ΚΩΣΤΑΣ ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ, ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΠΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔΟΥΚΑΣ

ΠΟΣΟ ΛΥΠΑΜΑΙ
Στίχοι: Βασίλης Σπυρόπουλος, Πάνος Παπαδούκας
Μουσική: Κώστας Γιαννίδης (Γιάννης Κωνσταντινίδης)
Ερμηνεία: Σοφία Βέμπο
LP 78” HMV AO-2566 (OGA 926) 1939
LP 78” Odeon GA-7457 1939
LP 78′ (στην αμερικανικη) Orthophonic (S-518) 1939

ΠΟΣΟ ΛΥΠΑΜΑΙ
Πολλές αγάπες γνώρισα, αγάπησα και χώρισα
μα όπου κι αν γυρνούσα, εσένα ζητούσα.
Στα όνειρα τα χίλια μου, σε γύρευαν τα χείλια μου
σε γύρευε η ψυχή μου και πόθοι κρυφοί μου.

Πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα
πριν να γνωρίσω εσένα, που πρόσμενα καιρό,
μα πως φοβάμαι πως ίσως μια μέρα, σε χάσω
γιατί να σε ξεχάσω ποτέ δε θα μπορώ…

Γείρε κοντά μου, αγάπη γλυκιά μου,
θέλω ακόμα ξανά να σου πω…
Πόσο φοβάμαι πως ίσως μια μέρα σε χάσω
και πως να σε ξεχάσω που τόσο σ΄αγαπω …

Πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα
πριν να γνωρίσω εσένα, που πρόσμενα καιρό,
μα πως φοβάμαι πως ίσως μια μέρα, σε χάσω
γιατί να σε ξεχάσω ποτέ δε θα μπορώ…

Γείρε κοντά μου, αγάπη γλυκιά μου,
θέλω ακόμα ξανά να σου πω…
Πόσο φοβάμαι πως ίσως μια μέρα σε χάσω
και πως να σε ξεχάσω που τόσο σ΄αγαπω …

LP 78′ (στην αμερικανικη) Orthophonic (S-518) 1939

Σοφία Βέμπο: «Πόσο λυπάμαι», ένα υπέροχο ερωτικό τραγούδι.
Ένα υπέροχο βαλς που απογείωσε με την ερμηνεία της η μεγάλη Σοφία Βέμπο. Ένα αληθινό διαμάντι που σε συγκινεί και σε ταξιδεύει σε άλλες εποχές, με ανθρώπους διαφορετικούς…Το Πόσο λυπάμαι είναι από εκείνα τα τραγούδια που δεν παλιώνουν ποτέ. Που θα σιγο ψιθυρίζουν τους στίχους τους και οι επόμενες γενιές..Πολλές καλλιτέχνιδες το ερμήνευσαν αλλά καμία δεν κατάφερε να έχει εκείνη την αισθαντική φωνή της συγκλονιστικής Σοφίας Βέμπο…Η θεσπέσια μουσική του φέρει τη σφραγίδα του μεγάλου ταλέντου του Κώστα Γιαννίδη, ο οποίος για την Σοφία Βέμπο και μόνο έκανε την υπέρβαση να μην γράφει μόνο Τανγκό όπως απαιτούσαν τότε οι περιστάσεις.
Η Σοφία Βέμπο είναι μια ερμηνεύτρια που τραγουδά με την ψυχή στα χείλη. Οι στίχοι αποκτούν πνοή μόλις τους προφέρει, γίνονται καλές εποχές που έχουν περάσει ή ελπιδοφόρες που θα έρθουν. Γίνονται έρωτες δυνατοί που συγκλονίζουν συθέμελα τις υπάρξεις και αξέχαστες μοιραίες γυναίκες που περνούν από τον κόσμο, με την ομορφιά και την ορμή καταιγίδας. Η Σοφία Βέμπο είναι αναμφισβήτητα μια από τις σημαντικότερες ερμηνεύτριες του 20ου αιώνα, αλλά όχι μόνο αυτό.
Η σπάνια κοντράλτο φωνή της αιχμαλωτίζει με τη συναισθηματική της δύναμη και καταργεί τους χρονικούς περιορισμούς. Διασχίζει τις δεκαετίες, προκαλώντας γνήσια συγκίνηση στα ακροατήρια όλων των ηλικιών. Το φως της λάμπει άσβεστο όπως εκείνο των παλιών αστεριών που βλέπουμε στον νυχτερινό ουρανό χωρίς αυτά πλέον να υπάρχουν.
Είναι άδικο γι’ αυτήν την σπουδαία ερμηνεύτρια να τη θυμόμαστε μόνο την 28η Οκτωβρίου. Εκείνη τη Σοφία των αριστουργηματικών τραγουδιών. Τη Σοφία που γέμισε ασφυκτικά τρεις φορές το Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης και μάγεψε τραγουδώντας επί ώρες χωρίς μικρόφωνο!

Το 1939, η 29χρονη Σοφία Βέμπο χαρακτηρίστηκε ως «η Πρώτη Τραγουδίστρια του Ελληνικού Ελαφρού Τραγουδιού». Το documentaire «Η Ελλάς του 1938 ομιλεί», με θέμα τα σημαντικότερα γεγονότα στην Ελλάδα του ’38, που είχε γυριστεί τον προηγούμενο χρόνο και στο οποίο η Βέμπο συμμετείχε με δύο τραγούδια, σημείωνε πρωτοφανή επιτυχία στους αμερικανικούς κινηματογράφους, ενώ κόπιες του αναζητούσε και η Νότια Αμερική. Παράλληλα στην Αθήνα, στο θέατρο «Κεντρικόν», το κοινό αποθεώνει την Βέμπο στα τραγούδια της «Πόσο λυπάμαι» και «Την αλήθεια να μου πεις».

Η ΣΟΦΙΑ ΒΕΜΠΟ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΚΩΣΤΑ ΓΙΑΝΝΙΔΗ

Η συνεργασία του με τη Σοφία Βέμπο αποτέλεσε κομβικό σημείο στη σταδιοδρομία του, γιατί χάρη στη φωνή της κατάφερε να κάνει τη στροφή του, μη αντέχοντας να γράφει πια μόνο ταγκό, όπως απαιτούσαν οι θεατρικοί επιχειρηματίες και ο τότε κόσμος της δισκογραφίας.
Χαρακτηριστική είναι και η σχετική δήλωσή του, στο πλαίσιο συνέντευξης που παραχώρησε το 1983 στον Γιώργο Παπαστεφάνου, αναφερόμενος στις μάχες που αναγκαζόταν να δίνει με τον θεατρικό επιχειρηματία Φώτη Σαμαρτζή προκειμένου να γράψει και κάτι διαφορετικό από ταγκό, με τον επιχειρηματία να του απαντά: «Κύριε Γιαννίδη, δεν μπορείτε εσείς να παίζετε με τα λεφτά μου… Απαιτώ να φύγει το κομμάτι!». Ο λόγος για το κομμάτι «Πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα», που ο συνθέτης έγραψε για τη Σοφία Βέμπο και το οποίο πέρασε με τον καιρό στη σφαίρα της διαχρονικότητας.

Ο ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ

Ο εξαίρετος κύριος Γιαννίδης / Γιάννης Κωνσταντινίδης. Ο συνθέτης με τα δύο ονόματα από την κοσμοπολίτικη Σμύρνη που «μάγευε» τις νότες
… Από τη Σμύρνη, αυτή την ανοιχτόκαρδη κοινωνία όπου, πριν από τη μικρασιατική τραγωδία, συνυπήρχαν τόσες διαφορετικές εθνότητες, προέρχεται ο σπουδαίος συνθέτης Γιάννης Κωνσταντινίδης (1903-1984), μια πολύπλευρη προσωπικότητα με βαθιά μόρφωση. Ο γεννημένος στις 23 Αυγούστου 1903, στη Σμύρνη, Γιάννης Κωνσταντινίδης, όπως ήταν αρχικά το όνομά του πριν τον «βαφτίσει» για δεύτερη φορά ο Δημήτρης Γιαννουκάκης με τον οποίο έγραψαν αργότερα την οπερέτα Η κουμπάρα μας. Η αλλαγή του ονόματος κρίθηκε αναγκαία προκειμένου να μην συγχέεται με τον καθιερωμένο τότε συνθέτη Γρηγόρη Κωνσταντινίδη, αλλά και για να παραμένει εύκολα στο νου των ακροατών, όπως υπαγορεύουν μέχρι σήμερα οι άγραφοι νόμοι του καλλιτεχνικού χώρου. Στα τραγούδια του, αποτυπώνονται τόσο η χαρά της ζωής, όσο και η νοσταλγία. Στη χώρα όπου το τραγούδι ήταν πάντα πρωταρχική ανάγκη και πηγαία έκφραση, ο Κώστας Γιαννίδης υπηρέτησε την υψηλότερη τέχνη, και μάλιστα στο δυσκολότερο είδος της μικρής φόρμας, και την έφερε στα χείλη ενός ολόκληρου λαού.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη τον Αύγουστο του 1903. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια, η οποία λίγο πριν την καταστροφή της Σμύρνης ήλθε στην Ελλάδα. Ο ίδιος συνέχισε τις μουσικές σπουδές του στη Γερμανία σε πιάνο και σύνθεση, στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία του Βερολίνου και στο Ωδείο Στερν (1923-1931). Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ελλάδα και εργάστηκε στο ελληνικό μουσικό θέατρο ως μαέστρος και συνθέτης την περίοδο 1932-1950,
Ο Κώστας Γιαννίδης παρουσίασε πολλά έργα, οπερέτες (περίπου 50), μουσικές κωμωδίες και πολλές επιθεωρήσεις. Διετέλεσε διευθυντής του τμήματος ελαφράς μουσικής του ΕΙΡ την περίοδο 1946-1952, καθώς και μουσικός διευθυντής στην ΥΕΝΕΔ την περίοδο 1952-1960.

Τιμήθηκε με το Α΄ Βραβείο του Φεστιβάλ Μεσογειακού Τραγουδιού της Βαρκελώνης με το εξαίρετο τραγούδι του «Ξύπνα αγάπη μου» (1960) που ερμήνευσε η Νάνα Μούσχουρη, με το Γ΄ Βραβείο του επόμενου έτους με το τραγούδι «Τα δυο σου γκρίζα ματάκια» που ερμήνευσε η Άντζελα Ζήλεια, καθώς και με το Α΄ Βραβείο στο 1ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με το τραγούδι «Αλυσίδες» (1962) που ερμήνευσε η Καίτη Μπελίντα. Στον ελληνικό κινηματογράφο είχε αναλάβει τη μουσική επένδυση σε επτά ταινίες.Τα 100 περίπου τραγούδια του, που είχαν σχεδόν όλα μεγάλη επιτυχία. Έγραψε επίσης μουσική για εφτά ταινίες, μεταξύ των οποίων οι: Η προσφυγοπούλα (1938), Τελευταία αποστολή, Οι Γερμανοί ξανάρχονται, Ο μεθύστακας. Τέλος, έγραψε κι ένα τουλάχιστον ρεμπέτικο τραγούδι, το περίφημο «Το τάβλι» ή «Τα νέα της Αλεξάνδρας», σε δικούς του στίχους.
Ο Κώστας Γιαννίδης υπήρξε μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων και της Ένωσης Μουσουργών Ελλάδος. Μιλούσε γαλλικά και γερμανικά και ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα στις 17 Ιανουαρίου του 1984, μία μέρα πριν από τον Βασίλη Τσιτσάνη, με συνέπεια σε δύο μέρες η χώρα να χάσει δύο σημαντικές προσωπικότητες της μουσικής.
ΠΗΓΕΣ: www.palmografos.com, www.ogdoo.gr, https://stixoi.info, www.elculture.gr, www.thetoc.gr, http://mpetskas.com, www.pontosnews.gr

ΚΑΛΗ ΑΚΡΟΑΣΗ τα χρόνια περνούν τα τραγούδια ταξιδεύουν