ΛΙΝΟΣ ΚΟΚΟΤΗΣ, ΑΡΓΥΡΗΣ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
ΜΙΚΡΟ ΠΑΙΔΙ
Στίχοι: Αργύρης Βεργόπουλος
Μουσική: Λίνος Κόκοτος
Ερμηνεία Γιώργος Ζωγράφος
Vinyl, 7″, 45 RPM, Single ” Μικρό Παιδί / Απόβραδο ” 1966
ΕΜΗΝΕΙΑ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΣ (ζωντανά στην ΕΤ2)
στο πιάνο ο ΛΙΝΟΣ ΚΟΚΟΤΟΣ
ΣΤΙΧΟΙ: ΑΡΓΥΡΗΣ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
ΜΙΚΡΟ ΠΑΙΔΙ
Μικρό παιδί σαν ήμουνα
και πήγαινα σχολείο, μικρό παιδί
στα μάτια είχα τη χαρά
στα χέρια το βιβλίο, μικρό παιδί
Κι όταν η βαρυχειμωνιά
μου πάγωνε τα χέρια
στον ουρανό τα σήκωνα
να ζεσταθούν στ’ αστέρια
Παιδί στα δεκατέσσερα
κλέψανε τη χαρά μου, μικρό παιδί
στα μάτια είχα τη φωτιά
τον ήλιο στη καρδιά μου μικρό παιδί
Μικρό παιδί σαν ήμουνα
και πήγαινα σχολείο μικρό παιδί
το γέλιο είχα συντροφιά
στα χέρια το βιβλίο, μικρό παιδί
Vinyl, 7″, 45 RPM, Single ” Μικρό Παιδί / Απόβραδο ” 1966
Ο Λίνος Κόκοτος παίζει ακόμη στο ίδιο πιάνο. Όπως τότε που ήταν μικρό παιδί…
Ο σπουδαίος συνθέτης αφηγείται τη ζωή του με αφορμή την κυκλοφορία της νέας του δουλειάς.
Ο Λίνος Κόκοτος είναι ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού με τουλάχιστον δύο εργασίες του, το «Θαλασσινό τριφύλλι» (1972) και τα «Αντιπολεμικά» (1978). να διατηρούν ακέραιη την υψηλή θέση τους στην εγχώρια δισκογραφία. Ένας δημιουργός, επίσης, που ταυτίστηκε κατά κόρον με το νέο κύμα, χωρίς αυτό να τον εκφράζει απόλυτα, και που τραγούδια του απέδωσαν οι μεγαλύτερες φωνές: Ξυλούρης, Μητσιάς, Γαλάνη, Κουμιώτη, Πουλόπουλος, Ζωγράφος, Γλυκερία κ.α.
Την επάνοδο του στα μουσικά πράγματα σηματοδότησε η συνεργασία του με την ποιήτρια Βέρα Βασιλείου – Πέτσα στο βιβλίο – CD της με τίτλο «Βορινό παράθυρο» (Μετρονόμος, 2015). Στην εν λόγω δουλειά, τον Κόκοτο ερμήνευσαν και τραγουδιστές νεότερης γενιάς σαν τη Λιζέτα Καλημέρη και τον Πάνο Μπούσαλη. Πρόσφατα σχετικά επισφράγισε την επιστροφή του στη μουσική δημιουργία με έναν ολοκληρωμένο καλαίσθητο κύκλο τραγουδιών, τον «Ανεμογιαλό», εξ ολοκλήρου σε στίχους Κώστα Λάζαρη και με τους ερμηνευτές Νίκο Ανδρουλάκη, Νένα Βενετσάνου, Θέλμα Καραγιάννη.
Κάπου στο 1960, ένα δεκαπεντάχρονο παιδί βλέπει να φέρνουν στο σπίτι του, φορτωμένο σε ένα τρίκυκλο, το πρώτο του πιάνο. Η χαρά του είναι απερίγραπτη. Στα μεταχειρισμένα πλήκτρα του μαθαίνει να βγάζει τις πρώτες μελωδίες, ενώ στο ίδιο πιάνο θα γράψει πολύ αργότερα τις επιτυχίες που θα τον καθιερώσουν ως έναν από τους σημαντικότερους συνθέτες της ελληνικής μουσικής. Ο λόγος για τον Λίνο Κόκοτο.
Γεννήθηκα στο Αγρίνιο (το 1945). Όταν ήμουν πέντε, ήρθαμε στο Αιγάλεω όπου μεγάλωσα στις γειτονιές και στις αλάνες του. Ήμασταν γείτονες με τον Ζαμπέτα που τον θυμάμαι κάθε Κυριακή να παίζει τάβλι με τον Στράτο Παγιουμτζή, στην πλατεία Δαβάκη, ανάμεσα σε άλλους σπουδαίους, όπως οι Πολυκανδριώτης και Καλδάρας. Ο πατέρας μου, ένας χαρισματικός πλανόδιος μικροπωλητής, είδε την κλίση μου στις τέχνες και συχνά με πήγαινε σε μουσικές παραστάσεις, εκθέσεις ζωγραφικής και θέατρα. Πάντα όμως, φρόντιζε να πάμε κάπου που δεν θα λειτουργούσε απωθητικά για ένα παιδί……..
…..Δύο χρόνια αργότερα, ο πατέρας μου είδε ότι η αγάπη μου για μουσική χρειαζόταν κάτι μεγαλύτερο από ένα ακορντεόν. Έτσι, το 1960, κοντά στο Μπαρουτάδικο όπου μέναμε, είδα να έρχεται το πρώτο μου πιάνο φορτωμένο σε ένα τρίκυκλο. Είναι αυτό που έχω ακόμα στον χώρο μου και ό,τι έχω γράψει, είναι πάνω στα πλήκτρα του.
…..Από τα μαθήματα με τον (Γιάννη) Μαρκόπουλο θυμάμαι ότι ήταν πάντα ανήσυχος από τις μελωδίες που στριφογυρίζουν στο μυαλό του. Μετά τα μαθήματα διατηρήσαμε φιλική σχέση. Μάλιστα, το «Μικρό παιδί σαν ήμουνα» το πρωτόπαιξα στο σπίτι του Μαρκόπουλου, στην οδό Κερκύρας, στην Κυψέλη. Τους στίχους έγραψε ο Βεργόπουλος. Ο πατέρας του ήταν φίλος με τον δικό μου. Μια μέρα συζητούσαν για τις ασχολίες των γιων τους. Ο δικός μου είπε ότι έγραφα τραγούδια και ο δικός του ότι έγραψε στίχους. Έτσι γνωριστήκαμε με τον Αργύρη και γράψαμε δύο-τρία κομμάτια
…..Η γνωριμία με τις μπουάτ και ο Πατσιφάς
Τριγυρνώντας στα στενά της Πλάκας, έφτασα στις Εσπερίδες όπου τραγουδούσε ο Γιώργος Ζωγράφος. Μέχρι τότε, είχα συνηθίσει μεγάλες ορχήστρες όπως της Λυρικής ή μεγάλων μαγαζιών. Στη μπουάτ ήταν τελείως διαφορετικά. Ένας μικρός χώρος, ένα πιάνο ή κιθάρα και ο τραγουδιστής. Ήμουν διστακτικός, αλλά ακούγοντας τα τραγούδια, μαζί με ένα όμορφο αστείο που «πέταξε» ο Γιάννης Αργύρης, άλλαξε η διάθεσή αμέσως.
Ένας συνομήλικός μας έπαιξε τρία τραγούδια στο πιάνο. Ήταν ο Γιάννης Γλέζος. Αυτό ήταν αφορμή να με παροτρύνουν να παίξω κι εγώ. Κάποιος φώναξε στον Ζωγράφο «Γιώργο, κι ο φίλος εδώ παίζει πιάνο». Ανάμεσα στα κομμάτια μου ήταν και το «Μικρό παιδί».
Τότε με φώναξε ο Αργύρης λέγοντας «Αυτό που έπαιξες, είναι μεγάλο τραγούδι». Ο Ζωγράφος πρότεινε να το πάμε στη Λύρα. Ο Πατσιφάς έβγαζε μια δεκτικότητα και ηχογραφήσαμε αμέσως. Στην κιθάρα ήταν ο Μαυρουδής. Μπουζούκι έπαιζε ένας ηλικιωμένος άνθρωπος με βαλβίδα στο φάρυγγα. Δεν ήξερα τι πενιά θα έβγαζε.
Μετά έμαθα ότι ήταν ο Χάρης Λεμονόπουλος και σκεφτόμουν «Να μην το ξέρω νωρίτερα, να του φιλήσω τα χέρια». Μάλιστα, μια κατέντζα από μπουζούκι που ακούγεται στο τέλος του κομματιού, είναι δικός του αυτοσχεδιασμός. Στην άλλη πλευρά του δίσκου υπήρχε το «Απόβραδο» με δικούς μου στίχους. Είναι οι μοναδικοί που έγραψα. Δεν έκανα εγώ για στιχουργός.
Ο δίσκος έκανε επιτυχία, αλλά δεν είχα δώσει σημασία. Όταν όμως ακούσαμε το δισκάκι με τον Γιώργο σε ένα δισκοπωλείο, δεν μας άρεσε ο ήχος. Φαινόταν σαν «ψόφιο» γιατί εμείς είχαμε στο αυτί μας τον ήχο του στούντιο που έκανε μεγάλη διαφορά. (πηγή: Popaganda Γιώργος Κοβός 2018)
Καλή Ακρόαση τα χρόνια περνούν τα τραγούδια ταξιδεύουν