ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ
ΧΑΡΟΚΟΠΟΥ 1942-1953 (ΣΤΙΣ ΠΑΡΆΓΚΕΣ)
Στίχοι: Άκης Πάνου
Μουσική: Άκης Πάνου
Ερμηνεία: Γιώργος Νταλάρας
LP, Album ” Θέλω Να Τα Πω ” 1982
Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ ΖΩΝΤΑΝΑ ΣΤΟ MEGA
ΧΑΡΟΚΟΠΟΥ 1942-1953 (ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΓΚΕΣ)
Εφτά νομά σ’ ένα δωμά
πού να ξαπλω να κλείσεις μά ;
Ο ένας πάει σινεμά
ο άλλος πέφτει και κοιμά
ύπνος με βάρδια δηλαδή
στην πόρτα σύρμα για κλειδί.
Εφτά νομά δυστυχισμέ
σ’ ένα δωμά φυλακισμέ
δικαίως αγανακτισμέ
και με τα πάντα αηδιασμέ .
Πώς τα ’χεις έτσι μοιρασμέ
ντουνιά ψευτοπολιτισμέ ;
Οι δυο δουλε απ’ τους εφτά
από τα χρέ τι να προφτά ;
Σαν τα τσουβά , σαν τα σκουπί
εφτά νομά χωρίς ελπί
σ’ ένα δωμά μισογιαπί.
Ποιος να φωνά και τι να πει;
LP, Album ” Θέλω Να Τα Πω ” 1982
Ο δίσκος κάνει αίσθηση εκείνη την εποχή. Οι πωλήσεις ξεπερνούν τις 50.000. Κυκλοφορεί τότε και στην αγορά της Αμερικής από την Peters International. Αρκετά χρόνια αργότερα και με την επιβολή πλέον του ψηφιακού ήχου, κυκλοφορεί σε cd και σε remastered cd. Η ενορχήστρωση και διεύθυνση της ορχήστρας είναι του Άκη Πάνου. Η ηχογράφηση έγινε στην Columbia, με ηχολήπτη τον Τάκη Φιλιππίδη και βοηθό τον Γιάννη Παπαϊωάννου Στο δίσκο παίζει μια πλειάδα σημαντικών μουσικών με προεξάρχοντες τους Κώστα Παπαδόπουλο και Λάκη Καρνέζη στα 3χορδα μπουζουκια.
Ο Γιώργος Νταλάρας τραγουδά Άκη Πάνου – Θέλω Να Τα Πω (Μάρτιος 1982)
Ο Γιώργος Νταλάρας σε συνέντευξή του στα «Νέα» τον Απρίλιο του 1982 ένα μήνα μετά την κυκλοφορία ενός δίσκου – σταθμού στην ιστορία του λαϊκού τραγουδιού. ” Θέλω να τα πω ” που κυκλοφορεί από τη Minos, σε μια εποχή όπου η «φθορά» του πολιτικού τραγουδιού, όπως αυτό διαμορφώνεται από τη μεταπολίτευση και μετά είναι πλέον εμφανής, ενώ ιδιαίτερη άνθηση γνωρίζουν οι κομπανίες, που επαναφέρουν στο προσκήνιο παλιά λαϊκά και ρεμπέτικα τραγούδια, μιλά για τον δημιουργό Άκη Πάνου.
«O Άκης Πάνου υπήρξε φίλος του πατέρα μου. Τον γνωρίζω από τότε, που ήμουνα παιδί. Πρόκειται για έναν γνήσιο λαϊκό συνθέτη, από τους λίγους που έχουν απομείνει…» και συνεχίζει: «Ο Άκης Πάνου, γράφει λόγια και μουσική μόνο για το κέφι του. Ουδέποτε κατά παραγγελίαν. Και τα τραγούδια του είναι αληθινά. Γιατί μιλάνε για βιωμένα πράγματα. Με τον Άκη Πάνου, συμβαίνει τελευταία, όπως συνέβη και παλιότερα το εξής: Κάποιοι “ειδικοί”, που δεν έχουν καμία σχέση ούτε με τον Άκη Πάνου, ούτε με τον τρόπο ζωής του, ούτε με τα τραγούδια του, μάθανε δυο-τρία πράγματα γι’ αυτόν και τον …”ανακαλύψαν”! Και δώστου συνεντεύξεις στα ραδιόφωνα και τις εφημερίδες και δώστου αυταρέσκεια για την “ανακάλυψη” αυτού του σπουδαίου δημιουργού που είναι στο περιθώριο. Μετά λοιπόν απ’ αυτή τη φασαρία και το “μπλα μπλα”, θα δεις ούτε λέξη πια για τον Άκη Πάνου! Σα να μην υπάρχει γι’ αυτούς, όπως δεν υπήρχε για κάποιους άλλους στο παρελθόν».
Στο σημείωμά του στο οπισθόφυλλο της πρώτης έκδοσης ο συνθέτης γράφει: «Πριν από ένα ή και μισό αιώνα το τραγούδι ήταν στιχάκια του δημοτικού της λογοτεχνίας με μουσική ανάλογη: “πάρε με Αντριανα μου να σε βοηθώ στην πλύση και να σου κουβαλώ νερό απ’ το βατραχονήσι”. Κουβέντες χωρίς “βάθος” αλλά και “τεχνική” αντιπαραγωγική. Ασφυκτικά μέτρα και ομοιοκαταληξίες που σπάνε το κεφάλι τους να “σκαρώσουν” οι ποιητές, όπως σπάνε το κεφάλι τους οι αρχιτέκτονες να σκαρώσουν “αρμονικά” διακοσμητικά να στολίσουν τα κτίρια μέσα κι έξω. Φταίνε βέβαια και οι “γλωσσονόμοι” που γράφανε στα λεξικά κι εξακολουθούν να το γράφουν πως “ποίηση είναι η λογοτεχνική δημιουργία σε στίχους”. Έπειτα ήρθε η “προοδευτική” εξέλιξη κι έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Η μουσική “τέχνη” χωρίστηκε σε “άτεχνη” και “έντεχνη”. Μουσική μαθηματική, εξευγενισμένη, γραμμένη επιστημονικά με φθόγγους “ειδικούς”. Ντυμένο μ’ αυτή τη “νέα” μουσική “πέρασε” κι έγινε προσιτό το μεγαλειώδικο έργο των πολλών μεγάλων.
“άξιον εστί το καμα που κλωσάει
στο γιοφύρι από κάτω τα ωραία κοτρόνια
τα σκατά των παιδιών με την πράσινη μύγα”
“τούτη η κολώνα έχει μια τρύπα
βλέπεις την Περσεφόνη;”
Δεν είναι τραγικό αν σε καταλάβουν και δεν σε δεχτούν, τραγικό είναι να σε δέχονται χωρίς να σε καταλαβαίνουν
Τούτο το τελευταίο δεν είναι “ποίηση” είναι ένα απ’ τα πιστεύω μου. Τα τραγουδια που υπάρχουν σ’ αυτό το δίσκο είναι “απλοϊκά τραγουδάκια” με “άτεχνη” μουσική και στίχους με θέματα που καίνε εμένα κι όσους δεν τη “βρίσκουν” καθόλου-ποτέ- και με τίποτα. Φοβάμαι πως θα “σοκάρουν” όσους τη “βρίσκουν” με την τρύπα της κολώνας, την Περσεφόνη, την πράσινη μύγα και τα σκατά των παιδιών».
Ο Θανάσης Γιώγλου στο Ogdoo.gr στις 07/04/2011 στο άρθρο του για το δίσκο σημειώνει σχετικά: Σε μια εποχή που το τραγούδι κατακλύζεται από διάφορα «ερωτοσκευάσματα», ο Άκης Πάνου χτυπά τη «γροθιά στο μαχαίρι»… Με στίχους και φράσεις που ακούγονται για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας, όπως «κι όποιος φύγει κάνει φάλτσο, θα του κάτσω μπάτσο, εγώ θέλω στο χορό μου όμορφο χαβά» ή «κι αν λεν πως βαριαμάρτησα υπάρχουν και ρουφιάνοι», για μια ακόμη φορά πρωτοτυπεί…. Είναι σκληρός και ιδιόρρυθμος, συνάμα όμως αληθινός και διαχρονικός… Πολύ απλά είναι ο εαυτός του, χωρίς καμιά διάθεση υποκριτικής ή συγκάλυψης των καταστάσεων που περιγράφει … Πόσο αληθινοί μοιάζουν, ακόμα και σήμερα, οι στίχοι στην Προσευχή του καλού ραγιά που «ευχαριστεί το Θεό γιατί τον άφησε να ζήσει άλλη μια μέρα και να υπηρετήσει τον Αγά». και συνεχίζει την κριτική του για το δίσκο Οι πολύ «δυνατές» μελωδίες όσο και οι «ατόφιες» λαϊκές ενορχηστρώσεις αποτελούν επίσης, πολύ δυνατά πλεονεκτήματα αυτού του δίσκου… Οι δε ερμηνείες του Νταλάρα «σφραγίζουν» τα κομμάτια… Στο ομώνυμο τραγούδι, έχω την εντύπωση, πως ξεπερνά τον ίδιο του τον εαυτό… Όχι μόνο στην εκτέλεση του δίσκου, αλλά όποτε ερμηνεύει το τραγούδι ζωντανά… Το ίδιο ισχύει και για το Χαροκόπου αλλά και για πολλά από τα υπόλοιπα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως έχει και η άποψη του ¨Ακη Πάνου για τη συγκεκριμένη δουλειά, όπως την εξέφρασε σε συνέντευξή του στον Πάνο Γεραμάνη: «Ενώ όλα τα τραγούδια ήταν θαυμάσια, η εταιρεία προτίμησε να αναδείξει μόνο δύο: “Θέλω να τα πω” και “Χαροκόπου”. Η ζωή όμως τιμωρεί. Γιατί ο κόσμος αγάπησε και έκανε σουξέ όλα σχεδόν τα κομμάτια του δίσκου με τον Νταλάρα. Έτσι με αυτόν τον τρόπο αποδείχθηκε ότι τα τραγούδια που κάτι λένε, κρύβουν μια δυναμική που δεν μπορεί να την εμποδίσει κανένα κύκλωμα και καμία εταιρεία».
Στο βιβλίο των Γιάννη Πετρίδη-Κώστα Ζουγρή Τα Τραγούδια Των Ελλήνων (εκδόσεις «Ανατολικός» 2004), ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους δημιουργούς, ο Πάνος Κατσιμίχας, διαλέγει σαν το πιο αγαπημένο του ελληνικό τραγούδι, ένα από τα κλασσικά αυτού του δίσκου ” το Χαροκόπου “, λέγοντας τα εξής: «Κάποιο καλοκαίρι (αρχές της δεκαετίας του ’80), ταξίδευα με πλοίο από Ανκόνα για Πάτρα. Είχα να δω την Ελλάδα σχεδόν δυόμισι χρόνια. Καθόμουν μόνος μου στο κατάστρωμα και κάπνιζα. Πού λεφτά για καμπίνα. Είχα κάνει μιάμιση μέρα ταξίδι με τρένο από Βερολίνο, ήμουν βουτηγμένος σε μαύρες σκέψεις και άυπνος σχεδόν δύο μέρες. Πλησιάζαμε στην Πάτρα, όταν ξαφνικά, δεν ξέρω αν ήταν κάποιο ραδιόφωνο ή κασέτα κάποιου από το πλήρωμα του πλοίου, άκουσα το τραγούδι. Το άκουγα για πρώτη φορά στη ζωή μου κι έτσι όπως ερχόταν από τα μεγάφωνα (κόρνες) του καταστρώματος, ελαφριά αλλοιωμένο από τον αέρα της ανοιχτής θάλασσας, κεραυνοβολήθηκα. Έπιασα μια καβάτζα και έκλαιγα σαν μωρό παιδί. “Επτά νομά, σ ένα δωμά”. Το απόλυτο μπλουζ, το απόλυτο Ουσάκ, η απόλυτη ροκ γλώσσα, η σπαρακτική ερμηνεία του Γιώργου, ο μεγάλος Άκης Πάνου, η μοναξιά της ξενιτιάς, η νοσταλγία, τα βάσανά μου, όλα μαζί. Ένα βαρύ, απελπισμένο, μαύρο τραγούδι, που όμως με λύτρωσε, ίσως γιατί αυτό ακριβώς είναι το blues. Λάδι στις πληγές του αγγέλου».
ΠΗΓΕΣ: www.ogdoo.gr, www.discogs.com,
ΚΑΛΗ ΑΚΡΟΑΣΗ ταχρόνια περνούν τα τραγούδια ταξιδεύουν