ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ, ΓΛΥΚΕΡΙΑ, ΜΑΝΩΛΗΣ ΛΙΔΑΚΗΣ
ΣΤΟ ΣΟΥ ΜΙ ΤΖΟΥ ΚΑΠΟΙΑ ΒΡΑΔΙΑ
Στίχοι: Μιχάλης Γκανάς
Μουσική: Νίκος Ξυδάκης
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυδάκης, Γλυκερία, Μανώλης Λιδάκης
LP, Album ” Πρώτο βράδυ στην Αθήνα ” 1983
ΕΡΜΗΝΕΙΑ: ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ, ΓΛΥΚΕΡΙΑ, ΜΑΝΩΛΗΣ ΛΙΔΑΚΗΣ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ: ΝΙΚΟΣ ΠΟΡΤΟΚΑΛΟΓΛΟΥ, ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗ
ΤΑΣΗΣ ΧΡΙΣΤΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ, ΜΑΡΘΑ ΦΡΙΝΤΖΗΛΑ,
Συμμετέχει η Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ
ΣΤΙΧΟΙ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ
«Τώρα πεινάμε και διψάμε για μια ανεπαίσθητη χειρονομία αγάπης»
ΣΤΟ ΣΟΥ ΜΙ ΤΖΟΥ ΚΑΠΟΙΑ ΒΡΑΔΙΑ
Στο Σου Μι Τζου κάποια βραδιά
έχασα όλα τα κλειδιά
και γύρευα λιμάνι
Δυο γιαπωνέζοι θυρωροί,
αμφιβολία δε χωρεί
με πήραν για χαρμάνη
Και πες, πες, πες
και ψου, ψου, ψου
κάποια βραδιά στου Σου-Μιτζού,
σε πέντε κι έξι γλώσσες
Α, είδαν πως ήμουν πονηρός,
και πριν να γίνουνε καπνός
μου κάνανε τις κλώσες
Δεν είχα όρεξη που λες,
να μάθουν όλες οι φυλές
πως ήμουν λυπημένος
Βρήκα στο μπαρ ένα Ρωμιό,
πήγα να ξομολογηθω
μα ήτανε πιωμένος.
LP, Album ” Πρώτο βράδυ στην Αθήνα ” 1983
Το 1983 κυκλοφορεί το «ΠΡΩΤΟ ΒΡΑΔΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ» σε στίχους του ίδιου του συνθέτη, του Μιχάλη Γκανά και Μανώλη Ρασούλη. Εδώ ο Νίκος Ξυδάκης για πρώτη φορά εμφανίζεται και σαν ερμηνευτής των τραγουδιών του, ενώ στο δίσκο συμμετέχουν επίσης η Γλυκερία και ο Μανώλης Λιδάκης.
Στο Σου Μι Τζου κάποια βραδιά
Ο Ξυδάκης ωστόσο λέει τα εξής: «Τι ήταν το Σου Μι Τζου; Πού βρισκόταν και πώς του ήρθε του Μιχάλη Γκανά να το κάνει στίχο; Μου το διηγήθηκε εκ των ύστερων ο ίδιος. Ένας φίλος του ναυτικός μέσα στη μοναξιά μες στη μαύρη νύχτα τον πήρε τηλέφωνο από ένα λιμάνι της Ιαπωνίας. Εκείνος του έλεγε που βρίσκεται, αλλά η φωνή από το τηλέφωνο δεν έφτανε καθαρά… Μόνο κάτι γιαπωνέζικες συλλαβές έπιανε το αυτί του. Τσου μου σου, Γιου μι τζου, Σου μι τζου, κάτι τέτοιο, ίδιος ο Μιχάλης Γκανάς έδωσε το τελικό άκουσμα δίχως να γνωρίζει αν ο τόπος, το Σου Μι Τζου δηλαδή, είναι υπαρκτός.»
ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ – ΕΝΑΣ ΓΝΩΣΤΟΣ ΜΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ | ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΟΡΦΑΝΟΥ
Ο Νίκος Ξυδάκης είναι μια μυστηριακή φυσιογνωμία για μένα. Θες ο εσωστρεφής τρόπος που τραγουδά, θες η ελαφρώς υπερβατική στιχουργία των τραγουδιών του, ακόμη και η στροφή του, από φέρελπις λαϊκός συνθέτης σε πιο προσωπικούς ανατολίτικους δρόμους, τριάντα χρόνια σχεδόν πριν, ίσως η ποιητική διάσταση που χαρακτηρίζει το έργο του σε συνδυασμό με μια αλλοτινή θεατρικότητα, μόλις τον γνώρισα -προσφάτως- άδραξα την ευκαιρία. Τον «πρωτοσυνάντησα» σε φοιτητικές κασέτες και στον πάλαι ποτέ Σείριο του Μάνου Χατζιδάκι, στο τέλος περίπου της εφηβείας μου και ούτε κι εγώ ξέρω τι με τράβηξε, σε ακούσματα κόντρα στη ροκ στάμπα του προσωπικού μου γούστου. Στη μουσική και τους στίχους του Νίκου συνυπάρχουν πολλά στοιχεία μαζί: οι παλιές εκδρομές με τα λαϊκά στο κασετόφωνο, τα τσιγάρα κασετίνα, τα κυριακάτικα πρωινά στην επαρχία, τα φαναρτζίδικα στον Πειραιά και τις εργατικές συνοικίες, η εγγύς Ανατολή, τα κοστούμια και τα καπέλα μιας άλλης καθημερινότητας, ποιητές αρχαϊκοί και σύγχρονοι, καθώς και βόλτες νυχτερινές με φίλους στις λεωφόρους της πόλης. Ιδού λοιπόν, σε μια σάλα παλαιάς ψηλοταβανης αστικής οικίας του ’30, τι μου αφηγήθηκε:
…..Πολλά τραγούδια επίσης τα έχω γράψει στο δρόμο. To στο Σου Μι Τζου κάποια βραδιά το έγραψα από το βιβλιοπωλείο της Δωδώνης που ο Μιχάλης Γκανάς μου έδωσε τους στίχους, μέχρι να φτάσω στο σπίτι μου, διαβάζοντάς το στο δρόμο. Θυμάμαι να είμαστε σε γωνιές δρόμων με το Γκόνη, το Ρασούλη, στη Φωκίωνος Νέγρη έχω γράψει δυο τραγούδια καθώς κάναμε βόλτες.
…..Εγώ δεν είχα την πρόθεση να τραγουδήσω, αλλά με παίρνει ο Πατσιφάς μια νύχτα, γύρω στις δύο, τρεις, αφού είχαν ηχογραφηθεί οι ορχήστρες για το “Πρώτο βράδυ στην Αθήνα”, τα οποία τραγούδια τα είχαμε γράψει για να τα πει ο Νίκος Παπάζογλου, αλλά για κάποιο λόγο δε συνέχισε και μου λέει λοιπόν ο Πατσιφάς “εσύ θα τα πεις παιδί μου τα τραγούδια.” -Εγώ πως θα τα πω, του απαντώ, δεν είμαι τραγουδιστής, “όχι, μου λέει, εσύ θα τα πεις”. Με είχε ακούσει όταν του τα είχα παίξει μ’ένα πιάνο στη Λύρα, γιατί τότε δεν είχαμε ακόμα τα ντέμο και τα σχετικά. Το δυστύχημα βέβαια ήταν, ότι αφού με έψησε να τα πω, πάω λίγο καιρό μετά που είχαμε ένα ραντεβού, ανοίγει η πόρτα και μου λέει η γραμματέας του “ο κύριος Πατσιφάς πέθανε”. Είχε “φύγει” εκείνο το πρωί. Ήταν σαν να είχε μια δεισιδαιμονία αυτός ο δίσκος. Περνάει ένα ταραγμένο διάστημα για την εταιρεία, ώσπου την αναλαμβάνει ο Κυριάκος Μαραβέλιας, που ήταν μέτοχος ήδη, ο οποίος δεν ήθελε να αναγνωρίσει ότι εγώ θα έλεγα τα τραγούδια, “θα χαντακωθούν τα τραγούδια” έλεγε. Αυτός όμως είχε μια ιερή, θα λέγαμε, σχέση με τον Πατσιφά, του λέω ξέρετε, δεν έχω το ψώνιο να τραγουδήσω, αλλά αυτή ήταν η επιθυμία του Πατσιφά. Αυτό τον “έπιασε” και μου λέει, “έχεις δίκιο, δε μπορούμε σχεδόν να κάνουμε αλλιώς” (γέλια).
Ο Μιχάλης Γκανάς γεννήθηκε στον Τσαμαντά Θεσπρωτίας το 1944. Από το 1962 ζει και εργάζεται στην Αθήνα, όπου ήρθε για να σπουδάσει νομικά. Βιβλιοπώλης για μια δεκαπενταετία, συνεργάστηκε αργότερα με την κρατική τηλεόραση ως επιμελητής λογοτεχνικών εκπομπών και σεναριογράφος. Από το 1989 είναι κειμενογράφος σε διαφημιστική εταιρεία. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, ενώ στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από γνωστούς Έλληνες και ξένους συνθέτες: Μ. Θεοδωράκης, Ν. Μαμαγκάκης, Ν. Ξυδάκης, Δ. Παπαδημητρίου, Ν. Κυπουργός, G. Bregovic, A. Dinkjian κ.ά. Μετέφρασε τις “Νεφέλες” του Αριστοφάνη για το Θέατρο Τέχνης – Κάρολος Κουν και τους “Επτά επί Θήβας” του Αισχύλου για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Πατρών.
Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το βιβλίο του “Παραλογή”. Τον Δεκέμβριο του 2011 τιμήθηκε με το Βραβείο Ποίησης του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του. ΠΗΓΕΣ: www.andro.gr, tsamantas.com, dialogos.com.cy, afterschoolbar.blogspot.com,
ΚΑΛΗ ΑΚΡΟΑΣΗ τα χρόνια περνούν τα τραγούδια ταξιδεύουν