Οι Αμερικανοί τιμούν τα αγαπημένα τους…
AFI: American Film Institute
Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου (αγγλικά: American Film Institute, συντομογραφία: AFI) είναι ανεξάρτητος, μη κερδοσκοπικός οργανισμός, ο οποίος ιδρύθηκε το 1967 όταν ο Αμερικανός πρόεδρος Λίντον Τζόνσον υπέγραψε τον νόμο National Foundation on the Arts and the Humanities Act.
Το AFI καθιέρωσε το βραβείο Life Achievement Award το 1973. Το φεστιβάλ του Ινστιτούτου, AFI Fest, ξεκίνησε το 1987 και έκτοτε διοργανώνεται σε ετήσια βάση. Το 1998, με την ευκαιρία της 100ης επετείου του αμερικανικού κινηματογράφου, το AFI ξεκίνησε τη σειρά 100 Χρόνια…, η οποία πανηγυρίζει και προάγει το ενδιαφέρον για την ιστορία του αμερικανικού κινηματογράφου. Το Ινστιτούτο αναλαμβάνει επίσης την συντήρηση παλιών ταινιών, τα φιλμ των οποίων είναι επιρρεπή σε αλλοιώσεις.
Ένας τρόπος για να αναγνωριστεί μια ταινία ως κλασική, είναι και οι διάφορες λίστες καλύτερων ταινιών που βγαίνουν από οργανισμούς ή περιοδικά. Όσον αφορά την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, την πιο έγκυρη λίστα, ή μάλλον σειρά από λίστες, την ανακοινώνει πάντα το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου, κοινώς AFI (American Film Institute). Μετά από μια μεγάλη σειρά από λίστες, που αφορούν διάφορες κατηγοριοποιήσεις, ήρθε η ώρα για δέκα TOP-10 ειδικών κατηγοριών.
Τα καλύτερα Κινούμενα Σχέδια, Ρομαντικές Κομεντί, Γουέστερν, Αθλητικά, Μυστηρίου, Φαντασίας, Επιστημονικής Φαντασίας, Γκάγκστερ, Δικαστικά Δράματα και Έπη, πάντα όμως made in USA, αφού το ινστιτούτο πάντα αγνοεί τις μη αγγλόφωνες παραγωγές. Βρήκαμε πιο ενδιαφέρουσες τις λίστες που αφορούν τα Μυστηρίου, τα Γκαγκστερικά, τα Δικαστικά και τα Έπη, όχι ότι δεν λείπουν σημαντικές ταινίες, αλλά από τις υπόλοιπες λίστες λείπουν πολύ περισσότερες… Τέλος με τα λόγια, ιδού τα καλύτερα των καλύτερων, κατά AFI…
ΤΑΙΝΙΕΣ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ: ΤΟΠ 10 ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ
10 Οι Συνήθεις Ύποπτοι (1995) The Usual Suspects
Το Συνήθεις Ύποπτοι (ή Οι Συνήθεις Ύποπτοι) (πρωτότυπος τίτλος: The Usual Suspects) είναι αμερικανική neo-noir, θρίλερ, αστυνομική ταινία μυστηρίου, του 1995, σε σκηνοθεσία Μπράιαν Σίνγκερ και σε σενάριο Κρίστοφερ Μαγκουάιρ. Πρωταγωνιστούν οι Στίβεν Μπάλντουιν, Γκάμπριελ Μπερν, Μπενίσιο ντελ Τόρο, Κέβιν Πόλακ, Τσαζ Παλμιντέρι και Κέβιν Σπέισι.
Υπόθεση: Η ταινία εξελίσσεται μέσα από την ανάκριση του Ρότζερ “Βέρμπαλ” Κιντ, ενός μικρολωποδύτη ανάπηρου, ο οποίος είναι ο μόνος επιζών από μία σφαγή που έγινε στην προβλήτα του Λιμανιού του Λος Άντζελες. Ο Βέρμπαλ εξηγεί στον αστυνομικό πως η συμμορία του βρέθηκε εκεί, αλλά και πώς ο (τρομερός) νονός της νύχτας Keyser Söze, τους χάλασε τη δουλειά. Η ανάκριση γίνεται μέσω αφηγήσεων και flashback, ενώ όσο προχωράει γίνεται ιδιαιτέρως πολύπλοκη.
Η ταινία ανοίγει με τον εγκληματία Ντιν Κίτον, ξαπλωμένο και βαριά τραυματισμένο στην προβλήτα του Σαν Πέδρο Μπέι. Εκεί υπάρχει και μία μυστηριώδης φιγούρα, ονομαζόμενη Keyser, ο οποίος τον πυροβολεί και βάζει φωτιά στο πλοίο. Το αιματοκύλισμα που έγινε στο καράβι αφήνει πίσω του, μόνο δύο επιζήσαντες: τον Άρκος Κόβας, έναν Ούγγρο μαφιόζο, ο οποίος είναι σε θανάσιμη κατάσταση και νοσηλεύεται, αλλά και τον Ρότζερ “Βερμπαλ” Κιντ, έναν μικρο απατεωνα, με κινητικά προβλήματα. Ο Ντετέκτιβ Dave Kujan, από τη Νέα Υόρκη, ανακρίνει τον Βέρμπαλ, ο οποίος του περιγράφει τα γεγονότα μέσα αναδρομών, μέσω των οποίων τον οδηγεί και σε τέσσερις άλλους εγκληματίες, τον Κίτον, τον Μάικλ ΜακΜάνους, τον Φρεντ Φένστερ και τον Τολντ Χόκνι…………«Το καλύτερο κόλπο που έκανε ποτέ ο Διάβολος είναι να πείσει τον κόσμο πως δεν υπάρχει», άκουσες να λέει κατά τη διάρκεια του φιλμ ο κακομοίρης Verbal αλλά την πέρασε στα ψιλά.
Αυτό το τέλος ήταν αποθέωση. Λίγα δευτερόλεπτα πριν το φινάλε έρχονται τα πάνω-κάτω. Πλέον οι Συνήθεις Ύποπτοι δεν λογίζονται ως θύματα. Θύμα είσαι εσύ που παρακολούθησες την ταινία και Keyser Söze σκηνοθέτης και σεναριογράφος μαζί. Ένα τέλος που όσο χτιζόταν το φιλμ δεν μπορούσες να συλλάβεις ότι βρίσκεται μπροστά σου τόση ώρα και σε κοροϊδεύει. Εκείνη τη στιγμή, στέκεσαι σαν τον ανήμπορο να αντιδράσει και να συνειδητοποιήσει τι συνέβαινε Chazz Palminteri την ώρα που ανακαλύπτει την αλήθεια.
Παρατηρήσεις: Η ταινία γυρίστηκε με ένα μπάτζετ περί τα 6 εκατομμύρια δολάρια. Η όλη ιδέα ξεκίνησε από τον τίτλο της ταινίας, ο οποίος πάρθηκε από μία στήλη του περιοδικού Spy, The Usual Suspects, μίας από τις πιο γνωστές ατάκες του Κλοντ Ρέινς, από το κλασικό έργο, Καζαμπλάνκα. Ο Σίνγκερ, σκέφτηκε πως επρόκειτο για καλό τίτλο ταινίας, ενώ η κινηματογραφική αφίσα, που δημιούργησε αυτός με τον Μαγκουάιρ, ήταν η πρώτη οπτική ιδέα του έργου.
Η ταινία προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Καννών του 1995 και ακολούθως κυκλοφόρησε και στους κινηματογράφους. Οι κριτικές, εν τέλει, ήταν ως επί το πλείστον θετικές και η κινηματογραφική διανομή διευρύνθηκε. Ο Μαγκουάιρ, αργότερα, κέρδισε ένα Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου, ενώ ο Σπέισι ένα Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου. Το Writers Guild of America βαθμολόγησε το σενάριο της ταινίας 35ο, ανάμεσα στα καλύτερα σενάριο όλων των εποχών.Πλέον, φημίζεται ότι έχει ένα από τα διασημότερα plot twist στην ιστορία του κινηματογράφου.
09 Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Αμέσου Δράσεως (1954) Dial M for Murder
Η ταινία Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Αμέσου Δράσεως (Πρωτότυπος Τίτλος Dial M For Murder) είναι θρίλερ παραγωγής 1954, σε σκηνοθεσία Άλφρεντ Χίτσκοκ. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι ο Ρέι Μιλάντ, η Γκρέις Κέλι κι ο Ρόμπερτ Κάμινγκς. Η ταινία είναι βασισμένη σε θεατρικό έργο του Φρέντρικ Νοτ, το οποίο διασκεύασε ο ίδιος για τη μεγάλη οθόνη.
Υπόθεση: Ο Τόνι Γουέντις (Ρέι Μιλάντ), πρώην πρωταθλητής του τένις, που εργάζεται πλέον ως πωλητής αθλητικών ειδών, ανακαλύπτει ότι η σύζυγός του, Μάργκο (Γκρέις Κέλι), τον απατά με τον Μαρκ Χάλιντεϊ (Ρόμπερτ Κάμινγκς), συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων. Ο Γουεντις αποφασίζει να ξεφορτωθεί τη σύζυγό του για να κληρονομήσει την περιουσία της και προκειμένου να μην κινήσει τις υποψίες της αστυνομίας αναθέτει τη δολοφονία της στον Τσαρλς Σουάν (Άντονι Ντόουσον), έναν συμμαθητή του από το κολέγιο, που έχει ήδη κατηγορηθεί για ληστεία και που πλέον τον χρηματοδοτούν γηραιές κυρίες. Με όπλα τον εκβιασμό και χρηματική αποζημίωση ο Γουεντις αναγκάζει τον Σουάν να σκοτώσει τη γυναίκα του, σχεδιάζοντας έτσι το τέλειο έγκλημα.
Κριτική: Ο Χίτσκοκ, παραδίδει μαθήματα μοντάζ εσωτερικού χώρου και καταγράφει με χειρουργική ακρίβεια σχέσεις και εσωτερικές σκέψεις με ήρωες ένα ζευγάρι που δεν αγαπιέται πια, τον εραστή της γυναίκας κι ένα πτώμα που πρέπει οπωσδήποτε κάποιος να χρεωθεί για να επέλθει η κάθαρση. ο Χίτσκοκ κάνει μεγάλο σινεμά δωματίου, εισχωρώντας βαθιά στην ψυχή των εμπλεκομένων, ειδικά επειδή δεν μπορούν να δραπετεύσουν. Μεγιστοποιεί την απειλή, μεγεθύνει τον φόβο, περιπλέκει το μοντάζ και εντείνει το μυστήριο, κρατώντας τις ισορροπίες ανάμεσα στα κλειδιά της λύσης και τη σημειολογία του λόγου και της εμφάνισης. Σε αντίθεση με την απελπισμένη, αγέρωχη και καλοντυμένη θεά Γκρέις Κέλι, οι άντρες στήνουν γύρω της ένα μακάβριο χορό σκιών και μας κολλάνε στο κάθισμα τόσα χρόνια μετά την πρώτη προβολή μιας ταινίας που δεν είναι καθόλου παρωχημένη.
Παρατηρήσεις: Τα γυρίσματα που ξεκίνησαν στις 30 Ιουλίου του 1953 και ολοκληρώθηκαν σε 36 μόλις μέρες έγιναν στα στούντιο της Warner Bros. στο Μπέρμπανκ.
Η ταινία έλαβε την 48η θέση στη λίστα που θεσπίστηκε από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου το 2006 με τίτλο AFI 100 Χρόνια… 100 Επευφημίες ενώ το 2008 έλαβε την 9η θέση στη λίστα με τις 10 καλύτερες ταινίες μυστηρίου όλων των εποχών.
08 Μπλε Βελούδο (1986) Blue Velvet
Το Blue Velvet είναι μια ταινία θρίλερ μυστηρίου neo-noir του 1986, σε σενάριο και σκηνοθεσία του David Lynch . Συνδυάζοντας τον ψυχολογικό τρόμο [4] [5] με το φιλμ νουάρ , στην ταινία πρωταγωνιστούν οι Kyle MacLachlan , Isabella Rossellini , Dennis Hopper και Laura Dern , και πήρε το όνομά της από το ομώνυμο τραγούδι του 1951.
Ο Λιντς μας προσκαλεί στον γοητευτικό εφιάλτη που κρύβεται πίσω από τη ροζ ευτυχία των αμερικανικών προαστίων και ταυτόχρονα σε μια τολμηρή κατάδυση στην τρομακτική πλευρά του ανθρώπινου ασυνείδητου. Μετά το «Μπλε Βελούδο» τα κινηματογραφικά όνειρα δεν θα ήταν ποτέ ξανά τα ίδια. Έχοντας δοκιμαστεί στο πειραματικό σινεμά («Eraserhead») αλλά και στην ταινία εποχής («Ο Άνθρωπος Ελέφαντας») και στην περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας («Dune»), ο 40χρονος Ντέιβιντ Λιντς νιώθει πλέον ώριμος να μας συστήσει το προσωπικό κινηματογραφικό σύμπαν του. Αυτό το οποίο θα κατοχυρωθεί κατόπιν ως «λιντσικός εφιάλτης» –και το «Eraserhead» έχει απλώς υπαινιχθεί κάποια από τα μοτίβα του– ξεκινάει λοιπόν εδώ,
Υπόθεση: Οταν ο νεαρός Τζέφρι Μπόμοντ ανακαλύπτει σε ένα χωράφι ένα κομμένο ανθρώπινο αυτί. Ο αστυνόμος του ειδυλλιακού Λάμπερτον τον συμβουλεύει να μην αναφέρει σε κανέναν το γεγονός, αλλά η κόρη του πληροφορεί τον Τζέφρι πως η υπόθεση συνδέεται με τη γοητευτική τραγουδίστρια Ντόροθι Βάλενς. Εκείνος θα τη γνωρίσει και θα επιχειρήσει να μπει κρυφά στο σπίτι της, για να εμπλακεί σε ένα σαδομαζοχιστικό ερωτικό παιχνίδι και να συναντήσει τους παρανοϊκούς γκάνγκστερ που έχουν απαγάγει το σύζυγο και το παιδί της.
Κριτική: Το φιλμ νουάρ συναντά τον Λουίς Μπουνιουέλ, τον Άλφρεντ Χίτσκοκ και την (καλά κρυμμένη) παράνοια της αμερικανικής καθημερινότητας των προαστίων σε μια τολμηρή ιστορία ενηλικίωσης γεμάτη σινεφίλ αναφορές! Ευφυής και θαρραλέος, ο Λιντς δεν φοβάται να πατήσει στην παράδοση του γκανγκστερικού θρίλερ, να βυθίσει την πλοκή του σε μια σκοτεινά ονειρική ατμόσφαιρα και να φέρει στην επιφάνεια όλες τις ψυχαναλυτικές και κοινωνικοπολιτικές παράμετροι του. Με μια αφοπλιστική κίνηση, αυτή του ζουμ της κάμερας μέσα στο κομμένο αυτί, το αμερικανικό όνειρο μετατρέπεται αυθωρεί σε αμερικάνικο εφιάλτη, τον οποίο πρέπει κάποιος να ζήσει μέχρι το τέλος, μέχρι το «αμαρτωλό» σεξ και τον «λυτρωτικό» φόνο, για να ξυπνήσει στην ευτυχισμένη(;) ενηλικίωση. Μέσα του δεν υπάρχει καλό και κακό, φυσιολογικό και ανώμαλο, οικείο και παράξενο, με την έντονη αίσθηση μιας βαθιάς, υπαρξιακής απειλής να καραδοκεί σε κάθε γωνία (του κάδρου). Σημειολογικός θησαυρός και στιλίστικο μάθημα σκηνοθεσίας, το «Μπλε Βελούδο» είναι μια ακατάτακτη, καινοφανής καλλιτεχνική εμπειρία, μετά από την οποία τα κινηματογραφικά όνειρα δεν θα ήταν ποτέ ξανά τα ίδια.
Διακρίσεις: Ο Λιντς ήταν υποψήφιος για Όσκαρ Καλύτερης Σκηνοθεσίας για την ταινία. Ο Ντένις Χόπερ προτάθηκε για Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνεία του. Η Isabella Rossellini κέρδισε ένα βραβείο Independent Spirit για τον καλύτερο γυναικείο πρωταγωνιστικό ρόλο το 1987. Ο David Lynch και ο Dennis Hopper κέρδισαν το βραβείο της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου του Λος Άντζελες το 1987 για το Blue Velvet στις κατηγορίες Καλύτερης Σκηνοθεσίας (Lynch) και Καλύτερος Β’ Ανδρικού Ρόλου (Hopper). Το 1987, η Εθνική Εταιρεία Κριτικών Κινηματογράφου απένειμε βραβεία Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερης Σκηνοθεσίας (David Lynch), Καλύτερης Φωτογραφίας (Frederick Elmes) και Καλύτερου Β’ Ανδρικού Ρόλου (Dennis Hopper).
07 Στη Σκιά των Τεσσάρων Γιγάντων (1959) North by Northwest
Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων (αγγλ. North by Northwest), είναι ο τίτλος κινηματογραφικής ταινίας του Άλφρεντ Χίτσκοκ παραγωγής του 1959 με πρωταγωνιστές τους Κάρι Γκραντ, Τζέιμς Μέισον και Εύα Μαρί Σέιντ.
Υπόθεση: Μια αμερικανική υπηρεσία αντικατασκοπίας κατασκευάζει έναν μυστικό πράκτορα, τον Κάπλαν. Τα μέλη ενός άλλου δικτύου κατασκόπων με επικεφαλής τον Βανταμ, ταυτίζουν με τον Κάπλαν τον Ρότζερ Θόρνχιλ, ο οποίος είναι ένας διαφημιστής στο επάγγελμα. Αρχικά απαγάγεται από αυτούς, όμως κατορθώνει να τους ξεφύγει. Οδηγεί στον τόπο όπου τον κρατούσαν την αστυνομία η οποία τελικά δεν βρίσκει τίποτα. Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμα πιο πολύ όταν σκοτώνεται στα χέρια του ένας αντιπρόσωπος του Ο.Η.Ε. και ενοχοποιείται. Τότε αρχίζει το ανθρωποκυνηγητό. Στό τρένο με το οποίο ταξιδεύει, γνωρίζεται με την Εύα, μια διπλή πράκτορα, η οποία εξυπηρετεί τον Βάνταμ, και θέλει να παρασύρει τον Θόρνχιλ και να τον στείλει σε ένα ένα ραντεβού θανάτου, όπου μόνος σε ένα χωράφι δέχεται επίθεση από ένα ψεκαστικό αεροπλάνο. Την τελευταία στιγμή γλιτώνει. Στη συνέχεια εντοπίζει την Εύα με τον Βάνταμ, ο οποίος τον απειλεί πως θα τον σκοτώσει. Συλλαμβάνεται από την αστυνομία όμως ο Θόρνχιλ, και ο αρχηγός της αντικατασκοπίας είναι που θα του αποκαλύψει όλη την αλήθεια. Όμως η Εύα, η οποία στην πραγματικότητα δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα του Βάνταμ, βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο. Σπεύδει να τη βοηθήσει εμποδίζοντας τον Βανταμ να διαφύγει και μαζί με την Εύα καταφεύγουν στο όρος Ράσμορ όπου βρίσκονται τα μεγάλα πορτρέτα των τεσσάρων προέδρων των Η.Π.Α. Εκεί αφού παλεύει με αυτούς με τους πράκτορες του Βάνταμ, γλιτώνει καταλήγοντας στην αγκαλιά της Εύας.
Κριτική: Θεαματικό, αστείο, σαρδόνιο, αγωνιώδες, περιπετειώδες, πανοραμικό, ερωτικό, πλούσιο, ταξιδιάρικο, μητροπολιτικό, σαρκαστικό: Το αριστουργηματικό κατασκοπικό μελόδραμα του Χίτσκοκ Στη Σκιά των Τεσσάρων Γιγάντων. Από το 1959 είναι φτιαγμένο για τη μεγάλη οθόνη, με τη vistavision κιτρινωπή φωτογραφία του Ρόμπερτ Μπερνς, το πολυτονικό, κοφτερό σενάριο του Έρνεστ Λίμαν και τις κομψές μετακινήσεις του Κάρι Γκραντ από τη Νέα Υόρκη και το Σικάγο στο Mount Rushmore και τη σκιά των πατέρων του έθνους, στην προσπάθειά του να ξεφύγει από κακοποιούς που τον έχουν περάσει για κάποιον άλλο. Το χιτσκοκικο mcguffin, τα ερωτικά quid pro quo, οι λανθασμένες πίστες και η πλάκα που κάνει ο Γκραντ μέσα στην αξιοπρεπή κακοδαιμονία του, καθιστούν την ταινία μιά από τις πιο διασκεδαστικές της σινεμασκόπ αμερικανικής περιόδου του σκηνοθέτη. Ακόμη κι εκείνοι που τη θεωρούν λιγότερο δαιμονική και εμμονική από τον Δεσμώτη του Ιλίγγου, λιγότερο ερωτική από τον Αυτόπτη Μάρτυρα, λιγότερο αγωνιώδη από τα Πουλιά και εξίσου ελαφριά με το Κυνήγι του Κλέφτη, ας ξαναδούν την καταδίωξη με το αεροπλάνο για να ’χουν να πορεύονται.
Παρατηρήσεις: Όσα διαδραματίζονται στον Ο.Η.Ε. είναι γυρισμένα σε στούντιο, κι αυτό επειδή μετά την ταινία The Glass Wall (1953), απαγορεύτηκαν τα γυρίσματα στο κτίριο του Οργανισμού. Ο Χίτσκοκ χρησιμοποίησε κρυφές κάμερες και έναν φωτογράφο προκειμένου να τραβήξει φωτογραφίες από το εσωτερικό των χώρων του κτιρίου προκειμένου να να γίνει πιστότερη αναπαράσταση των ντεκόρ του στούντιο
06 Το Γεράκι της Μάλτας (1941) The Maltese Falcon
Το Γεράκι της Μάλτας (αγγλικά: The Maltese Falcon), γνωστό και ως 5 Ένοχοι, 3 Εγκλήματα είναι ένα φιλμ Νουάρ παραγωγής 1941, σε σκηνοθεσία Τζον Χιούστον, βασισμένο στο ομώνυμο αστυνομικό μυθιστόρημα του Ντάσιελ Χάμετ. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στο ρόλο του ιδιωτικού ντετέκτιβ Σαμ Σπέιντ και η Μαίρη Άστορ στο ρόλο της φαμ φατάλ πελάτισσάς του. Οι δύο πρωταγωνιστές πλαισιώνονται από τους Γκλάντις Τζορτζ, Πίτερ Λόρε και Σίντνεϊ Γκρίνστριτ.
Υπόθεση: Μια ιστορία που εκτυλίσσεται στα πιο σκοτεινά λημέρια του Σαν Φρανσίσκο, εκεί που η παρανομία και το έγκλημα είναι καθημερινότητα και κυριαρχεί ο νόμος του δυνατότερου. Ο Σαμ Σπέιντ, είναι ένας σκληρός ντετέκτιβ, που έχει τον δικό του κώδικα τιμής. Μια μέρα, τον επισκέπτεται στο γραφείο του μια «μοιραία γυναίκα», η γοητευτική δεσποινίς Γουόντερ, και του ζητά να αναλάβει μαζί με τον συνάδελφό του, Μάιλς Άρτσερ, την παρακολούθηση ενός επικίνδυνου άντρα, του Φλόιντ Θέρλμπι. Όμως, ο Άρστερ και ο Θέρσμπι την επόμενη μέρα βρίσκονται δολοφονημένοι και όλες οι υποψίες στρέφονται στον Σπέιντ. Με τους αστυνομικούς να τον έχουν από κοντά, ο Σπέιντ προσπαθεί να βρει στην άκρη του νήματος σε μια υπόθεση, που όσο την ψάχνει γίνεται όλο και πιο περίπλοκη. Όταν τον επισκέπτεται στο γραφείο του ο μπράβος ενός κακοποιού και του προσφέρει μια υπέρογκη αμοιβή για να του επιστρέψει ένα πολύτιμο αγαλματίδιο, το «γεράκι της Μάλτας», ο Σπέιντ ξέρει ότι έχει μπλέξει σε μια μυστηριώδη υπόθεση. Την ίδια ώρα, η όμορφη δεσποινίδα Γουόντερ, εμφανίζεται με την πραγματική της ταυτότητα, ως μις Ο’ Σόνεσι, και του ζητά να την βοηθήσει να βρουν μαζί τον ανεκτίμητης αξίας θησαυρό. Ο θησαυρός καταλήγει στο γραφείο του Σπέιντ όταν τον φέρνει κρυμμένο σε πακέτο ένας άντρας που δολοφονείται πριν προλάβει να πει τίποτα. Με το γεράκι πια στην κατοχή του, ο Σπέιντ αρχίζει να κινεί αυτός τα νήματα που θα τον οδηγήσουν στη λύση του μυστηρίου…
Παρατηρήσεις: Η ταινία που αποτελεί το πρώτο σκηνοθετικό εγχείρημα του Τζον Χιούστον και προτάθηκε για 3 βραβεία Όσκαρ μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, έχει χαρακτηριστεί από πολλούς κριτικούς (όπως τον Ρόμπερτ Ίμπερτ και τους κριτικούς του Entertainment Weekly), ως μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, ενώ οι κριτικοί του περιοδικού Panorama du Film Noir Américain την αποκάλεσαν ως το πρώτο φιλμ νουάρ ευρείας διανομής στην ιστορία του κινηματογράφου. Το 1989 η ταινία επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικανικού Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου ως πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική. Το 1998 το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου κατέταξε την ταινία στην 23η θέση στη λίστα με τις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών.
05 Ο Τρίτος Άνθρωπος (1949) The Third Man
Η ταινία Ο Τρίτος Άνθρωπος (αγγλ. The Third Man) είναι Φιλμ νουάρ παραγωγής 1949, σε σκηνοθεσία Κάρολ Ριντ. Ο σεναριογράφος και συγγραφέας Γκράχαμ Γκριν έγραψε το σενάριο κι έπειτα εξέδωσε ένα μυθιστόρημα με τον ίδιο τίτλο (το οποίο είχε γράψει ως μέρος της προετοιμασίας για τη συγγραφή του σεναρίου της ταινίας). Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι ο Τζόζεφ Κότεν, η Αλίντα Βάλι και ο Όρσον Γουέλς.
Υπόθεση: Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Χόλι Μάρτινς (Τζόζεφ Κότεν) ένας απένταρος συγγραφέας φτάνει στη κατεχόμενη από τους συμμάχους Βιέννη για να συναντήσει τον παλιό του φίλο, Χάρι Λάιμ (Όρσον Γουέλς) που επρόκειτο να του δώσει δουλειά. Κατά την άφιξή του ενημερώνεται ότι ο Χάρι χτυπήθηκε από ένα φορτηγό μπροστά στην πολυκατοικία στην οποία διέμενε κι ότι είναι νεκρός. Την ημέρα της κηδείας του ο Χόλι συναντά μια όμορφη γυναίκα την Άννα Σμιντ (Αλίντα Βάλι), η οποία ήταν ερωμένη του Χάρι. Ο αξιωματικός της αστυνομίας Κάλογουεϊ (Τρέβορ Χάουαρντ), που ερευνά το θάνατο του Χάρι, προσφέρει στον Χόλι ένα εισιτήριο για να επιστρέψει στην Αμερική, αλλά όταν ο νεαρός άντρας συναντά δυο φίλους του Χάρι που ήταν μαζί του τη μέρα του ατυχήματος, των οποίων οι μαρτυρίες πάνω στο θάνατο του φίλου του διαφέρουν, ο Χόλι αποφασίζει να μείνει στη Βιέννη για να ξεδιαλύνει το μυστήριο.
Κριτική: Το αψεγάδιαστο φιλμ νουάρ των Κάρολ Ριντ και Γκράχαμ Γκριν (σενάριο) πετυχαίνει την τέλεια ισορροπία κινηματογραφικής απόλαυσης και κριτικού κοινωνικού σχολιασμού. Από την εντυπωσιακή εξπρεσιονιστική φωτογραφία του Ρόμπερτ Κράσκερ και τα διαγώνια πλάνα μέχρι την παθιασμένη σκηνοθεσία του Ριντ, που συνδυάζει το τρυφερό ρομάντζο με το καυστικό χιούμορ και το σασπένς, η ατμόσφαιρα της ταινίας γοητεύει αμέσως. Στο φόντο οι συμβολικοί χαρακτήρες και η υπερβατική διάσταση της πόλης. Ο Μάρτινς είναι ένας γεμάτος αυτοπεποίθηση Αμερικανός, αποφασισμένος να «σώσει» τη συντετριμμένη Ευρώπη. Ο Λάιμ μια ζωντανή ανάμνηση των αποτρόπαιων πτυχών του πολέμου. Και τέλος η Βιένη, υπό τον έλεγχο τεσσάρων ξένων δυνάμεων, φιλοξενεί την άτυπη πρόβα τζενεράλε του Ψυχρού Πολέμου. Ένας κόσμος ξεχαρβαλωμένος, με ξεκούρδιστους ανθρώπους που χορεύουν στους φάλτσους ρυθμούς του Άντον Κάρας.Το φιλμ νουάρ που καθόρισε το είδος, ισορροπώντας την αισθητική αρτιότητα με τη σκηνοθετική ευφυΐα.
Παρατηρήσεις: Η ταινία προτάθηκε για τρία βραβεία Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Σκηνοθεσίας και βραβεύτηκε με Όσκαρ Ασπρόμαυρης Φωτογραφίας. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε στην 57η θέση στη λίστα με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Σύμφωνα με πολλούς κριτικούς η ταινία συγκαταλέγεται μεταξύ των καλύτερων όλων των εποχών, εφόσον έχει επαινεθεί για τις ερμηνείες των ηθοποιών, για τη μουσική της επένδυση και για την ατμοσφαιρική της φωτογραφία.
04 Λάουρα (1944) Laura
Η ταινία Λάουρα (αγγλικά: Laura) γνωστή κι ως Λώρα είναι ένα αστυνομικό φιλμ νουάρ παραγωγής 1944, σε σκηνοθεσία Ότο Πρέμινγκερ βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Βέρα Κάσπαρι. Η διασκευή του σεναρίου έγινε από τους Τζέι Ντράξλερ, Σάμιουελ Χόφενσταϊν και Ελίζαμπεθ Ράινχαρντ. Πρωταγωνιστούν η Τζιν Τίρνεϊ, ο Ντέινα Άντριους, ο Κλίφτον Γουέμπ και ο Βίνσεντ Πράις.
Υπόθεση: Ο ντετέκτιβ Μαρκ ΜακΦέρσον ερευνά το θάνατο της Λόρα Χαντ, μιας πανέμορφης κοπέλας που βρέθηκε νεκρή στο διαμέρισμά της. Ανακρίνει τους υποψήφιους ενόχους, τον εκκεντρικό κοσμικογράφο Γουόλντο Λάιντεκερ, τον αρραβωνιαστικό της, Σέλμπι Κάρπεντερ, την πλούσια θεία της, Αν Τρέντγουελ και την πιστή της οικονόμο Μπέσι Κλέαρι και μέσα από τις μαρτυρίες τους πλάθει στο μυαλό του το χαρακτήρα της όμορφης κοπέλας. Το πορτρέτο που κρέμεται στο τοίχο του σαλονιού του σπιτιού της τον βοηθά να συνδυάσει το χαρακτήρα με τη μορφή της και σύντομα ο αστυνομικός βρίσκεται δέσμιος από τη γοητεία της νεκρής. Μέσα από τις φαντασιώσεις του αναρωτιέται ποιος θα μπορούσε να θέλει το θάνατο μιας κοπέλας που έκανε τους πάντες να την ερωτεύονται με την ευγενική της ψυχή. Μια νύχτα, ενώ βρίσκεται στα μισά των ερευνών του συμβαίνει κάτι πολύ παράξενο που θα τον κάνει να αναθεωρήσει όλα όσα έχει μάθει για την υπόθεση.
Κριτική: Αριστοτεχνικά σκηνοθετημένο, υποβλητικό και στυλάτο νουάρ, ένα από τα γοητευτικότερα της κινηματογραφικής ιστορίας. Με Όσκαρ φωτογραφίας και αξέχαστο σάουντρακ. Ξεκίνησε σαν b movie της σειράς, άλλαξε σκηνοθέτη (ο παραγωγός Ότο Πρέμινγκερ αντικατέστησε τον Ρομπερτ Μαμούλιαν) και φινάλε, έφερε σε σύγκρουση όλα τα μέλη της παραγωγής και κατέληξε σε ανεπανάληπτο αριστούργημα. Τα λιγότερα τα χρωστάει στο μυθιστόρημα της Βέρα Κάσπαρι στο οποίο στηρίζεται και του οποίου η πλοκή κρύβει μία και μοναδική έκπληξη: ένας αστυνομικός ερευνά τη δολοφονία της όμορφης Λόρα, όταν ξαφνικά η υποτιθέμενη νεκρή εμφανίζεται μπροστά του. Σαν δεύτερος Χίτσκοκ, ο οποίος δεν διασκεύασε παρά κατ’ εξαίρεση κάποιο σπουδαίο λογοτεχνικό έργο, ο δαιμόνιος Πρέμινγκερ («Ανατομία Ενός Εγκλήματος») τύλιξε την ίντριγκα σε μια ονειρική, γοητευτικά υποβλητική ατμόσφαιρα, υπογράμμισε τα πολλαπλά υπονοούμενα του καλογραμμένου σεναρίου, το οποίο γράφτηκε και ξαναγράφτηκε αμέτρητες φορές, κι εξάντλησε την ψυχαναλυτική τόλμη του αναδεικνύοντας κινηματογραφικά (από την πλανοθεσία, τις σκιές, τα βλέμματα) τη διφορούμενη, διεστραμμένη φύση των πρωταγωνιστων χαρακτήρων. Υπέγραψε έτσι ένα αρχετυπικό φιλμ νουάρ, το οποίο φλερτάρει μυστικιστικά με το σινεμά του φανταστικού, διαθέτει αξέχαστο σάουντρακ (Ντέιβιντ Ράσκιν) και βραβεύτηκε με Όσκαρ φωτογραφίας.
Παρατηρήσεις: Η ταινία προτάθηκε για πέντε βραβεία Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Σκηνοθεσίας και βραβεύτηκε με Όσκαρ Ασπρόμαυρης Φωτογραφίας. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε στην 79η θέση στη λίστα με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Το 1999 η ταινία χαρακτηρίστηκε από την Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου ως «πολιτιστικά, αισθητικά και ιστορικά σημαντική» και επιλέχθηκε να ενταχθεί στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Ηνωμένων Πολιτειών.
03 Σιωπηλός Μάρτυς (1954) Rear Window
Η ταινία Σιωπηλός Μάρτυς (αγγλ. Rear Window) είναι ψυχολογικό θρίλερ παραγωγής 1954, σε σκηνοθεσία Άλφρεντ Χίτσκοκ. Πρωταγωνιστες της ταινίας είναι ο Τζέιμς Στιούαρτ, η Γκρέις Κέλι, η Θέλμα Ρίττερ, ο Ρέιμοντ Μπερ κι ο Γουέντελ Κόρεϊ. Το σενάριο της ταινίας, που έγραψε ο Τζον Μάικλ Χέιζ είναι βασισμένο σε διήγημα του 1942 του Κόρνελ Γούλριτς με τίτλο It Had to Be Murder.
Υπόθεση: Όταν ο φωτορεπορτερ Τζει Μπι Τζεφ Τζέφρις (Τζέιμς Στιούαρτ) σπάει το πόδι του, αναγκάζεται να μείνει σπίτι του καθηλωμένος σε μια πολυθρόνα μέχρι να γίνει καλά. Έτσι περνάει τις μέρες του παρακολουθώντας από το παράθυρό του με τα κιάλια τις ζωές και τις συνήθειες των γειτόνων του. Κάποια στιγμή όμως του δίνεται η εντύπωση ότι ο Λαρς Θόργουολντ (Ρέιμοντ Μπερ), ένας άνδρας που μένει στην απέναντι ακριβώς πολυκατοικία, έχει σκοτώσει τη σύζυγό του. Δεν έχει όμως αποδείξεις και κανείς δεν τον πιστεύει. Τότε ζητάει από την αρραβωνιαστικιά του Λίζα Φρίμοντ (Γκρέις Κέλι) και από τη νοσοκόμας του Στέλλα (Θέλμα Ρίττερ) να τον βοηθήσουν να εξιχνιάσει το μυστήριο της χαμένης συζύγου του Θόρνγουολντ. Οι δυο γυναίκες καταστρώνουν λοιπόν ένα σχέδιο για να πιάσουν τον ύποπτο άνδρα στα πράσα. Το σχέδιο αυτό όμως μπορεί να βάλει σε κίνδυνο τις ζωές όλων.
Κριτική: Ειλικρινά ο,τι κι αν γραφτεί για το παρόν αριστούργημα του Hitchcock είναι λίγο. Ο μεγάλος σκηνοθέτης κατάφερε να διατηρήσει αμείωτο το ενδιαφέρον μέσα σ’ ένα ασφυκτικά περιορισμένο πεδίο δράσης χωρίς να κουράζει ή να μας κάνει να νιώθουμε βαριεστημένοι. Ούτε φυσικά ενοχλημένοι για το φανερά ψεύτικο μπλοκ διαμερισμάτων – άλλωστε τα έργα του «Alfie» συνηθίζουν να διαθέτουν «θεατρικότητα» κι αυτό είναι οφθαλμοφανές στο «Rear Window». Καλογραμμένοι διάλογοι, σπουδαίες ερμηνείες και εθιστική αλληλουχία γεγονότων συντελούν στη δημιουργία μιας θεσπέσιας ταινίας για την οποία η κατηγορία των θρίλερ μπορεί να υπερηφανεύεται. Όσο οι πρωταγωνιστές προβαίνουν σε σημαντικές αποκαλύψεις, τόσο διογκώνεται και η αγωνία στην καρδιά του θεατή. Από αγωνιώδεις ταινίες σαν αυτή αντιλαμβανόμαστε το λόγο που ο «Hitch» θεωρείται αδιαμφισβήτητος βασιλιάς στον τομέα του σασπένς.
Παρατηρήσεις: Η ταινία, που έχει χαρακτηριστεί ως μια από τις καλύτερες του Χίτσκοκ από πολλούς κινηματογραφοφιλους, προτάθηκε για τέσσερα βραβεία Όσκαρ. Το 1997 το Σιωπηλός Μάρτυς έλαβε την 42η θέση ως μιά από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου, ενώ την ίδια χρονιά η ταινία χαρακτηρίστηκε από την Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου ως «πολιτιστικά, αισθητικά και ιστορικά σημαντική» και επιλέχθηκε να ενταχθεί στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Ηνωμένων Πολιτειών.
02 Τσάιναταουν (1974) Chinatown
Η Chinatown είναι νεο-νουάρ ταινία παραγωγής 1974, σε σκηνοθεσία Ρομάν Πολάνσκι. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι ο Τζακ Νίκολσον, η Φέι Ντάναγουεϊ κι ο Τζον Χιούστον. Η ταινία εμπεριέχει στοιχεία Φιλμ Νουάρ και ψυχολογικού δράματος. Η υπόθεσή της διαδραματίζεται στο Λος Άντζελες της δεκαετίας του ’30, την περίοδο του πολέμου για το νερό στην Νότια Καλιφόρνια. Η ταινία αποτελεί το τελευταίο σκηνοθετικό εγχείρημα του Ρόμαν Πολάνσκι στις Η.Π.Α. εφόσον επέστρεψε στην Ευρώπη το 1977 για να αποφύγει τις κυρώσεις για τις κατηγορίες που τον βάραιναν για κακοποίηση ανήλικης.
Υπόθεση: Ο Τζέικ Τζέι Τζέι Γκίτις (Τζακ Νίκολσον), ιδιωτικός ντετέκτιβ με ειδίκευση στις υποθέσεις μοιχείας, προσλαμβάνεται από μια γυναίκα που του συστήνεται ως, Έβελυν Μόρλεϊ (Ντάιαν Λαντ) να παρακολουθήσει το σύζυγο της, Χόλις (Ντάρελ Ζβέρλινγκ), υπεύθυνο για την κατασκευή του συστήματος ύδρευσης της πόλης, για τον οποίο έχει υποψίες ότι διατηρεί εξωσυζυγικές σχέσεις. Ο Γκίτις τον ακολουθεί και διαπιστώνει ότι όντως την απατά με μια νεαρή κοπέλα. Η υπόθεση όμως περιπλέκεται όταν ανακαλύπτει ότι έχει προσληφθεί από άλλη γυναίκα, καθώς όταν επιστρέφει στο γραφείο του μετά την έρευνά του συναντά την πραγματική Έβελυν Μόρλεϊ που τον διαβεβαιώνει ότι δεν είχε καμιά πρόθεση να μάθει για τις εξωσυζυγικές σχέσεις του άντρα της. Όταν αργότερα ο κύριος Μόρλεϊ βρίσκεται νεκρός, ο Τζέικ διαπιστώνει ότι έχει εμπλακεί σε μια υπόθεση συνωμοσίας που σχετίζεται με το σύστημα παροχής νερού στην πόλη του Λος Άντζελες. Συνεχίζοντας την έρευνα ο Τζακ ανακαλύπτει στοιχεία που τον οδηγούν στον πατέρα της Έβελυν, Νόα Κρος (Τζον Χιούστον) και πρώην επαγγελματικό συνέταιρο του Χόλις.
Ούτε καν αυτός που τον έχει κατασκευάσει, παραμένοντας εγκλωβισμένος σε ένα ματαιόδοξο παιχνίδι εξουσίας, τους νόμους του οποίου ο Πολάνσκι δένει με ψυχαναλυτικές αναφορές (ο Κρος με πούρο, ο Γκίτις με κομμένη μύτη), ωμά οικονομικά συμφέροντα και καπιταλιστικές πρακτικές που μετατρέπονται σε υπαρξιακές ανησυχίες («το μέλλον κύριε Γκίτις, το μέλλον»). Μια κορυφαία στιγμή του κλασικού αμερικανικού σινεμά, ανέγγιχτη από το πέρασμα του χρόνου.

01 Δεσμώτης του Ιλίγγου (1958) Vertigo
Η ταινία Δεσμώτης του ιλίγγου (Αγγλ. Vertigo) είναι ψυχολογικό θρίλερ παραγωγής 1958, σε σκηνοθεσία Άλφρεντ Χίτσκοκ. Το σενάριο της ταινίας, το οποίο έγραψαν οι Άλεκ Κόππελ και Σάμιουελ Α. Τέιλορ, είναι βασισμένο στο αστυνομικό μυθιστόρημα των Μπουαλω-Ναρσεζακ με τίτλο D’entre les morts. Στην ταινία πρωταγωνιστεί ο Τζέιμς Στιούαρτ στο ρόλο ενός αστυνομικού, ο οποίος αναγκάστηκε να αποσυρθεί πρόωρα από την ενεργό δράση λόγω ψυχολογικού σοκ που υπέστη κυνηγώντας έναν εγκληματία, το οποίο είχε ως αποτέλεσμα να υποφέρει από κατάθλιψη και ιλίγγους. Συμπρωταγωνίστρια του Στιούαρτ στην ταινία είναι η Κιμ Νόβακ στο ρόλο μιας γυναίκας που παρουσιάζει αλλόκοτη συμπεριφορά και κρατά ένα σκοτεινό μυστικό.
Υπόθεση: Ο Τζον “Σκότι” Φέργκιουσον (Τζέιμς Στιούαρτ) είναι αστυνομικός που έχει αποσυρθεί πρόωρα από την ενεργό δράση, εφόσον αντιμετωπίζει προβλήματα ακροφοβίας και κατάθλιψης. Ένας φίλος του από το κολέγιο, ο Γκάβιν Έλντερ (Τομ Χέλμορ) τον προσλαμβάνει για να παρακολουθήσει τη σύζυγό του Μάντλιν (Κιμ Νόβακ), η οποία τον τελευταίο καιρό συμπεριφέρεται αλλοκοτα. Η Μάντλιν, κατά τα λεγόμενα του συζύγου της πιστεύει ότι είναι η μετεμψύχωση μιας γυναίκας, της Καρλότα Βαλντέζ, που πέθανε πολλά χρόνια πριν. Ο Σκότι παρακολουθεί τη νεαρή γυναίκα και την σώζει από απόπειρα αυτοκτονίας. Έπειτα οι δυο τους γνωρίζονται κι ο ντετέκτιβ ερωτεύεται την όμορφη Μάντλιν. Το ζευγάρι ξεκινά μαζί τις έρευνες προκειμένου να συγκεντρώσει πληροφορίες πάνω στη γυναίκα της οποίας η ψυχή έχει κυριεύσει το σωμα της Μαντλιν. Οι πληροφορίες οδηγούν τον Σκότι και τη Μάντλιν σε ένα μοναστήρι, όπου η Μάντλιν κυριευμένη από το πνεύμα της Καρλότα ανεβαίνει τις σκάλες για να φτάσει στο καμπαναριό. Ο Σκότι υπόκειται κρίση ιλίγγου και δεν καταφέρνει να σταματήσει τη Μάντλιν από την πορεία της προς την κορυφή του καμπαναριού και η νεαρή γυναίκα αυτοκτονεί πέφτοντας από ψηλά. Ο Σκότι κυριεύεται από τις τύψεις, νοσηλεύεται για μικρό χρονικό διάστημα σε ψυχιατρική κλινική και δεν καταφέρνει να ξεχάσει την Μαντλιν. Μερικούς μήνες αργότερα, ενώ έχει βγει από την κλινική συναντά την Τζούντι Μπάρτον, μια γυναίκα που έχει την ίδια εμφάνιση με την Μαντλιν. Τότε ο Σκότι βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα νέο μυστήριο.
Κριτική για την ταινία (Δελτίο Τύπου)
Όλος ο Χίτσκοκ σε δύο ώρες. Ρομαντικός, κλειστοφοβικός, ψυχωτικός, διατροφικός, φετιχιστής, έμμονο-ληπτικός, νεκροφιλικός, σουρεαλιστής, βίαιος, μελαγχολικός, τελειομανής και στο απόγειο της τεχνικής του. Το φιλμ του Hitchcock είναι μια περίπλοκη πραγματεία πάνω στην ζωή και στον θάνατο, στην πολυπλοκότητα των ανθρώπινων ψυχώσεων και στα ακαθόριστα κίνητρα μιας παθιασμένης αγάπης. Κατ’ αρχάς σε μια πρώτη ανάγνωση το φιλμ είναι μια ιστορία μυστηρίου. Διαθέτει αναμφισβήτητα όλες τις χάρες ενός καλογυρισμενου αστυνομικού θρίλερ, με μια σειρά ανατροπών σε ανιούσα κλίμακα και σωστή δοσολογία σασπένς. Το Vertigo κατ’ αρχάς πραγματεύεται την ανθρώπινη αδυναμία. Είτε αυτή εκφράζεται μέσα από φοβίες, είτε μέσα από ψυχωτικές καταστάσεις, από την παθιασμένη αγάπη η και από τον φόβο. Απ’ όπου κι αν πηγάζει και όπως κι αν εκφράζεται, αυτή είναι το θέμα που προσεγγίζει με ψυχαναλυτική διάθεση ο μεγάλος auteur. Η ταινία είναι ενοχλητικά κοντά στο να αποτελεί μια αλληγορική βιογραφία του δημιουργού της. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μέσα στον ρόλο που ερμηνεύει θαυμάσια ο βετεράνος James Stewart ενσωματώνονται στοιχειά της αλλόκοτης προσωπικότητας του σκηνοθέτου που εγείρουν ζητήματα μισογυνισμού, μετενσάρκωσης, υποκειμενικής θεώρησης της απόλυτης αγάπης που ορισμένες φορές αγγίζει και την νεκροφιλία.
Ο Hitchcock δομεί την σχέση του πρωταγωνιστή με την Novak ακριβώς πάνω στα χνάρια των σχέσεων που ανέπτυσσε ο ίδιος με τις πρωταγωνίστριες του. Η σχέση του Πυγμαλιωνα με το δημιούργημα του είναι σαφής όπως επίσης και η εσωτερική διαδρομή προς το έρεβος, που διανύει ο Stewart, σας άλλος Ορφέας που ψάχνει την Ευρυδίκη του, προκειμένου να αποκτήσει τελικά αυτό που ο ίδιος θεωρούσε υπαρκτό και πραγματικό. Την τέλεια γυναίκα.
Η τέλεια γυναίκα εδω, ενσαρκώνεται από την Novak – αρχικά ο ρόλος προοριζόταν για την Miles και το γεγονός ότι δεν ήταν διαθέσιμη έκανε τον Hitchcock να χάσει προς στιγμήν το ενδιαφέρον του για το φιλμ- και είναι ο αντικειμενικός πόθος πρωταγωνιστή και σκηνοθέτη. Η ψυχρή ξανθιά με την εύπλαστη προσωπικοτητα, έρμαιο στα χέρια του Πυγμαλιωνα της είναι το ζητούμενο του σκηνοθέτη που το γύρευε μέσα σε πλειάδα πρωταγωνιστριών όπως η Novak, η Miles, η Hendren και η λατρεμένη του Grace Kelly. Το στήσιμο της πρωταγωνίστριας και οι ατέλειωτες λήψεις προφίλ συνιστούν μέρος της ολοκληρωτικής εμμονής και της σεξουαλικής παθολογίας του Hitchcock που αφήνουν να διαφανούν ψήγματα μισογυνισμού σχεδόν σε όλες του τις ταινίες. Η γυναίκα αυτή, θύμα του ρομαντικού ιδεαλισμού, θυσιάζει την προσωπικότητα της ακόμη και το παρουσιαστικό της προκειμένου να ταιριάξει στην εικόνα που έχει στο μυαλό του ο πρωταγωνιστής και στην ουσία γίνεται το κλειδί όλης της υπόθεσης. Αυτή θα απελευθερώσει τον Stewart από τις εμμονές του η θα το οδηγήσει στην απόλυτη υποταγή του σε αυτές.
Στον αντίποδα; Η παρουσία της Barbara Bel Geddes, το ειδος της γυναίκας που αφήνει αδιάφορο τον σκηνοθέτη, και λειτουργεί ως φωνή λογικής μέσα στην δίνη του παραλόγου. O Hitchcock στήνει ένα παιχνίδι σε αυτό το φιλμ, μέσα από την αντιπαράθεση της υποκειμενικότητας και της αντικειμενικότητας. Στην πραγματικότητα μας εμπαίζει. Καθ’ όλη την διάρκεια της ταινίας δεν μπορούμε ουσιαστικά να ξεχωρίσουμε πότε είμαστε θεατές των γεγονότων και πότε αποτελούμε μέρος των παραισθήσεων του πρωταγωνιστή. Η ατμόσφαιρα και η ερμηνεία του Stewart μας παρασύρει σε βαθμό που βιώνουμε τον πόνο του πρωταγωνιστή ο όποιος με μια δονκιχωτική διάθεση προσπαθεί να λάβει απαντήσεις σε δύο επίπεδα. Το πρώτο αφορά το αστυνομικό μέρος της υπόθεσης και το δεύτερο αφορά τις προσωπικές του αγωνίες και το κυνήγι χιμαιρών που έχει εξαπολύσει και που όπως εύστοχα παρατηρεί ο ίδιος ο Hitchcock αποτελεί μια έκφραση νεκροφιλίας.
Το τέλος της ταινίας είναι μεγαλειώδες. Η ψυχοσύνθεση του πρωταγωνιστή έχει παρουσιαστεί ολοκληρωμένα, όχι όμως και οι περαιτέρω διαθέσεις του. Τι θα πράξει από δω και εξής; Θα λυτρωθεί η θα επαναλάβει το ίδιο μοτίβο σχέσης μέσα στην παραζάλη του;
Παρατηρήσεις:Το 1989 η ταινία επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικανικού Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου.
Η ταινία έλαβε επίσης αναγνώριση από το περιοδικό Sight & Sound. Κάθε 10 χρόνια από το 1952 αυτό το περιοδικό του Βρετανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου καλούσε τους μεγαλύτερους κριτικούς σε όλο τον κόσμο να επιλέξουν την καλύτερη ταινία όλων των εποχών. Η ταινία δε συμπεριλήφθηκε στις λίστες του περιοδικού μέχρι και το 1982, που κατέλαβε την 7η θέση. Το 1992 κατέκτησε τη 4η θέση και το 2002 τη δεύτερη. Το 2012 για πρώτη φορά ο Δεσμώτης του Ιλίγγου κατέλαβε την 1η θέση εκτοπίζοντας την ταινία Πολίτης Κέιν (Citizen Kane, 1941) του Όρσον Γουέλς από την πρώτη θέση, μια θέση που διατηρούσε από το 1962.. Το 2005 η ταινία ήρθε 2η, στη λίστα του Βρετανικού περιοδικού Total Films με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, ακολουθώντας Τα Καλά Παιδιά (Goodfellas, 1991) του Μάρτιν Σκορσέζε που κατέλαβε την την πρώτη θέση.
ΠΗΓΈΣ: el.wikipedia.org, www.ratpack.gr, www.lifo.gr, www.athinorama.gr, https://m.myfilm.gr, https://horrormovies.gr,
ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ