CHARLES AZNAVOUR, ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

ΜΑΜΑ
Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου
Μουσική: Charles Aznavour
Ερμηνεία: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
CD, Album ” Το παιχνίδι παίζεται ” 2010

ΕΡΜΗΝΕΙΑ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ: CHARLES AZNAVOUR

ΣΤΙΧΟΙ: ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

ΜΑΜΑ
Έβαζες ψεύτικες φωνές, γελούσες κι έκανες πως κλαις
κι εγώ παιδί, α, ρε μαμά.

Πίσω μου τρέχεις μια ζωή, με ένα πιάτο και μια ευχή
τότε με κράταγες σφιχτά, τώρα κοιτάς από μακριά.

Μέσα απ` τα δόντια να μιλάς, σ` ακούω σαν τώρα “Μη με σκας”
“Δε θα σε ανεχτεί κανεις”
“Θα πας χαμένος, θα το δεις”, α, ρε μαμά.

Ύστερα λόγια στο χαρτί “Συγγνώμη, σ` αγαπώ πολύ”
“Έίμαι `δω”, α, ρε μαμά.

Ζωγράφιζες και μια καρδιά, με νικαγες με ζαβολιά
κι έβαζες πάντα στο πικάπ το δίσκο με το Ave Maria
Ave Maria.

Χανόσουνα στη μουσική, εσύ γινόσουν το παιδί
κι εγώ ένας άγγελος στη γη, να σε προσέχω μια ζωή.

Τις πόρτες άνοιγες στο φως, να μπει ο ήλιος κι ο θεός
να μας φυλάει, α, ρε μαμά.

Τα βράδια ήσουν μια αγκαλιά κι ανάμεσα απ` τα φιλιά
έκανες τη φωνή λαγού, το λύκο και την αλεπού.

Και όταν γύριζα αργά “θα σου τα πάρω τα κλειδιά”
“θα βρεις τις πόρτες πια κλειστές”
“θα με πεθάνεις, αυτό θες;” α, ρε μαμά.
Μαμά, πού πας …

CD, Album ” Το παιχνίδι παίζεται ” 2010

Το ‘Μαμά’ είναι το πιο αληθινό τραγούδι που γράφτηκε ποτέ από έναν γιο.
Η Ημέρα της Μητέρας και το σχεδόν ομώνυμο τραγούδι ήταν απλά η αφορμή για μία κουβέντα με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τον Οδυσσέα Ιωάννου. Η συζήτηση αυτή, δικαίως, ξεκίνησε όπως ξεκινούν όλα σε αυτή τη ζωή. Από τη “Μαμά”.
Μάρτιος 2017. Το θέατρο Καρέζη είναι ασφυκτικά γεμάτο για την τρίτη χρονιά της παράστασης 9:05 (Εννέα και Πέντε). Στην σκηνή, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, μοιάζει λίγο κουρασμένος. Στα χείλη έχει ένα ανεπαίσθητο μειδίαμα λύτρωσης. Μόλις έχει ερμηνεύσει ένα τραγούδι που λέγεται “Μαμά”, σε στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου και τη μελωδία του πρωτότυπου τραγουδιού του Charles Aznavour.
Το “Μαμά” είναι ένας ιδιοφυής ύμνος στη σχέση ενός παιδιού με την μητέρα του. Στίχο προς στίχο είναι ένα λογοτεχνικό κομψοτέχνημα εικόνων και φράσεων. Το μικρό παράπονο στο “α ρε μαμά”, το κρυμμένο χαμόγελο στη “φωνή λαγού”, ο πόνος στο τελευταίο “πού πας”, όλα, σε κάνουν να σπάσεις. Για τη δική σου μαμά.

Γιατί δεν γράφονται τόσα πολλά τραγούδια για τις μαμάδες;
Βασίλης: “Έχουν γραφτεί αρκετά τραγούδια για τις μαμάδες. Ο Καζαντζίδης έχει πει πολλά τραγούδια, η Τσανακλίδου το ‘Γερνάω Μαμά’. Αλλά εκεί αναφέρονται στην μητέρα μέσα από τη δική τους έλλειψη και οπτική. Για τη μαμά, αυτή καθ’ αυτή, έχει γράψει ο Οδυσσέας”.
Οδυσσέας: “Για μένα έχεις δίκιο ότι δεν γράφονται πολλά τραγούδια για τις μαμάδες. Θεωρώ ότι οι δύο πιο δύσκολες, πιο σκοτεινές σχέσεις που μπορούν να δημιουργηθούν μεταξύ ανθρώπων είναι μαμά – κόρη και βασανιστής – βασανιζόμενος. Με δεδομένο ότι 9 στους 10 στιχουργοί είναι άνδρες, τη σχέση μάνας – κόρης αναγκαστικά θα την πιάσουν οι γυναίκες. Γι’ αυτό και μέχρι τώρα – κι ας βγάλουμε το δικό μας τραγούδι απ έξω – τα μεγαλύτερα τραγούδια που έχουν γραφτεί για μαμάδες είναι από γυναίκες. Έχει γράψει δύο η Χαρούλα, έχει γράψει η Αφροδίτη Μάνου, η Νικολακοπούλου. Για εμένα είναι άγνωστο τοπίο. Ακόμα και η σχέση γιου με πατέρα δεν έχει τη σκοτεινιά και το πίσω κείμενο που έχει η σχέση της μάνας με την κόρη”.
Και με τον γιο; Είναι διαφορετική η σχέση;
Οδυσσέας: “Η σχέση της μάνας με το γιο είναι πιο καθαρή. Ο γιος δεν προσπαθεί να δικαιώσει τη μάνα στις επιλογές της ζωής της, κερδισμένες ή χαμένες. Η μάνα δεν περιμένει μέσα από το γιο να δικαιωθεί ή να συνεχιστεί η ζωή της. Στην κόρη φορτώνει τη ζωή της. Περιμένει μέσα από την κόρη της να δικαιωθεί εκείνη. Εμείς, την λατρεύουμε, την αγαπάμε αλλά η σχέση είναι πιο καθαρή”.
Βασίλης: “Εντάξει, είναι και η διαιώνιση του είδους. Είναι η σχέση από μήτρα σε μήτρα. Η ύπαρξη της φύσης εξαρτάται από την μάνα. Η μάνα ζει μέσα από το παιδί και το ανάποδο”.

Γιατί γράφτηκε αυτό το τραγούδι;
Οδυσσέας: “Αυτό το τραγούδι γράφτηκε κατ’ αρχάς γιατί το τραγούδι του Αζναβούρ είναι ένα από τα αγαπημένα του Βασίλη. Το λάτρευε αυτό το τραγούδι”.
Βασίλης: “Εγώ μικρός, νόμιζα ότι ο στίχος του τραγουδιού του Αζναβούρ, περιγράφει πάνω κάτω αυτά που είχε πει ο Οδυσσέας. Γιατί όταν μου έφερε τους στίχους του να τους διαβάσω μου έκανε εντύπωση, είναι σαν να ήξερε ακριβώς τι είχα εγώ στο μυαλό μου για αυτό το τραγούδι”.
Οδυσσέας: “Εγώ δεν ήξερα γαλλικά, βάζω μια φίλη να μου εξηγήσει τους στίχους και ο Αζναβούρ λέει άλλα πράγματα τελείως. Μιλά για μια μητέρα της μαφίας που πεθαίνει. Κράτησα μόνο δύο πράγματα από το τραγούδι. Το “la mamma” που το έκανα “α ρε μαμά” και μου άρεσε πολύ και ως ήχος η φράση “‘Αβε Μαρία”. Η μητέρα μου, προφανώς, δεν άκουγε Σούμπερτ. Είναι το μοναδικό σημείο στο τραγούδι, ενώ περιγράφω με ρεαλισμό ό,τι έχω ζήσει, που δεν υπάρχει ρεαλισμός. Μου άρεσε όμως πολύ ως ήχος και μελωδία το πώς τραγουδιέται το Άβε Μαρία”.
Για το ‘πού πας’ στο τέλος του τραγουδιού
Οδυσσέας: “Κάτι σημαντικό στο συγκεκριμένο τραγούδι είναι ότι την τελευταία φράση, το “μαμά, πού πας” δεν το έγραψα εγώ. Εγώ έγραψα ένα τραγούδι για μια μητέρα που ζει. Μερικούς μήνες πριν όμως, ο Βασίλης έχασε τη μητέρα του. Μπαίνει στο στούντιο λοιπόν, με τους στίχους χωρίς αυτή τη φράση. Και χωρίς να το πει σε κανέναν, την πρώτη φορά που το τραγούδησε, του βγαίνει το “πού πας”. Το κρατήσαμε φυσικά, με τον τρόπο που το είπε. Ήταν κάτι πολύ αυθόρμητο από τον Βασίλη. Κι άλλαξε επίσης στα live και την έκφραση “εσύ κοιτάς από μακριά” σε “από ψηλά”. Να σου πω την αλήθεια ψιλο παρεξηγήθηκε η μητέρα μου όταν το άκουσε, μου είπε ότι ζει ακόμα κι εγώ προσπαθούσα να της εξηγήσω ότι υπάρχει μια σύμβαση στην τέχνη αλλά δεν το χάρηκε και πολύ”.
Βασίλης: “Η δική μου πάντως το ευχαριστήθηκε πολύ από εκεί ψηλά”. (γελάει)

Πώς ήσασταν σαν παιδιά; Σας κυνηγούσε η μάνα σας;
Βασίλης: “Το καλοκαίρι άσπριζα, μαύριζα τον χειμώνα. Δεν μπορώ να με περιγράψω εύκολα. Πολλοί λένε ότι μιλάω με τα τραγούδια μου και πολλές φορές ισχύει. Τα τραγουδάω γιατί με εκφράζουν. Δεν χρειάστηκε πάντως ποτέ να με κυνηγήσει η μάνα μου”.
Οδυσσέας: “Ούτε εμένα, ήμουν καλό παιδί γενικώς. Αργότερα μόνο, όταν παράτησα το πανεπιστήμιο για να γίνω δημοσιογράφος, μέχρι να γίνω 40 χρονών νόμιζε ότι έκανα την πλάκα μου και ότι θα γυρίσω κάποτε να πάρω το πτυχίο. Ήμουν καλό παιδί, καλός μαθητής. Αυτά που έχω γράψει όμως στους στίχους του τραγουδιού, τα έχω ακούσει όλα. Το “θα πας χαμένος”, αυτά όταν γυρνάς αργά, τα έχω ακούσει όλα, δεν έβγαλα τίποτα από το μυαλό μου. Τις έχουμε ακούσει όλες αυτές τις φράσεις, εγώ και ο αδερφός μου. Είμαι από τους ευλογημένους ανθρώπους γιατί δεν έχω ούτε μία πληγή από την παιδική μου ηλικία. Παρότι έρχομαι από μία πολύ φτωχή οικογένεια, δεν υπάρχει ούτε τραύμα, ούτε απωθημένο”.
Δεν είναι όμως και εύκολο να υπάρχει πληγή από την μάνα. Είναι λίγο ζαβολιά, όπως το λέει το τραγούδι. Δεν γίνεται να κακιώσεις στην μάνα σου.
Βασίλης: “Για να κρατήσεις κακία, θα πρέπει να υπάρχει κακία. Οπότε δεν γίνεται”.
Οδυσσέας: “Έχουμε δει ανθρώπους να μην μιλάνε στην μητέρα τους αλλά αυτές είναι σπάνιες περιπτώσεις. Όταν υπάρχει αγάπη, ο θυμός, τα νεύρα, οι κακίες κρατάνε μία ώρα το πολύ”

Ξέρουμε αν άρεσε στον Αζναβούρ το τραγούδι;
Οδυσσέας: “Ξέρουμε ότι το άκουσε το τραγούδι ο γιος του Αζναβούρ και ενθουσιάστηκε”.
Βασίλης: “Και ο πατέρας το άκουσε, όχι μόνο ο γιος. Του το έβαλε ο Αλιάγας μαζί με το γιο του να το ακούσουν και βούρκωσε. Ανέβασε μάλιστα ένα μήνυμα στο Facebook να ευχαριστήσει τους Έλληνες”.
Οδυσσέας: “Είμαι σίγουρος ότι αυτό που τους συγκλόνισε, δεν είναι απαραίτητα οι στίχοι, όσο κι αν τους μετέφρασε ο Αλιάγας. Είναι η ερμηνεία του Βασίλη. Ήταν κάταγμα για εμάς στο στούντιο όταν το πρωτακούσαμε. Κι έτσι είναι ακόμα σε κάθε ερμηνεία από τον Βασίλη. Η ερμηνεία ας πούμε σε αυτό το βίντεο από την εκπομπή του Σπύρου Παπαδόπουλου είναι αξεπέραστη”.

Νιώθω ότι αυτό το τραγούδι δεν το ξέρει ο κόσμος όσο άλλα του Βασίλη. Αν και θα έπρεπε.
Οδυσσέας: “Συμβαίνει κάτι παράδοξο. Είναι εντυπωσιακό ότι είναι ένα τραγούδι με πάνω από 7 εκατομμύρια views στα διάφορα βίντεο στο Youtube ενώ δεν το παίζει κανένα ελληνικό ραδιόφωνο. Ο ίδιος δίσκος είχε μέσα επίσης ένα τραγούδι με πολλά εκατομμύρια views, το ντουέτο με τον Δημήτρη Μητροπάνο. Στην Θεσσαλονίκη πήγε πολύ καλά, το έπαιζαν πολύ, στην Αθήνα κανένας σταθμός. Αυτό σημαίνει ότι κάποια τραγούδια έχουν ευτυχώς μια παράλληλη ζωή πέρα από εκείνη στα μέσα ενημέρωσης. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί επιλέγει ο κόσμος να ακούσει αυτά τα τραγούδια. Εκεί φαίνεται η αγάπη του κόσμου. Στο Youtube επιλέγεις τι θα ακούσεις, ενώ στα ραδιόφωνο επιλέγει κάποιος άλλος για σένα. Δεν αισθάνομαι δικαιωμένος απλά χαίρομαι που βρήκαν μια δίοδο. Δεν γράψαμε και την Αγία Γραφή αλλά το χαίρομαι”.
Βασίλης: “Είναι πολύ σημαντικός ο διαχωρισμός αυτός Οδυσσέα. Του ραδιοφώνου από το Youtube. Γιατί το ένα το διαλέγεις μόνος σου. Εγώ δεν νιώθω κανένα παράπονο για τα τραγούδια μου. Από τότε που βγήκε το διαδίκτυο παίρνω την ικανοποίησή μου μέσα από τις επιλογές του κόσμου. Τα ραδιόφωνα με παίζουν πάρα πολύ αλλά παίζουν παλιά μου τραγούδια, παίζουν μόνο τις “επιτυχίες”. Εντάξει”.
Οδυσσέας: “Ξέρεις όμως τι συμβαίνει; Υπάρχουν παιδιά πιτσιρικάδες που γράφουν παπάδες, πράγματα πολύ καλύτερα από εκείνα που γράφω εγώ. Επειδή η μορφή τους όμως τα κρατά σε ένα βιβλιαράκι, είναι καταδικασμένα να τα διαβάσουν 200 άνθρωποι. Εγώ, μια μέρα που καθόμουν σπίτι μου, σκέφτηκα μια φράση που με έκανε και γέλασα. Η φράση έλεγε “στα είπα όλα, φίλα με τώρα”, την έκανα τραγούδι, 15 εκατομμύρια views, θα μνημονεύεται το όνομά μου για άλλα 20 χρόνια, για μια φράση που την σκέφτηκα για πλάκα. Θα αισθανθώ αδικημένος που δεν αγαπήθηκαν τα τραγούδια μου αρκετά, όταν παιδιά που γράφουν παπάδες, από τη φύση του κώδικα με τον οποίο ασχολούνται, θα τα μάθουν 200 άνθρωποι; Εγώ ευτύχησα να γράφω για τον μαζικότερο κώδικα της τέχνης, το τραγούδι. Με πέντε τραγούδια από τα 200 που έχω γράψει, έφτασα πολύ παραπέρα απ’ ό,τι θα μπορούσα να έχω ονειρευτεί”.
ΠΗΓΕΣ: https://fanpage.gr, https://www.oneman.gr

Η Ελληνίδα μάνα

ΚΑΛΗ ΑΚΡΟΑΣΗ τα χρόνια περνούν τα τραγούδια ταξιδεύουν