράφου. Η συγκεκριμένη ταινία εμφανίζεται σε πολλές λίστες ανάμεσα στις σημαντικότερες στην ιστορία. Η εφευρετικότητα του Κίτον, η σκηνοθετική του ιδιοφυΐα, ο έξυπνος τρόπος παρουσίαση των οπτικών γκανγκ, η ευρηματική του ματιά αλλά και το βάθος του χιούμορ του χαράζουν μία για πάντα την ποιότητα του φιλμ. Είναι ανώφελο να μπούμε σε μία διαδικασία σύγκρισης, αλλά αν υπάρχει κάποιος που θα μπορούσε επάξια να σταθεί δίπλα στον Τσάρλι Τσάπλιν, τότε αυτός είναι ο Μπάστερ Κίτον. Και αν υπάρχει μία ταινία ίσης αξίας με τους Μοντέρνους Καιρούς ή τον Μεγάλο Δικτάτορα, τότε σίγουρα αυτή είναι “Ο στρατηγός”!

9.Κατά φαντασία Ήρωες.This Is Spinal Tap (Rob Reiner, 1984)

7aWPXnBgKfJ3y_ULMPfYd9diZb6lPAbI_g17ZVwNWlWRCsJezPI3tEO2sW5pDKHF8LZxi3JF-R1DK3lwvY--8wLcRo2vYR4a_T0h6db5ADqPeNsewAEQvtym57JKRyVdTgFqTtBt

Το επικό δημιούργημα, του οποίου το εγκώμιο ακολουθεί παρακάτω, αποτελεί μια από τις πιο καλόγουστες «φάρσες» του παγκόσμιου σινεμά. Συνάμα είναι και ένας αλλόκοτος, πρωτάκουστος και εντελώς ξεκαρδιστικός ύμνος στην «ελαφρότητα» που κυκλοφορούσε (και κυκλοφορεί) αμέριμνη στο Rock’n’Roll περιβάλλον των ‘80 ’s (και δώθε).

Πάρα πολλές είναι οι αναφορές στην τότε ροκ σκηνή η οποία με τη σειρά της εμφανίζει μετέπειτα έντονες και σαφείς επιρροές από αυτό το φιλμ. Αν και δεν είναι το πρώτο mocumentary που υπήρξε ποτέ στην ιστορία, είναι κατά κοινή ομολογία αυτό που εδραίωσε το κινηματογραφικό αυτό είδος. Είναι μάλιστα τόσο ξεχωριστή ταινία, που είναι η μοναδική η οποία δεν έχει βαθμολογηθεί στην κλίμακα του 10 στο IMDB, αλλά στην κλίμακα του 11… Υπάρχει “σοβαρός” λόγος γι’ αυτό. This Is Spinal Tap, όπως λέμε: This Is Rock’n’ Roll (Mocking Itself). Tο φιλμ είναι μια από τις πιο αγαπημένες και αξιοσέβαστες «βλασφημίες» του σινεμά. Συμπυκνώνει μέσα σε μιάμιση ώρα ένα μικρό μεγάλο σύμπαν, ένα ιδιαίτερο αλλά και τόσο οικείο σε όλους μας σύμπαν, με τον ιδανικότερο τρόπο: το Rock’n’Roll σατιρίζεται. Και σατιρίζεται εκ των έσω, γιατί κανείς μα κανείς άλλος δε θα μπορούσε να κάνει τέτοιο καλύτερα από το ίδιο το Rock’n’Roll…

8.Playtime (Jacques Tati, 1967)

Mi1iiLRWetk-le-yuSs9KF495pSsLnxIAyDKxooSzRKmcfq2X0fOnRcYj2MwQoISl6nL9uK2uWmtHFusRxJDu4QL5g7pVUZw8lu1_9r8XEP3cGC3NsE2JdHeO9EiRrGo5CLaGAsM

Η ταινία αποτελεί μια περιπλάνηση με όχημα την διακριτική ειρωνεία και το γεμάτο γαλατική ευγένεια χιούμορ, στους χώρους μίας σύγχρονης μεγαλούπολης. Με αφετηρία το αεροδρόμιο του Παρισιού, όπου ένα γκρουπ αμερικανών τουριστών καταφθάνει για την συνήθη τουριστική περιήγηση, ο σκηνοθέτης περιπλανιέται στην σύγχρονη μεγαλούπολη. Το βλέμμα του, ειρωνικό και αποστασιοποιημένο απέναντι στον παραλογισμό του μοντέρνου πολιτισμού, καταγράφει την μεταμόρφωση του χώρου: η παράδοση και η παλιά πόλη έχει μετασχηματιστεί σε μια συγκέντρωση όγκων τσιμέντου και γυαλιού, στην μοντέρνα πόλη. Οι μηχανές και η σχέση των ανθρώπων μαζί τους, η κίνηση της ανθρώπινης μορφής μέσα στον χώρο, η απουσία του διαλόγου (ο λόγος υπάρχει μόνο ως ήχος) και η δημιουργία ενός ηχητικού περιβάλλοντος που υπογραμμίζει και επιτείνει την δύναμη της εικόνας αποτελούν κεντρικά στοιχεία της σκηνοθετικής γραμμής.
Θεωρούμενη, όχι άδικα, ως το αριστούργημα του Tati η ταινία απαίτησε από τον δημιουργό της σχεδόν μια δεκαετία προετοιμασιών. Η δαπανηρή κατασκευή των σκηνικών (για τις ανάγκες της ταινίας κατασκευάστηκαν δύο πολυκατοικίες και το στούντιο ονομάστηκε Tativille) και η ψυχρή υποδοχή που επιφυλάχθηκε στην ταινία (προβλήθηκε το 1967) οδήγησαν τον δημιουργό της στην χρεοκοπία. Όμως η ταινία παραμένει, 35 χρόνια μετά, μια απόδειξη της σκηνοθετικής του ιδιοφυΐας: στις εικόνες της ο Tati, με μέσο το κωμικό, συλλαμβάνει και εκφράζει το πνεύμα των καιρών, το κενό της σύγχρονης ζωής, το αδιέξοδο του μοντέρνου πολιτισμού.

7. Μια Απίθανη… Απίθανη Πτήση. Airplane! (Jim Abrahams, David Zucker and Jerry Zucker, 1980)

WPM04HUaPjQaAEaunvmfyGk3fRNqBfuOMHlskPJSs2vtj-DJ-vSsNIBJOA3UsGYHUWTwzeFY_vipM7hfv5oykbXVobBrBeMhSvbe_ryrWJRRaYqfjh8Ia4ACdTU_u1BaiHo91LIk

Η δεκαετία του ’70 ηταν για το Hollywood η δεκαετία της καταστροφολογίας. Σεισμοί, κομήτες, πυρκαγιές, τίποτα δεν έμεινε όρθιο απο τη “καταστροφική μανία” των παραγωγών. Και φυσικά τα αεροπλάνα δεν ήταν η εξαίρεση. Τρανό παράδειγμα η σειρά ταινιών “Airport” με διάφορα αεροπλάνα να μπλέκουν σε απίστευτους μπελάδες ( και συνήθως να καταστρέφονται φυσικά ). Το “Airplane” αν και δεν αποτελεί τη πρώτη ταινία των αδελφων Zucker και Abrahams ( το γνωστό σκηνοθετικό τρίδυμο “ZAZ” ), θεωρείται το κορυφαίο έργο τους, και πιθανώς η κορυφαία “Αμερικάνικου” τύπου κωμωδία όλων των εποχών. Σε αναγνώριση μάλιστα της ιστορικής αξίας της ταινίας το Αμερικανικό κογκρέσο έχει αποφασίσει τη διατήρηση της ως εθνικό θησαυρό στα αρχεία του έθνους.
Στο εργο πρωταγωνιστει ο Robert Hays στο ρόλο του Ted Striker, ο οποίος, βετεράνος πιλότος του …. Β ΠΠ, πρέπει να πιλοτάρει το αεροσκάφος όταν μείνει ακυβέρνητο επειδη το πλήρωμα του πιλοτηρίου έφαγε ψάρι! Επίσης πρωταγωνιστούν οi Peter Graves ( επικίνδυνες αποστολές ) στο ρόλο του κυβερνήτη Οβερ, ο Kareem Abdul-Jabbar ( μεγάλο αστέρι του NBA ) στο ρόλο του συγκυβερνήτη Ρότζερ, o Leslie Nielsen ( τρελές σφαίρες ) στο πρώτο κωμικό ρόλο της καριέρας του ως γιατρός Rumack, ο Lloyd Bridges στο ρόλο του διευθυντή αεροδρομίου McCroskey, και η Julie Hagerty, στο ρόλο της αεροσυνοδού Elaine, η οποία είναι και το “αίσθημα” του Striker… Το έργο είναι παρωδία των ταινιών καταστροφής της εποχής, και σαν κωμωδία είναι βασισμένη στη φάρσα και στη διαστρέβλωση του νοήματος με κωμικό χαρακτήρα… παράδειγμα φράσεις όπως “surely you can’t be serious” – “i am serious, and don’t call me shirley!”, είναι συχνά φαινόμενα στη ταινία. Το στυλ του χιούμορ αυτού, θα επαναλαμβάνεται και στο μέλλον και σε άλλα έργα των “ΖΑΖ”, η και μιμητών τους, άλλα σπάνια με τη ίδια επιτυχία οπως στο “Airplane”. Το έργο έγινε επιτυχία, και έτσι είχε και συνέχεια με το “Airplane 2” το οποίο όμως αν και αυτό είναι πολύ αστείο, και καλό σαν κωμωδία επίσης, αντιγράφει πολύ το πρώτο και δεν είναι του ίδιου επιπέδου.

6.Ένας προφήτης μα τι προφήτης. Life of Brian (Terry Jones, 1979)

8xEvd6Fl1s-5vtmm15-DE_ZV-qHR1hYrvd6K8Rt5Vo4biX2gBzW6P3J300h2QQfJszVq_zdBVRNEf2gpliSBIhoosSbJ3Af4uNTO8XqQ9SOU8PBb3YeybgGl9YlH6aNmXkLJQwKy

Η ταινία αποτελεί το αριστούργημα των Monty Python, η πιο ολοκληρωμένη από κάθε άποψη στιγμή του ιδιότυπου μείγματος σουρεαλισμού και αιχμηρότητας στο χιούμορ με έναν δημιουργικό ερασιτεχνισμό στη σκηνοθεσία, τα εφέ και τους ηθοποιούς. Οι έξι ηθοποιοί μέλη των Monty Python υποδύονται όλους τους βασικούς ρόλους, με τα ίδια πρόσωπα να εναλλάσσονται ως εκατόνταρχοι και ηγέτες της αντίστασης με τον John Cleese στην πιθανώς κορυφαία στιγμής της καριέρας του και τον Graham Chapman στο ρόλο του Brian. Η προχειρότητα, που χαρακτήρισε το Holy Grail και έδωσε το κορυφαίο αστείο με τις καρύδες που αντικαθιστούν τα άλογα, διατηρείται στο Life of Brian.
Ενισχύει την αίσθηση του κιτς και της παρωδίας των ταινιών εποχής που πάσχιζαν να μείνουν πιστές και στην τελευταία λεπτομέρεια στην αναπαράσταση της εποχής. Ταυτόχρονα, οι Monty Python διαλέγουν την Τυνησία για τα γυρίσματα και επαναχρησιμοποιηθούν τα σκηνικά του Franco Zeffirelli από τον «Ιησού από τη Ναζαρέτ». Παρά το γεγονός ότι έχουν επιλύσει σε μεγάλο βαθμό το χρηματικό ζήτημα σε σχέση με τις δύο προηγούμενες ταινίες τους, αργότερα θα παραδεχτούν ότι η ταινία δεν θα έβγαινε ποτέ χωρίς τη σημαντική οικονομική υποστήριξη του George Harrison των Beatles.

Tο Life of Brian αποτελεί, ταυτόχρονα, την πιο ευχάριστη και την πιο διορατική στιγμή της ομάδας των Βρετανών κωμικών. Κέρδισε τη φήμη του, μεταξύ άλλων, και χάρη της κόντρας με εκκλησίες και πολιτικούς φορείς που επιδίωξαν να την απαγορεύσουν. Όμως η δυναμική της σάτιρας της δεν εξαντλείται στα θρησκευτικά ζητήματα. Αποτελεί τη διέξοδο από τα κινηματογραφικά και αισθητικά κλισέ του ορθόδοξου Πάσχα αλλά και από έναν τρόπο σκέψης και ζωής που αγκιστρώνεται σε μεσσίες και σωτήρες. Κι αν το μήνυμα της ταινίας σας φαίνεται απαισιόδοξο, αν φοβάστε ότι σας οδηγεί στον κυνισμό, μην φοβάστε. Always look on the bright side of life…

5.Σούπα πάπιας.Duck Soup (Leo McCarey, 1933)

K88qGPNNhU972l-UIXAysp215pz7rBMQY_QEEMPZc-H2RavKb2S49CDv9dWS6EZqoQ70_Bu1kjhq0h7L9JlogjIMoT-KcCqRTDzmEWC8qAfs0L-ZY1Dr9X7ol_TkXRSCXBUPldre

Η “Σούπα Πάπιας” θεωρείται σήμερα το κορυφαίο τους αριστούργημα αν και την εποχή που κυκλοφόρησε δεν έτυχε της δέουσας προσοχής. Αυτή είναι και η κατάρα των πρωτοπόρων. Επειδή είναι πολύ μπροστά απ’ την εποχή τους, λανθάνουν ευρείας αναγνώρισης και μέλλεται να τους [ξαν]ανακαλύψουν οι επόμενες γενιές. Οι αυτοσχέδιοι διάλογοι φτάνουν στα όρια της λεκτικής αναρχίας, η αντιπολεμική τους σάτιρα τσακίζει κόκαλα. Απ’ όλες τις κωμωδίες των αδερφών Marx, η «Σούπα πάπιας» δεν είναι μόνο, μαζί με το «Μια νύχτα στην όπερα», η πιο τρελή και πιο αναρχική ταινία τους, αλλά και η μόνη στην οποία είχαν για σκηνοθέτη έναν πραγματικά μεγάλο δημιουργό, τον Λίο Μακ Κάρεϊ, σκηνοθέτη εξειδικευμένο στην κωμωδία, με μεγάλη θητεία στο σλάπστικ.
Σύμφωνα με το σενάριο της ταινίας, ο Groucho παίζει τον δικτάτορα της Φριντονια με το όνομα Ρούφους Φαιρφλαι, προστάτιδα του οποίου είναι η ευκατάστατη κυρία Τίσντεϊλ. Την τελευταία υποδύεται η Margaret Dumont, που για άλλη μια φορά συναντάμε στο ρόλο του θύματος που καλείται να υπομένει καρτερικά την προσβλητική συμπεριφορά του Groucho. Τα πράγματα όμως περιπλέκονται όταν ο πρεσβευτής της Σιλβάνια, ο Τριντίνο, ο οποίος θέλει να θέσει τη Φριντόνια υπό τον έλεγχό του, προσλαμβάνει ως κατασκόπους του τους Harpo και Chico. Αυτή η πλοκή, αν και υποτυπώδης, αποδεικνύεται ικανή να στηρίξει μερικές από τις καλύτερες κωμικές σεκάνς που γυρίστηκαν ποτέ.
Κάθε κωμωδία των αδερφών Marx είναι κι ένα διαμάντι γεμάτο σουρεαλισμό, ανατρεπτικό, αναρχικό χιούμορ που σε περνάει στην άλλη πλευρά της κοινωνίας μας, μια πλευρά απελευθερωμένη από ταμπού, από κάθε φόβο, από κάθε φραγμό που βάζει τροχοπέδη στη φαντασία.

4.Η μέρα της μαρμότας.Groundhog Day (Harold Ramis, 1993)

Qy6A7xg3wETPUNN5pd_TQwXbL4bLphNDjqI7Uz0IkiexJbycGucdAZ967xSpB1LEO27Fis-PsJc1P7EnRDNrSaP0k9rfOHZMNYQ5zi6KvJry9qKiujk9-37K9lyczA0j-SRoA9wx

Ο Φιλ είναι ένας εγωκεντρικός μετεωρολόγος ο οποίος έχει σταλεί για ανταπόκριση ενός εθίμου σε κάποιο χωριό της Αμερικής. Το έθιμο είναι το εξής: αν η μαρμότα βγει απ’την φωλιά της και κοιτάξει τον ήλιο, τότε έρχεται η άνοιξη, αν όχι, ο χειμώνας θα κρατήσει για ακόμα δύο μήνες. Σ΄ αυτό το βαρετό σκηνικό ο Φιλ μπλέκει σε κάτι πολύ χειρότερο. Κοιμάται και ξυπνάει την ίδια μέρα, στην ίδια πόλη, την ίδια ώρα χωρίς να μπορεί να ξεφύγει! Ζει ξανά και ξανά την μέρα της μαρμότας! Η μέρα της μαρμότας θεωρείται-δίκαια- μία από τις πιο έξυπνες κωμωδίες. Ένα τόσο απλό σκηνικό, δηλαδή η επανάληψη μίας ημέρας, γίνεται τόσο ευφάνταστα διαχειρίσιμο από τον Harold Ramis που απολαμβάνεις με μεγάλη ευχαρίστηση την μιάμιση ώρα ταινία. Ο Bill Murray για μία ακόμα φορά σοβαρός στον ρόλο του, τον προσεγγίζει με σεβασμό και αποσπά τις καλύτερες κριτικές για το παίξιμο του.
Αυτός ο μουντρόχος και κακιασμένος μετεωρολόγος μπλέκει σε μία πολύ παράξενη ιστορία. Βιώνει ξανά και ξανά την ίδια μέρα. Και όχι οποιαδήποτε μέρα και σε οποιοδήποτε τόπο! Την ημέρα της μαρμότας, την μέρα δηλαδή ενός εθίμου κάπου σε κάποιο κουτσοχώρι των ΗΠΑ που όλοι στρέφουν το βλέμμα τους σε μία μαρμότα (κάποιο είδος νιφίτσας) και περιμένουν αν θα αναγγείλει τον ερχομό της άνοιξης ή θα υπομένουν ακόμα δύο μήνες βαρυχειμωνιάς. Κρύος, βαρύς καιρός, κρύοι, βαρείς άνθρωποι. Πόσο να αντέξει ένας άνθρωπος σε αυτές τις συνθήκες;
Ο Φιλ ανυπομονεί να τελειώσει με το ανούσιο ρεπορτάζ του και να γυρίσει στην καθημερινότητα του. Η μέρα όμως που ξημερώνει τον γυρνά και πάλι στα ίδια και στα ίδια. Δεν μπορεί να ξεφύγει από την μίζερη του καθημερινότητα του μικρού χωριού. Παγιδευμένος σε ένα χώρο που δεν του αρέσει, δίπλα σε ανθρώπους που δεν συμπαθεί (και δεν τον συμπαθούν), έχοντας επωμιστεί με μία δουλειά που βαριέται να φέρει εις πέρας πρέπει να βρει να κάνει κάτι για να περάσει ο καιρός ευχάριστα. Και τι πιο όμορφο και δημιουργικό από το να κερδίσει μία γυναίκα;
Μήπως όμως όλο αυτό το σκηνικό μας θυμίζει κάτι; Μήπως η ζωή του σύγχρονου ανθρώπου είναι μία επανάληψη της χθεσινής μέρας; Μήπως η ρουτίνα μας κάνει να βλέπουμε την ζωή μας σαν μία ατέλειωτη μέρα της μαρμότας; Ο Φιλ αντιλαμβάνεται γρήγορα ότι δεν γίνεται να κάνει αλλιώς και ξεκινά να απολαμβάνει αυτή την επανάληψη. Μαθαίνει απ’ αυτήν καινούργια πράγματα. Ξαφνικά η μίζερη ζωή του αποκτά ενδιαφέρον. Το μικρό χωριό που έχει εγκλωβιστεί του προσφέρει χιλιάδες ευκαιρίες καλοπέρασης, κρύβει πολλά όμορφα μυστικά, έχει μία υποβόσκουσα ομορφιά που δύσκολα θα παρατηρούσε αλλιώς. Έχει όμως και κάτι που τόσο καιρό πριν δεν έδινε πολύ σημασία. Έχει ανθρώπους! Και αυτοί οι άνθρωποι πέρα από την σκληρή τους φορεσιά κρύβουν όμορφα πράματα μέσα τους. Για να τα βγάλουν και να πάρεις απ’ αυτά πρέπει πρώτα και κύρια να περάσεις χρόνο μαζί τους, να τους μάθεις.
Αυτή η σπουδή πάνω στο θέμα του χρόνου δραπετεύει από τα στενά όρια των φιλοσοφικών λογικών και της επιφανειακής προσέγγισης και φτιάχνει έναν μικρόκοσμο που η κάθε προσωπικότητα νοείται ως μία σημαντική ευκαιρία γνώσης και μία πηγή καινούργιων συναισθημάτων που υπό άλλες συνθήκες ο Φιλ θα αγνοούσε. Τι υπάρχει γύρω μας και δεν έχουμε δει ή εκτιμήσει; Μήπως να αρχίσουμε να ψάχνουμε για σπουδαία πράγματα μέσα στην μίζερη καθημερινότητα μας; Μήπως η ζωή μας γίνεται μία ακόμα Μέρα της Μαρμότας; Καταλήγοντας, η ταινία αποπνέει ένα αίσθημα αισιοδοξίας μέσα από σπιρτοζικος διαλόγους, ευφάνταστες ατάκες, έξυπνο χιούμορ, πρωτότυπο σενάριο (απ’ τα καλύτερα που έχουν γραφτεί), ρομαντισμός, μία παραμυθένια αίσθηση, όμορφες και μετρημένες εμπειρίες και πάνω απ’ όλα μία καινούργια ματιά στην καθημερινότητα με το ξεκίνημα κάθε μέρας-σεκάνς!

3.Νευρικός εραστής.Annie Hall (Woody Allen, 1977)

HNWQ9fdWomeWiuXNCalk9GPxrNORLi_QsHasTQZllTbb85fsS5meAn_jxebCcL3uiWLTk7pRxtAizmdN9KO-yyNY_fvTiimrUHw-vziMM6zdD2v-gmBF6JGcisp6zXVh9oh9ZQLb

Με το Annie Hall ξεκίνησε μια μακρά καλλιτεχνική περίοδος κατά την οποία ο Woody Allen συνέχισε να «παντρεύει» άλλοτε ιδανικά, άλλοτε λιγότερο αποτελεσματικά το χιούμορ του με την ανάγκη του να διερευνά βαθύτερες φιλοσοφικές και υπαρξιακές «γωνίες» της ζωής. Θα έλεγε κανείς πως αυτή η περίοδος παραμένει ακόμα ενεργή, κρίνοντας και από τις τελευταίες του ταινίες. Κι όμως όσες σπουδαίες ταινίες κι αν μας προσέφερε κατόπιν, το Annie Hall θα στέκει διαχρονικά στην κορυφή!
Ποτέ ξανά στην ιστορία του κινηματογράφου οι νευρώσεις δεν έγιναν αστείρευτη πηγή γέλιου και ρομαντισμού. Από την σκηνή όπου ο Alvie και η Annie παλεύουν να μαγειρέψουν κάποιους ζωντανούς αστακούς, μέχρι τον πανέξυπνο διάλογο γνωριμίας μετά από ένα ματς τένις ο Woody Allen μπολιάζει την ταινία με τα αγαπημένα του κινηματογραφικά «υλικά»: το πνευματώδες, φιλοσοφημένο χιούμορ με τον πηγαίο και συχνά νευρωτικό ερωτισμό.
Κι αν η τελική αίσθηση της ερωτικής ιστορίας είναι μάλλον πικρή ο Allen ανατρέπει τα δεδομένα και δίνει την δική του απάντηση. Στον τελευταίο μονόλογο της ταινίας ο Alvie παραθέτει άλλον ένα «φιλοσοφικό παραλληλισμό» για να μιλήσει για τις σχέσεις. Ένας άνδρας πηγαίνει στον ψυχίατρο και του λέει ότι ο αδελφός του είναι τρελός και παριστάνει την κότα. Ο γιατρός τον ρωτά: Καλά γιατί δεν τον πας σε άσυλο; Κι εκείνος αποκρίνεται: Μα γιατί χρειάζομαι τα αβγά. Κάπως έτσι είναι και οι σχέσεις: τρελές και παράλογες, αλλά μάλλον μπαίνουμε συνέχεια σε αυτές … επειδή χρειαζόμαστε τα αβγά.

Αυτό το ευρηματικό φινάλε συνοψίζει το καλλιτεχνικό στίγμα του Woody Allen όλα αυτά τα χρόνια. Ο κινηματογράφος λειτουργεί ως διαρκής ψυχανάλυση και ως μέσο διαφυγής. Ανατρέχοντας στις 46 ταινίες του διαπιστώνουμε την μόνιμη ανησυχία του για τον Θεό (ή την έλλειψη Θεού), για τις γυναίκες (ή την έλλειψη γυναικών), για την διανόηση, την τέχνη και τον έρωτα. Αυτές του οι ανησυχίες σε συνδυασμό με την ευφυή σκηνοθεσία του και την σαγηνευτική ερμηνεία της Diane Keaton χάρισαν στο Annie Hall 4 Oscar (Ταινίας, Πρωτότυπου Σεναρίου, Α’ γυναικείου, Σκηνοθεσίας). 41 χρόνια μετά την πρώτη της προβολή η ταινία εξακολουθεί να εμπνέει, να ψυχαγωγεί και να μας κάνει να ερωτευόμαστε!

2. S.O.S. Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα Dr Strangelove (Stanley Kubrick, 1964)

NreIF89i5h6pLEa2K7xp4I5ZDXK0W5MBTeqD3OssmQ__yPgrwA71xJAtQvE_Au29s5PjIxwvj3WGW2L66ChxTzb_BYERNfF4qFt-moaM2rA0hjZV0zNGPVcjJStAR9Jwvpn2zV0z

O Κιούμπρικ εμπνεύστηκε την ταινία του από το μυθιστόρημα Red Alert του Πίτερ Τζορτζ, το οποίο διασκεύασε ελεύθερα, μετατρέποντας το από sci-fi εσχατολογική δυστοπία σε ανελέητη σάτιρα, διατηρώντας όμως ακέραιη και αναδεικνύοντας μάλιστα με τον δικό του μοναδικό τρόπο την προβληματική του βιβλίου για την ευκολία με την οποία μπορεί να επέλθει ένας πυρηνικός όλεθρος.

Υπόδειγμα σκηνοθετικής δεξιοτεχνίας, πλανοθεσίας κι αφηγηματικού ρυθμού, το «S.O.S. Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα» είναι άλλη μια έκλαμψη της ιδιοφυιας του δημιουργού της, ένα ακόμα άψογα μελετημένο κι εκτελεσμένο διανοητικό κατασκεύασμα ενός τελειομανους σκηνοθετη και παραμένει μισό αιώνα αργότερα το ίδιο φρέσκο όπως την εποχη που πρωτοκυκλοφόρησε. Σε μια εποχή αντι σοβιετικής προπαγάνδας και υστερίας, ο Κιούμπρικ είχε τη σοφία και τη διορατικότητα να μεταφέρει τον πραγματικό εχθρό εντός έδρας και να καταδείξει ότι αυτός δεν είναι άλλος από την μιλιταριστική παράνοια και καχυποψία και τη μεγαλομανία της εξουσίας. Ολοι οι ήρωές του ανδροκρατούμενου σύμπαντός του, πολύσημα ονοματοδοτημένοι, είναι ουσιαστικά μεγάλα και ανώριμα αγόρια που παίζουν με τα φαλλικά σύμβολα που βρίσκονται διάσπαρτα στην ταινία (από το πούρο του Τζακ Ρίπερ και το λογύδριό του περί σωματικών υγρών μέχρι την ατομική βόμβα που καβαλάει ο αφελής και all American πιλότος του βομβαρδιστικού) προκειμένου να επιβεβαιώσουν τον ανδρισμό τους, ένας θίασος ηλιθίων που δεν μπορούν να δουν πέρα από τον φανατισμό τους και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο βγάζουν τόσο γέλιο, γιατί παίρνουν τον εαυτό τους στα σοβαρά, χωρίς ποτέ να συναισθάνονται τη γελοιότητα των πράξεων και των λεγομένων τους.

1.Μερικοί το προτιμούν καυτό.Some Like It Hot (Billy Wilder, 1959).

0Z2JCE617DkkZ8wR82ymmlsjmF01-C8JWSmLCGsBdCpulOz4wJe7hRVwMY15a8lAX8TdiFlS1a1yHAncwBKytb3kY6DoYFz5wGUuRWdJ8YAu68AfxTGP_S66xaNojrsMjNQ7hKB8

Το 1959, ο Μπίλι Γουάιλντερ σκηνοθετεί τον απολαυστικό Τόνι Κέρτις, τον αξέχαστο Τζακ Λέμον και την γοητευτική Μέριλιν Μονρόε, στο φιλμ, «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό». Εξήντα χρόνια από την πρεμιέρα μιας εξαιρετικής και κλασικής πλέον κωμωδίας καταστάσεων, η ταινία προβάλλεται στο Ταινιόραμα 2019, δίνοντας μας την ευκαιρία να την παρακολουθήσουμε και πάλι στην μεγάλη οθόνη.

Δύο μουσικοί από το Σικάγο, ο Joe (Τόνι Κέρτις) και ο Jerry (Τζακ Λέμον), γίνονται τυχαία μάρτυρες ενός ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ τοπικών γκάνγκστερ. Άμεσα επιβιβάζονται σε’ ένα τρένο με κατεύθυνση την Φλόριδα. Όταν όμως κατεβαίνουν από το τρένο, είναι πλέον η Josephine και η Daphne, τα δύο νέα μέλη ενός γυναικείου jazz συγκροτήματος.
Η κάλυψη τους είναι τέλεια, μέχρι τη στιγμή που μια απογοητευμένη από την αγάπη τραγουδίστρια (Μέριλιν Μονρόε), πέφτει πάνω στη Josephine. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ένας παλιός playboy ερωτεύεται τη Daphne, ενώ το αφεντικό του υποκόσμου αρνείται να πειστεί για την απάτη.

Το «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» θεωρείται ως μία από τις καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών, ενώ το 2000 συμπεριλήφθηκε από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου / American Film Institute στη λίστα με τις 100 Καλύτερες Κωμωδίες όλων των εποχών, καταλαμβάνοντας την 1η θέση!
Το συγκεκριμένο έργο, αποτελεί ένα πρωτοποριακό είδος κωμωδίας για την εποχή του, ασυμβίβαστο και δυναμικό, όσο και οι ήρωές του. Διατηρώντας τον ρυθμό του αμείωτο και στα 120 λεπτά του φιλμικού χρόνου, μ’ ένα ξεκαρδιστικό, γεμάτο επινοήσεις και ανατροπές σενάριο, γυρισμένο σε ασπρόμαυρο φιλμ και σκηνοθετημένο με μεγάλη δεξιοτεχνία από έναν πραγματικό μαέστρο της Έβδομης Τέχνης, το «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» είναι μια πραγματικά αστεία ταινία στην οποία το γέλιο πηγάζει μέσα από κάθε καρέ.

Ο Μπίλι Γουάιλντερ έγραψε το σενάριο της ταινίας σε συνεργασία με τον Ι.Α.Λ. Ντάιαμοντ, έχοντας ως βάση την υπόθεση της γαλλικής ταινίας του 1935, «Κορίτσια με Εγγύηση» (Fanfare Of Love). Στις Χρυσές Σφαίρες αναδείχτηκε νικήτρια στην κατηγορία Καλύτερη Κωμωδία ή Μιούζικαλ, ενώ ο Τζακ Λέμον και η Μέριλιν Μονρόε τιμήθηκαν ο καθένας με Χρυσή Σφαίρα για τις ερμηνείες τους.

Καλή Διασκέδαση